Γράφει η Σοφία Τ.
Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1790 στην Πρέβεζα ή την Ιθάκη και δολοφονήθηκε με ξυλοδαρμό στην Ακρόπολη των Αθηνών(05/06/1825).
Ήταν επιφανής αγωνιστής οπλαρχηγός της Επανάστασης του 1821 και γιος του οπλαρχηγού Ανδρούτσου. Το όνομα της οικογένειας(ιταλ. Andruzzo) αναφέρεται στο περίφημο Λίμπρο ντ’ Όρο(Libro D’ Oro) του νησιού. Μητέρα του ήταν η Ακριβή Τσαρλαμπά, από την Πρέβεζα.
Ως προς το έτος γεννήσεως, κατ’ άλλους, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε μεταξύ 1788-90.
Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1790 στην Πρέβεζα ή την Ιθάκη και δολοφονήθηκε με ξυλοδαρμό στην Ακρόπολη των Αθηνών(05/06/1825).
Ήταν επιφανής αγωνιστής οπλαρχηγός της Επανάστασης του 1821 και γιος του οπλαρχηγού Ανδρούτσου. Το όνομα της οικογένειας(ιταλ. Andruzzo) αναφέρεται στο περίφημο Λίμπρο ντ’ Όρο(Libro D’ Oro) του νησιού. Μητέρα του ήταν η Ακριβή Τσαρλαμπά, από την Πρέβεζα.
Ως προς το έτος γεννήσεως, κατ’ άλλους, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε μεταξύ 1788-90.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΠΑΤΕΡΑΣ Ο πατέρας του Οδυσσέα Ανδρούτσου ήταν Αρβανίτης και λεγόταν Ανδρέας Βερούτσος ή Ανδρέας Βερούσης ή Ανδρέας Μουτσανάς(εξ ού και το υποκοριστικό Ανδρούτσος) και γεννήθηκε στους Λιβανάτες Λοκρίδας(Νομός Φθιώτιδας) το 1750,
όπου διετέλεσε διαβόητος αρχικλέφτης και πειρατής συνεργάτης του Λάμπρου Κατσώνη(1770-2).
Ο Ανδρέας Βερούσης, Βερούτσος(1750-97) ήταν ήδη επαναστάτης εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πριν την επίσημη κήρυξή της(25/03/1821). Σε μια από τις μάχες του με τους Οθωμανούς τραυματίσθηκε στην κνήμη και επειδή τραυματίας ων κινδύνευε στην κατεχόμενη Ελλάδα, κατέφυγε στην Βενετοκρατούμενη Πρέβεζα για ασφάλεια και για να τύχει ιατρικής περίθαλψης από Βενετσιάνους χειρουργούς ιατρούς,.
Ο Ανδρέας Βερούσης διεκομίσθη(1786) στην Πρέβεζα και φιλοξενήθηκε από τον άρχοντα της Πρέβεζας εύπορο προεστό Δημήτρη Τσαρλαμπά, γαλλόφιλο και πράκτορα των Ρώσων κατά τον Ρωσσοτουρκικό Πόλεμο(1787-92)(Ελευθεροτυπία: «Τα Ιστορικά» 21/03/2009) του οποίου τελικά παντρεύτηκε τη μονάκριβη και όμορφη κόρη Ακριβή Τσαρλαμπά (13/03/1786) με κουμπάρο τον «θαλασσόλυκο» Λάμπρο Κατσώνη υποπλοίαρχο του Ναυτικού της Ρωσικής αυτοκρατορίας. Ο Ανδρέας Βερούσης Βερούτσος, συνελήφθη(1792) από τους Βενετούς, παραδόθηκε στους Τούρκους και μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου πέθανε από βασανιστήρια των Οθωμανών(1797).
Λέγεται ότι το αποκεφαλισθέν πτώμα του το έριξαν στα παγωμένα νερά του Βόσπορου. Ήταν 47 ετών.
Η απολογία του Ανδρέα Βερούση κατά την ανάκρισή του από τους Βενετούς είναι διαθέσιμη και έχει δημοσιευθεί μεταφρασμένη από τον ιστορικό Κυριάκο Σιμόπουλο.
Στην ανακριτική κατάθεση του στους Βενετούς, ο Ανδρέας Βερούσης(πατέρας του Οδυσσέα) ρωτήθηκε αν αληθεύει πως είναι συμπολεμιστής του Λάμπρου Κατσώνη και απαντά:
«Είναι αληθέστατα. Ηδη προ πέντε ετών, ευρισκόμην εις Σαραγούσαν. Εκεί ανέλαβον υποχρέωσιν με τον κύριον Ίψον, Ρώσον Στρατηγόν, να συγκεντρώσω πολεμιστάς εκ Τουρκίας. Επελθούσης μετ’ εμού συμφωνίας, εκράτησα τον λόγον μου. Συγκέντρωσα απο την «Τουρκίαν»(*) 800 Αλβανούς, με έκαμαν καπετάνιον και διοικητήν και υπηρέτησα εις την ναυτικήν μοίραν με τον Ίψον, τον Στρατηγόν Ταμάρα και τον Κολονέλον Λάμπρον. Επολέμησα πάντα κατά των Τούρκων ….».
(*) Σημείωση: Όλη η υπόδουλη στους Τούρκους Βαλκανική χερσόνησος και τα υπόλοιπα μέρη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αποκαλούνταν «Τουρκιά», όμως η εν λόγω στρατολόγηση έγινε στην Επικράτεια του Αλή Πασά, φίλου του Ανδρέα Βερούση.
Το σπίτι του Δημήτριου Τσαρλαμπά στην Πρέβεζα σώζονταν στην οδό Χρήστου Κοντού παραπλεύρως του σημερινού καταστήματος ρούχων Benetton, μέχρι το 2011 με μια λανθασμένη αναμνηστική πινακίδα. Η μαρμάρινη αυτή πινακίδα τοποθετήθηκε προφανώς μεταπολεμικά και έγραφε «ΕΔΩ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΥ 1773-1798». Προφανώς εννοεί το σπίτι του Δημήτριου Τσαρλαμπά πεθερού του Ανδρέα Βερούση ή Βερούτσου(1750-97) και πατέρα του Οδυσσέα. Όμως και πάλι οι χρονολογίες είναι λάθος, γιατί εμφανίζει τον επαναστάτη πατέρα του Οδυσσέα να πέθανε 25 ετών. Οι σωστές χρονολογίες είναι 1750-97, διότι σκοτώθηκε σε ηλικία 47 ετών.
Το 2011 το σπίτι αυτό κατεδαφίσθηκε με σκοπό την ανέγερση οικοδομής, παρά τις προσπάθειες του πολιτιστικού Συλλόγου «Πρέβεζα». Η αρχαιολογική υπηρεσία και η πολεοδομία Πρέβεζας αιτιολόγησαν την απόφαση κατεδάφισης με το σκεπτικό «το οίκημα δεν διέθετε αρχιτεκτονικά στοιχεία διατηρητέου» αγνοώντας ότι ένα κτίριο είναι φορέας ιστορικής μνήμης.
όπου διετέλεσε διαβόητος αρχικλέφτης και πειρατής συνεργάτης του Λάμπρου Κατσώνη(1770-2).
Ο Ανδρέας Βερούσης, Βερούτσος(1750-97) ήταν ήδη επαναστάτης εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πριν την επίσημη κήρυξή της(25/03/1821). Σε μια από τις μάχες του με τους Οθωμανούς τραυματίσθηκε στην κνήμη και επειδή τραυματίας ων κινδύνευε στην κατεχόμενη Ελλάδα, κατέφυγε στην Βενετοκρατούμενη Πρέβεζα για ασφάλεια και για να τύχει ιατρικής περίθαλψης από Βενετσιάνους χειρουργούς ιατρούς,.
Ο Ανδρέας Βερούσης διεκομίσθη(1786) στην Πρέβεζα και φιλοξενήθηκε από τον άρχοντα της Πρέβεζας εύπορο προεστό Δημήτρη Τσαρλαμπά, γαλλόφιλο και πράκτορα των Ρώσων κατά τον Ρωσσοτουρκικό Πόλεμο(1787-92)(Ελευθεροτυπία: «Τα Ιστορικά» 21/03/2009) του οποίου τελικά παντρεύτηκε τη μονάκριβη και όμορφη κόρη Ακριβή Τσαρλαμπά (13/03/1786) με κουμπάρο τον «θαλασσόλυκο» Λάμπρο Κατσώνη υποπλοίαρχο του Ναυτικού της Ρωσικής αυτοκρατορίας. Ο Ανδρέας Βερούσης Βερούτσος, συνελήφθη(1792) από τους Βενετούς, παραδόθηκε στους Τούρκους και μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου πέθανε από βασανιστήρια των Οθωμανών(1797).
Λέγεται ότι το αποκεφαλισθέν πτώμα του το έριξαν στα παγωμένα νερά του Βόσπορου. Ήταν 47 ετών.
Η απολογία του Ανδρέα Βερούση κατά την ανάκρισή του από τους Βενετούς είναι διαθέσιμη και έχει δημοσιευθεί μεταφρασμένη από τον ιστορικό Κυριάκο Σιμόπουλο.
Στην ανακριτική κατάθεση του στους Βενετούς, ο Ανδρέας Βερούσης(πατέρας του Οδυσσέα) ρωτήθηκε αν αληθεύει πως είναι συμπολεμιστής του Λάμπρου Κατσώνη και απαντά:
«Είναι αληθέστατα. Ηδη προ πέντε ετών, ευρισκόμην εις Σαραγούσαν. Εκεί ανέλαβον υποχρέωσιν με τον κύριον Ίψον, Ρώσον Στρατηγόν, να συγκεντρώσω πολεμιστάς εκ Τουρκίας. Επελθούσης μετ’ εμού συμφωνίας, εκράτησα τον λόγον μου. Συγκέντρωσα απο την «Τουρκίαν»(*) 800 Αλβανούς, με έκαμαν καπετάνιον και διοικητήν και υπηρέτησα εις την ναυτικήν μοίραν με τον Ίψον, τον Στρατηγόν Ταμάρα και τον Κολονέλον Λάμπρον. Επολέμησα πάντα κατά των Τούρκων ….».
(*) Σημείωση: Όλη η υπόδουλη στους Τούρκους Βαλκανική χερσόνησος και τα υπόλοιπα μέρη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αποκαλούνταν «Τουρκιά», όμως η εν λόγω στρατολόγηση έγινε στην Επικράτεια του Αλή Πασά, φίλου του Ανδρέα Βερούση.
Το σπίτι του Δημήτριου Τσαρλαμπά στην Πρέβεζα σώζονταν στην οδό Χρήστου Κοντού παραπλεύρως του σημερινού καταστήματος ρούχων Benetton, μέχρι το 2011 με μια λανθασμένη αναμνηστική πινακίδα. Η μαρμάρινη αυτή πινακίδα τοποθετήθηκε προφανώς μεταπολεμικά και έγραφε «ΕΔΩ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΚΑΠΕΤΑΝ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΥ 1773-1798». Προφανώς εννοεί το σπίτι του Δημήτριου Τσαρλαμπά πεθερού του Ανδρέα Βερούση ή Βερούτσου(1750-97) και πατέρα του Οδυσσέα. Όμως και πάλι οι χρονολογίες είναι λάθος, γιατί εμφανίζει τον επαναστάτη πατέρα του Οδυσσέα να πέθανε 25 ετών. Οι σωστές χρονολογίες είναι 1750-97, διότι σκοτώθηκε σε ηλικία 47 ετών.
Το 2011 το σπίτι αυτό κατεδαφίσθηκε με σκοπό την ανέγερση οικοδομής, παρά τις προσπάθειες του πολιτιστικού Συλλόγου «Πρέβεζα». Η αρχαιολογική υπηρεσία και η πολεοδομία Πρέβεζας αιτιολόγησαν την απόφαση κατεδάφισης με το σκεπτικό «το οίκημα δεν διέθετε αρχιτεκτονικά στοιχεία διατηρητέου» αγνοώντας ότι ένα κτίριο είναι φορέας ιστορικής μνήμης.
ΓΕΝΝΗΣΗ ΟΔΥΣΣΕΑ ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΥ Από το γάμο του Ανδρέα Βουτσανά με την Ακριβή Τσαρλαμπά γεννήθηκε (Δεκέμβριος 1790)-κατά μία άποψη- στην Ιθάκη ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, εξ ού και το όνομα Οδυσσέας(Πέτρος Μπίκος, 1996). Κατά μια 2η άποψη, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γεννήθηκε στην Πρέβεζα, όπου «μετά την σύλληψιν του πατρός του από τους Βενετούς εν έτει 1973, οίτινες τον παρέδωσαν εις τους Τούρκους, ανετράφη εν εσχάτη πενία».(Τ. Κανδηλώρος, 1950).
Ως προς το έτος γεννήσεως, υπάρχουν διαφωνίες. Κατ’ άλλους, γεννήθηκε μεταξύ 1788-90(Παναγιώτης Στάθης, 2009). Νονοί του ήταν η Μαρία Σοφιανού, σύζυγος του Λάμπρου Κατσώνη, κόρη προύχοντα από την Κέα και ο Ιωάννης Ζαβός άρχοντας της Ιθάκης. Από τα ανωτέρω συμπεραίνεται ότι ο τοκετός έγινε στην Πρέβεζα και τους επόμενους μήνες ή έτος το ζευγάρι μετακόμισε στον Ιθάκη.
Ως προς το έτος γεννήσεως, υπάρχουν διαφωνίες. Κατ’ άλλους, γεννήθηκε μεταξύ 1788-90(Παναγιώτης Στάθης, 2009). Νονοί του ήταν η Μαρία Σοφιανού, σύζυγος του Λάμπρου Κατσώνη, κόρη προύχοντα από την Κέα και ο Ιωάννης Ζαβός άρχοντας της Ιθάκης. Από τα ανωτέρω συμπεραίνεται ότι ο τοκετός έγινε στην Πρέβεζα και τους επόμενους μήνες ή έτος το ζευγάρι μετακόμισε στον Ιθάκη.
ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ(ΠΡΕΒΕΖΑ, ΙΘΑΚΗ, ΛΕΥΚΑΔΑ) Όπως προαναφέρθηκε, ο Ανδρούτσος, είναι γιός του Ανδρέα Βερούτσου και της Ακριβής Τσαρλαμπά. Γεννήθηκε(1788-90) ή στην Ιθάκη ή στην Πρέβεζα. Ο πατέρας του, ο οποίος είχε λάβει μέρος στην επανάσταση του Λάμπρου Κατσώνη, συνελήφθη από τους Βενετούς, παραδόθηκε στους Τούρκους και αποκεφαλίστηκε(1797) στην Κωνσταντινούπολη με αποτέλεσμα ο μικρός γιος του, Οδυσσέας, να μείνει ορφανός σε ηλικία 7 ετών. Η χήρα μητέρα του Ακριβή Τσαρλαμπά μετακόμισε(1797) στη Λευκάδα και ο μικρός Οδυσσέας Ανδρούτσος έκανε παρέα με το γνωστό μετέπειτα ποιητή Ιωάννη Ζαμπέλιο(1798-1800).
Έγινε η Μάχη της Νικόπολης(1798) και ο Χαλασμός της Πρέβεζας από τον Αλή Πασά και ο μικρός Οδυσσέας και η μητέρα του Ακριβή διασώθηκαν γιατί είχαν καταφύγει στη Λευκάδα. Αργότερα επέστρεψαν στην Πρέβεζα όπου και έζησε ως το 1806.
Έγινε η Μάχη της Νικόπολης(1798) και ο Χαλασμός της Πρέβεζας από τον Αλή Πασά και ο μικρός Οδυσσέας και η μητέρα του Ακριβή διασώθηκαν γιατί είχαν καταφύγει στη Λευκάδα. Αργότερα επέστρεψαν στην Πρέβεζα όπου και έζησε ως το 1806.
Ο ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ ΣΤΗΝ ΑΥΛΗ ΤΟΥ ΑΛΗ ΠΑΣΑ Ο Αλή Πασάς, ενθυμούμενος την προσωπική φιλία που είχε με τον εκλιπόντα πατέρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου, τον αναζήτησε(1806) και τον πήρε στην αυλή του στα Ιωάννινα, ή κατά 2η εκδοχή τον πήγε εκεί με αίτημα η μητέρα του. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος φοίτησε στη στρατιωτική σχολή του Αλή Πασά και είχε έναν ταραχώδη βίο, όμως σχεδόν πάντα ο Αλή του συγχωρούσε κάθε παράπτωμα. 15ετής κατατάχτηκε από τον Αλή στην προσωπική σωματοφυλακή του και σύντομα κατάφερε να γίνει αρχηγός της προσωπικής φρουράς του.
Επίσης φαίνεται ότι προσήλθε, άγνωστο εάν ήταν επιφανειακά ή συνειδητά, στην μουσουλμανική αίρεση των Μπεκτασίδων, στην οποία ανήκε και ο προστάτης του. Μυήθηκε(1818) στη Φιλική Εταιρεία και διορίστηκε(1819) δερβέναγας στην Α Στερεά. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος πήρε μέρος στις μάχες του Βερατίου, Αργυροκάστρου και Γαρδικίου και για αμοιβή, ο Αλή Πασάς του χάρισε ως μνηστή την Ελένη, κόρη του εύπορου και ισχυρού Χρήστου Καρέλου από τους Καλαρρύτες Ιωαννίνων και την οπλαρχηγία της Λειβαδιάς. Όταν και επήλθε η ρήξη του Αλή Πασά με την Πύλη, εγκατέλειψε(1820) την Λιβαδειά, αφού πρώτα μύησε τον Αθανάσιο Διάκο στην Φιλική εταιρεία και του εμπιστεύθηκε την εξουσία της οπλαρχηγίας του αφήνοντάς τον ως πρωτοπαλίκαρο. Ο ίδιος κατέφυγε στην Αράχοβα όπου προσπάθησε μαζί με άλλους επιφανείς Έλληνες που όλοι είχαν κοινό την θητεία τους στην αυλή του Αλή, να δημιουργήσει μια ελληνοαλβανική συμμαχία πάντα σύμφωνα με τα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας.
Το εγχείρημα αυτό όμως απέτυχε καθώς ο Ομέρ Βρυώνης αρνήθηκε να συμμετάσχει. Μετά από αυτό ο Ανδρούτσος κατέφυγε δια μέσου της Ακαρνανίας στα Επτάνησα, στην Λευκάδα. Εκεί συναντήθηκε(αρχές 1821) με τους Καραϊσκάκη, Γεώργιο Βαρνακιώτη, Ζόγγα, Μακρή, Κυριακούλη Μαυρομιχάλη κ.ά. οπλαρχηγούς Πελοποννήσου και Στερεάς Ελλάδας. Στη σύσκεψη που έγινε στην αγγλοκρατούμενη Αγία Μαύρα(τέλη Ιανουαρίου 1821), συμμετείχε και ο Ανδρούτσος. Θέμα: οι προετοιμασίες που έπρεπε να γίνουν για να ξεσηκωθεί η Στερεά Ελλάδα. Αποφασίστηκε η ανάθεση της εξέγερσης της Α Στερεάς στον Ανδρούτσο και στον Πανουργιά.
Οι αποφάσεις της σύσκεψης μπήκαν αμέσως σε εφαρμογή: ο Ανδρούτσος επιτέθηκε με ομάδα ανδρών του στη γέφυρα της Τατάρνας(αρχές γ’ δεκαημέρου Μαρτίου), μαζί με τον ηγούμενο της εκεί μονής Κυπριανό, σε 60 Τούρκους, οι οποίοι με αρχηγό τον Δερβέναγα Χασάν Μπέη Γκέκα, συνόδευαν μεγάλη χρηματαποστολή. Μετά την επιτυχή επιχείρηση έφυγαν αφήνοντας άθικτα τα χρήματα για να φανεί έτσι πως η επίθεση ήταν καθαρά επαναστατική πράξη.
Χαρακτηριστική για την έναρξη της επαναστάσεως στην Α Στερεά είναι η επιστολή(22/03) που έστειλε ο Ανδρούτσος στους Γαλαξιδιώτες: «Εγώ είμαι στο ποδάρι με τα παλληκάρια μου», τους γράφει και τους προτρέπει να πάρουν και εκείνοι αμέσως τα άρματα.
Επίσης φαίνεται ότι προσήλθε, άγνωστο εάν ήταν επιφανειακά ή συνειδητά, στην μουσουλμανική αίρεση των Μπεκτασίδων, στην οποία ανήκε και ο προστάτης του. Μυήθηκε(1818) στη Φιλική Εταιρεία και διορίστηκε(1819) δερβέναγας στην Α Στερεά. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος πήρε μέρος στις μάχες του Βερατίου, Αργυροκάστρου και Γαρδικίου και για αμοιβή, ο Αλή Πασάς του χάρισε ως μνηστή την Ελένη, κόρη του εύπορου και ισχυρού Χρήστου Καρέλου από τους Καλαρρύτες Ιωαννίνων και την οπλαρχηγία της Λειβαδιάς. Όταν και επήλθε η ρήξη του Αλή Πασά με την Πύλη, εγκατέλειψε(1820) την Λιβαδειά, αφού πρώτα μύησε τον Αθανάσιο Διάκο στην Φιλική εταιρεία και του εμπιστεύθηκε την εξουσία της οπλαρχηγίας του αφήνοντάς τον ως πρωτοπαλίκαρο. Ο ίδιος κατέφυγε στην Αράχοβα όπου προσπάθησε μαζί με άλλους επιφανείς Έλληνες που όλοι είχαν κοινό την θητεία τους στην αυλή του Αλή, να δημιουργήσει μια ελληνοαλβανική συμμαχία πάντα σύμφωνα με τα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας.
Το εγχείρημα αυτό όμως απέτυχε καθώς ο Ομέρ Βρυώνης αρνήθηκε να συμμετάσχει. Μετά από αυτό ο Ανδρούτσος κατέφυγε δια μέσου της Ακαρνανίας στα Επτάνησα, στην Λευκάδα. Εκεί συναντήθηκε(αρχές 1821) με τους Καραϊσκάκη, Γεώργιο Βαρνακιώτη, Ζόγγα, Μακρή, Κυριακούλη Μαυρομιχάλη κ.ά. οπλαρχηγούς Πελοποννήσου και Στερεάς Ελλάδας. Στη σύσκεψη που έγινε στην αγγλοκρατούμενη Αγία Μαύρα(τέλη Ιανουαρίου 1821), συμμετείχε και ο Ανδρούτσος. Θέμα: οι προετοιμασίες που έπρεπε να γίνουν για να ξεσηκωθεί η Στερεά Ελλάδα. Αποφασίστηκε η ανάθεση της εξέγερσης της Α Στερεάς στον Ανδρούτσο και στον Πανουργιά.
Οι αποφάσεις της σύσκεψης μπήκαν αμέσως σε εφαρμογή: ο Ανδρούτσος επιτέθηκε με ομάδα ανδρών του στη γέφυρα της Τατάρνας(αρχές γ’ δεκαημέρου Μαρτίου), μαζί με τον ηγούμενο της εκεί μονής Κυπριανό, σε 60 Τούρκους, οι οποίοι με αρχηγό τον Δερβέναγα Χασάν Μπέη Γκέκα, συνόδευαν μεγάλη χρηματαποστολή. Μετά την επιτυχή επιχείρηση έφυγαν αφήνοντας άθικτα τα χρήματα για να φανεί έτσι πως η επίθεση ήταν καθαρά επαναστατική πράξη.
Χαρακτηριστική για την έναρξη της επαναστάσεως στην Α Στερεά είναι η επιστολή(22/03) που έστειλε ο Ανδρούτσος στους Γαλαξιδιώτες: «Εγώ είμαι στο ποδάρι με τα παλληκάρια μου», τους γράφει και τους προτρέπει να πάρουν και εκείνοι αμέσως τα άρματα.
Ο ΑΝΔΡΟΥΤΣΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Λίγο πριν τον τραγικό θάνατο του Αλή Πασά(1822) και σε συνεννόηση μ’ αυτόν, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος με ένα ασκέρι 2.000 ανδρών, Αλβανών και Ελλήνων, ανεξαρτητοποιήθηκε και άρχισε ένα τρίχρονο αγώνα εναντίον των Οθωμανών με αποκορύφωμα την ηρωική Μάχη στο Χάνι της Γραβιάς(08/05/1821), όπου μόνο 118 Έλληνες αντιμετώπισαν επιτυχώς 8.000 Οθωμανούς υπό τον Ομέρ Βρυώνη.
Μέσα σε αυτούς τους 118 ήρωες Έλληνες ήταν και οι μετέπειτα δολοφόνοι του. Τότε γράφτηκε και το γνωστό δημοτικό τραγούδι «Τ’ Αντρούτσου η μάνα χαίρεται, του Διάκου καμαρώνει. Γιατί έχουν γιους αρματολούς, και γιους καπεταναίους. Ανδρούτσος φυλάει τη Γραβιά, Διάκος την Αλαμάνα»). Στη μάχη αυτή, «η στρατηγική ιδιοφυΐα του Ανδρούτσου θριάμβευσε. Έτσι δικαιωματικά κατέλαβε τη θέση του αρχηγού των όπλων της Βοιωτίας και ουσιαστικά επηρέασε την τύχη της Επανάστασης στην ΑΣτερεά, κατά τα επόμενα έτη.»
Η γερουσία του Αρείου Πάγου του αναθέτει(27/08/1822) τη Διοίκηση της Αθήνας και εισέρχεται θριαμβευτής Φρούραρχος στην Ακρόπολη, συνοδευόμενος από τον Ιωάννη Μακρυγιάννη, τον Ιωάννη Γκούρα, τον Ιωάννη Μαμούρη, τον Κατσικογιάννη και 300 ένοπλους επαναστάτες. Η υποδοχή του λαού των Αθηνών ήταν αποθεωτική. Στην Αθήνα ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γνώρισε πολλούς ξένους Φιλέλληνες οι οποίοι αναφέρονται ευνοϊκά στα απομνημονεύματά τους σε αυτόν(Ελευθεροτυπία: «Τα Ιστορικά», 23/03/2009).
Ο Βρετανός Edward John Trelawney(1792-1881) φίλος του Λόρδου Byron ήρθε μαζί του στην Ελλάδα. Γνώρισε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο(Νοέμβριος 1823) και γοητεύτηκε από την προσωπικότητά του. Παντρεύτηκε την 13ετή ετεροθαλή αδελφή του Οδυσσέα, Ταρσίτσα Καμένου. Τον ακολούθησε παντού και του έμεινε πιστός ως το τέλος.
Με το ξέσπασμα της Επανάστασης ο Ανδρούτσος έφυγε από την Λευκάδα και βρέθηκε μέσω Πάτρας στη Στερεά Ελλάδα, έπεισε τους Γαλαξιδιώτες να επαναστατήσουν και έγραψε μία από τις λαμπρότερες σελίδες της Επανάστασης αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τους Τούρκους του Ομέρ Βρυώνη στην μάχη στο Χάνι της Γραβιάς(08/03/1821), παίρνοντας παράλληλα εκδίκηση και για τον θάνατο του φίλου του, Αθανάσιου Διάκου στη μάχη της Αλαμάνας. Ανακηρύχθηκε(τέλη 1821) από τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς, αρχιστράτηγος της Α Στερεάς, τίτλος που του αναγνωρίστηκε το 1822.
Κατηγορήθηκε(άνοιξη 1822) από τον Ιωάννη Κωλέττη για συνεργασία με τον εχθρό, με αποτέλεσμα να παραιτηθεί από το αξίωμα. Όμως παρά την παραίτησή του συνέχισε απτόητος την πολεμική του δράση εναντίον των Τούρκων ως το 1824.
Μέσα σε αυτούς τους 118 ήρωες Έλληνες ήταν και οι μετέπειτα δολοφόνοι του. Τότε γράφτηκε και το γνωστό δημοτικό τραγούδι «Τ’ Αντρούτσου η μάνα χαίρεται, του Διάκου καμαρώνει. Γιατί έχουν γιους αρματολούς, και γιους καπεταναίους. Ανδρούτσος φυλάει τη Γραβιά, Διάκος την Αλαμάνα»). Στη μάχη αυτή, «η στρατηγική ιδιοφυΐα του Ανδρούτσου θριάμβευσε. Έτσι δικαιωματικά κατέλαβε τη θέση του αρχηγού των όπλων της Βοιωτίας και ουσιαστικά επηρέασε την τύχη της Επανάστασης στην ΑΣτερεά, κατά τα επόμενα έτη.»
Η γερουσία του Αρείου Πάγου του αναθέτει(27/08/1822) τη Διοίκηση της Αθήνας και εισέρχεται θριαμβευτής Φρούραρχος στην Ακρόπολη, συνοδευόμενος από τον Ιωάννη Μακρυγιάννη, τον Ιωάννη Γκούρα, τον Ιωάννη Μαμούρη, τον Κατσικογιάννη και 300 ένοπλους επαναστάτες. Η υποδοχή του λαού των Αθηνών ήταν αποθεωτική. Στην Αθήνα ο Οδυσσέας Ανδρούτσος γνώρισε πολλούς ξένους Φιλέλληνες οι οποίοι αναφέρονται ευνοϊκά στα απομνημονεύματά τους σε αυτόν(Ελευθεροτυπία: «Τα Ιστορικά», 23/03/2009).
Ο Βρετανός Edward John Trelawney(1792-1881) φίλος του Λόρδου Byron ήρθε μαζί του στην Ελλάδα. Γνώρισε τον Οδυσσέα Ανδρούτσο(Νοέμβριος 1823) και γοητεύτηκε από την προσωπικότητά του. Παντρεύτηκε την 13ετή ετεροθαλή αδελφή του Οδυσσέα, Ταρσίτσα Καμένου. Τον ακολούθησε παντού και του έμεινε πιστός ως το τέλος.
Με το ξέσπασμα της Επανάστασης ο Ανδρούτσος έφυγε από την Λευκάδα και βρέθηκε μέσω Πάτρας στη Στερεά Ελλάδα, έπεισε τους Γαλαξιδιώτες να επαναστατήσουν και έγραψε μία από τις λαμπρότερες σελίδες της Επανάστασης αντιμετωπίζοντας με επιτυχία τους Τούρκους του Ομέρ Βρυώνη στην μάχη στο Χάνι της Γραβιάς(08/03/1821), παίρνοντας παράλληλα εκδίκηση και για τον θάνατο του φίλου του, Αθανάσιου Διάκου στη μάχη της Αλαμάνας. Ανακηρύχθηκε(τέλη 1821) από τους υπόλοιπους οπλαρχηγούς, αρχιστράτηγος της Α Στερεάς, τίτλος που του αναγνωρίστηκε το 1822.
Κατηγορήθηκε(άνοιξη 1822) από τον Ιωάννη Κωλέττη για συνεργασία με τον εχθρό, με αποτέλεσμα να παραιτηθεί από το αξίωμα. Όμως παρά την παραίτησή του συνέχισε απτόητος την πολεμική του δράση εναντίον των Τούρκων ως το 1824.
ΣΥΛΛΗΨΗ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΩΣΗ Οι παλιές προστριβές του Ανδρούτσου με τους καλαμαράδες, όπως ονόμαζε τους πολιτικούς και οι έντονες αντιδράσεις του, η τάση τέλος της Κυβέρνησης Κουντουργιώτη να τον παραγκωνίζει και να μην του χορηγεί τα απαιτούμενα χρήματα και εφόδια για τη συγκρότηση ισχυρού στρατού και στρατοπέδων στη Στερεά, είχαν απογοητεύσει τον Ανδρούτσο.
Ο εμφύλιος πόλεμος στην Πελοπόννησο, η απροθυμία της κυβερνήσεως να τον βοηθήσει και ο κίνδυνος των επαρχιών της Στερεάς Ελλάδας από την προέλαση των τουρκικών στρατευμάτων, τον είχαν κάνει(αρχές Αυγούστου 1824) να έλθει σε επαφή με τους Τούρκους αρχηγούς για να βάλει ξανά καπάκια, μολονότι μόλις τον Απρίλιο, στη συνέλευση των Σαλώνων, είχε αποφασισθεί «κανένας στρατιωτικός να μην ημπορεί να βάλει τα λεγόμενα καπάκια». Διαβλέποντας παντού μηχανορραφίες των πολιτικών, ο Ανδρούτσος αποσύρεται απογοητευμένος στη σπηλιά του, στη Μαύρη Τρύπα, Β του Παρνασσού, κοντά στο χωριό Βελίτσα.
Οι κινήσεις και οι διαθέσεις του όμως τον έκαναν περισσότερο ύποπτο στην κυβέρνης και κυρίως στον Κωλέττη και στους άλλους εχθρούς του, που ζητούσαν να διορίσουν άλλους καπεταναίους στη θέση του. Η καχυποψία του ενισχύθηκε όταν έμαθε τη σύλληψη του Κολοκοτρώνη. Τα γεγονότα αυτά επηρέασαν τόσο πολύ τον Ανδρούτσο, ο οποίος θέλοντας να φοβίσει τους καλαμαράδες, ενώθηκε με τους Τούρκους με τον όρο να του δώσουν την αρχηγία των επαρχιών της Εύβοιας, Ταλαντίου, Λιβαδιάς και Θήβας. Η συμφωνία που κλείστηκε τότε με τον Ομέρ πασά του Ευρίπου «ήταν κάτι περισσότερο από τα συνηθισμένα καπάκια, ήταν μια πράξη απελπισίας που έφθανε στα όρια της προδοσίας».
Ο πραγματικός της σκοπός φαίνεται από όσα γράφει ο Σπηλιάδης, «…αν εφάνη συνεννοούμενος με τον εχθρό δεν αποδείχνει άλλο ειμή ότι ηπείλει την κυβέρνησιν, και εν ταυτώ ηπάτα τους Τούρκους δια τον σκοπόν του» Τότε η κυβέρνηση, για να αντιμετωπίσει την ύποπτη στάση του διόρισε(20/02/1825) το παλιό πρωτοπαλίκαρό του Γιάννη Γκούρα αρχηγό της εκστρατείας στην Α Ελλάδα και του χορήγησε 140.000 γρόσια. Ο Γκούρας βάδισε προς τη Δόμβραινα και από εκεί στη Λειβαδιά. Οι κυβερνητικές δυνάμεις τον ακολούθησαν καταπόδι και τον ανάγκασαν, αυτόν και τους 400 Τούρκους ντελήδες (ιππείς) που του είχε στείλει ο Ομέρ πασάς από τη Χαλκίδα, να υποχωρήσουν στη Χαιρώνεια και κατόπιν στην πατρίδα του Λιβανάτες.
Στο μοναστήρι της Βελιβούς(27/03-07/04), η θέση του Ανδρούτσου έγινε δύσκολη και τελικά, μετά από συνεννοήσεις με τον Νικόλαο Γκριτζιώτη, εγκατέλειψε κρυφά τους ντελήδες και παραδόθηκε στον Γκούρα που τον έστειλε με συνοδεία στην Αθήνα. Μόλις έφθασε εκεί, τον έκλεισαν σε φυλακή στο κάτω μέρος του ψηλού Γουλά(πύργου) δεξιά στην είσοδο των Προπυλαίων της Ακρόπολης. Πιο συγκεκριμένα, τον περιόρισαν στο μοναστήρι του Δομοκού, πάνω στον Ελικώνα, απ’ όπου σε λίγο τον πήραν δέσμιο, τον μετέφεραν στην Αθήνα και τον φυλάκισαν στον ενετικό πύργο του Ιερού Βράχου. Τότε έγινε απόπειρα απελευθέρωσης του Ανδρούτσου.
Όταν ο Γκούρας ο οποίος είχε στρατοπεδεύσει στον Όσιο Λουκά, επειδή είχε ανάγκη από τρόφιμα και πολεμοφόδια για να αντιμετωπίσει τον Ντεμίρ πασά και τον Μουστάμπεη οι οποίοι είχαν μπει στα Σάλωνα, είχε στείλει τον παλαιό γραμματικό του Οδυσσέα Γεωργαντά να κάνει προμήθειες στο Λουτράκι. Εκεί θα συναντήσει τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, φίλο του Ανδρούτσου και τον Κώστα Μπότσαρη. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης μόλις έμαθε τα γεγονότα σχετικά με τη φυλάκιση του Ανδρούτσου, εξοργίστηκε και «έβρισε τον Γκούρα παλιόβλαχο».
Ο Καραϊσκάκης θα ξεκινήσει για το στρατόπεδο της Στερεάς για να απελευθερώσει τον φίλο του. Ο Γκούρας θα οχυρωθεί εκεί και ο Καραϊσκάκης δεν θα μπορέσει να τον απελευθερώσει. Για να αποκλιμακώσει την ένταση η Διευθυντική Επιτροπή της Α Στερεάς Ελλάδος έστειλε επιστολή στην έδρα της διοικήσεως γνωμοδοτώντας την μετάθεση του Γκούρα στο στρατόπεδο της Αθήνας. Και η κυβέρνηση να μαλακώσει τον Καραϊσκάκη. Οι δεσμοφύλακές του τον βασάνισαν πολλές ημέρες, για να τους αποκαλύψει πού είχε κρυμμένους τους θησαυρούς του.
Όταν όμως είδαν ότι δεν κατόρθωσαν τίποτε, αποφάσισαν να απαλλαγούν τελείως από την παρουσία του. Περιμένοντας να δικαστεί ο Ανδρούτσος(05/06, μετά τα μεσάνυχτα), ο οπλαρχηγός Μαμούρης και 2 σύντροφοί του(Μήτσος Τριανταφυλλίνας, Παπακώστας), ενεργώντας κατά διαταγή του Γκούρα, απομάκρυναν τον δεσμοφύλακα, μπήκαν στο κελί του Οδυσσέα Ανδρούτσου και τον θανάτωσαν με τα ίδια τους τα χέρια(στραγγαλισμός). Ύστερα γκρέμισαν το σώμα του από τον Γουλά κάτω στο λιθόστρωτο του ναού της απτέρου Νίκης και διέδωσαν ότι τάχα ο φυλακισμένος είχε επιχειρήσει να δραπετεύσει, αλλά το σχοινί που χρησιμοποίησε κόπηκε και έτσι σκοτώθηκε.
Στο μικρό παραθύρι του πύργου είχαν δέσει ένα σκοινί και παρέστησαν έτσι τη δολοφονία ως ατύχημα απόδρασης. Στο μητρώο των αξιωματικών του Αγώνα αναγράφεται ότι σκοτώθηκε στην Ακρόπολη από άγνωστους. Πολυτάραχη η ζωή και αμφιλεγόμενη η δράση του πολέμαρχου Οδυσσέα. Η Πολιτεία τον κατέταξε στην εξαίρετο τάξη των επίλεκτων αγωνιστών του΄21 μαζί με τον Κολοκοτρώνη, Καραϊσκάκη, Μπότσαρη κ.ά. Αναίρεσε την κατηγορία της προδοσίας και παραδέχτηκε ότι δεν πρόδωσε αλλά συνθηκολόγησε με τον εχθρό. Το 1865 πήραν τα οστά του που ήταν σε μια γωνιά στην ακρόπολη και τα εναπόθεσαν στο Α΄ νεκροταφείο.
Πηγή: Olympia
Ο εμφύλιος πόλεμος στην Πελοπόννησο, η απροθυμία της κυβερνήσεως να τον βοηθήσει και ο κίνδυνος των επαρχιών της Στερεάς Ελλάδας από την προέλαση των τουρκικών στρατευμάτων, τον είχαν κάνει(αρχές Αυγούστου 1824) να έλθει σε επαφή με τους Τούρκους αρχηγούς για να βάλει ξανά καπάκια, μολονότι μόλις τον Απρίλιο, στη συνέλευση των Σαλώνων, είχε αποφασισθεί «κανένας στρατιωτικός να μην ημπορεί να βάλει τα λεγόμενα καπάκια». Διαβλέποντας παντού μηχανορραφίες των πολιτικών, ο Ανδρούτσος αποσύρεται απογοητευμένος στη σπηλιά του, στη Μαύρη Τρύπα, Β του Παρνασσού, κοντά στο χωριό Βελίτσα.
Οι κινήσεις και οι διαθέσεις του όμως τον έκαναν περισσότερο ύποπτο στην κυβέρνης και κυρίως στον Κωλέττη και στους άλλους εχθρούς του, που ζητούσαν να διορίσουν άλλους καπεταναίους στη θέση του. Η καχυποψία του ενισχύθηκε όταν έμαθε τη σύλληψη του Κολοκοτρώνη. Τα γεγονότα αυτά επηρέασαν τόσο πολύ τον Ανδρούτσο, ο οποίος θέλοντας να φοβίσει τους καλαμαράδες, ενώθηκε με τους Τούρκους με τον όρο να του δώσουν την αρχηγία των επαρχιών της Εύβοιας, Ταλαντίου, Λιβαδιάς και Θήβας. Η συμφωνία που κλείστηκε τότε με τον Ομέρ πασά του Ευρίπου «ήταν κάτι περισσότερο από τα συνηθισμένα καπάκια, ήταν μια πράξη απελπισίας που έφθανε στα όρια της προδοσίας».
Ο πραγματικός της σκοπός φαίνεται από όσα γράφει ο Σπηλιάδης, «…αν εφάνη συνεννοούμενος με τον εχθρό δεν αποδείχνει άλλο ειμή ότι ηπείλει την κυβέρνησιν, και εν ταυτώ ηπάτα τους Τούρκους δια τον σκοπόν του» Τότε η κυβέρνηση, για να αντιμετωπίσει την ύποπτη στάση του διόρισε(20/02/1825) το παλιό πρωτοπαλίκαρό του Γιάννη Γκούρα αρχηγό της εκστρατείας στην Α Ελλάδα και του χορήγησε 140.000 γρόσια. Ο Γκούρας βάδισε προς τη Δόμβραινα και από εκεί στη Λειβαδιά. Οι κυβερνητικές δυνάμεις τον ακολούθησαν καταπόδι και τον ανάγκασαν, αυτόν και τους 400 Τούρκους ντελήδες (ιππείς) που του είχε στείλει ο Ομέρ πασάς από τη Χαλκίδα, να υποχωρήσουν στη Χαιρώνεια και κατόπιν στην πατρίδα του Λιβανάτες.
Στο μοναστήρι της Βελιβούς(27/03-07/04), η θέση του Ανδρούτσου έγινε δύσκολη και τελικά, μετά από συνεννοήσεις με τον Νικόλαο Γκριτζιώτη, εγκατέλειψε κρυφά τους ντελήδες και παραδόθηκε στον Γκούρα που τον έστειλε με συνοδεία στην Αθήνα. Μόλις έφθασε εκεί, τον έκλεισαν σε φυλακή στο κάτω μέρος του ψηλού Γουλά(πύργου) δεξιά στην είσοδο των Προπυλαίων της Ακρόπολης. Πιο συγκεκριμένα, τον περιόρισαν στο μοναστήρι του Δομοκού, πάνω στον Ελικώνα, απ’ όπου σε λίγο τον πήραν δέσμιο, τον μετέφεραν στην Αθήνα και τον φυλάκισαν στον ενετικό πύργο του Ιερού Βράχου. Τότε έγινε απόπειρα απελευθέρωσης του Ανδρούτσου.
Όταν ο Γκούρας ο οποίος είχε στρατοπεδεύσει στον Όσιο Λουκά, επειδή είχε ανάγκη από τρόφιμα και πολεμοφόδια για να αντιμετωπίσει τον Ντεμίρ πασά και τον Μουστάμπεη οι οποίοι είχαν μπει στα Σάλωνα, είχε στείλει τον παλαιό γραμματικό του Οδυσσέα Γεωργαντά να κάνει προμήθειες στο Λουτράκι. Εκεί θα συναντήσει τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, φίλο του Ανδρούτσου και τον Κώστα Μπότσαρη. Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης μόλις έμαθε τα γεγονότα σχετικά με τη φυλάκιση του Ανδρούτσου, εξοργίστηκε και «έβρισε τον Γκούρα παλιόβλαχο».
Ο Καραϊσκάκης θα ξεκινήσει για το στρατόπεδο της Στερεάς για να απελευθερώσει τον φίλο του. Ο Γκούρας θα οχυρωθεί εκεί και ο Καραϊσκάκης δεν θα μπορέσει να τον απελευθερώσει. Για να αποκλιμακώσει την ένταση η Διευθυντική Επιτροπή της Α Στερεάς Ελλάδος έστειλε επιστολή στην έδρα της διοικήσεως γνωμοδοτώντας την μετάθεση του Γκούρα στο στρατόπεδο της Αθήνας. Και η κυβέρνηση να μαλακώσει τον Καραϊσκάκη. Οι δεσμοφύλακές του τον βασάνισαν πολλές ημέρες, για να τους αποκαλύψει πού είχε κρυμμένους τους θησαυρούς του.
Όταν όμως είδαν ότι δεν κατόρθωσαν τίποτε, αποφάσισαν να απαλλαγούν τελείως από την παρουσία του. Περιμένοντας να δικαστεί ο Ανδρούτσος(05/06, μετά τα μεσάνυχτα), ο οπλαρχηγός Μαμούρης και 2 σύντροφοί του(Μήτσος Τριανταφυλλίνας, Παπακώστας), ενεργώντας κατά διαταγή του Γκούρα, απομάκρυναν τον δεσμοφύλακα, μπήκαν στο κελί του Οδυσσέα Ανδρούτσου και τον θανάτωσαν με τα ίδια τους τα χέρια(στραγγαλισμός). Ύστερα γκρέμισαν το σώμα του από τον Γουλά κάτω στο λιθόστρωτο του ναού της απτέρου Νίκης και διέδωσαν ότι τάχα ο φυλακισμένος είχε επιχειρήσει να δραπετεύσει, αλλά το σχοινί που χρησιμοποίησε κόπηκε και έτσι σκοτώθηκε.
Στο μικρό παραθύρι του πύργου είχαν δέσει ένα σκοινί και παρέστησαν έτσι τη δολοφονία ως ατύχημα απόδρασης. Στο μητρώο των αξιωματικών του Αγώνα αναγράφεται ότι σκοτώθηκε στην Ακρόπολη από άγνωστους. Πολυτάραχη η ζωή και αμφιλεγόμενη η δράση του πολέμαρχου Οδυσσέα. Η Πολιτεία τον κατέταξε στην εξαίρετο τάξη των επίλεκτων αγωνιστών του΄21 μαζί με τον Κολοκοτρώνη, Καραϊσκάκη, Μπότσαρη κ.ά. Αναίρεσε την κατηγορία της προδοσίας και παραδέχτηκε ότι δεν πρόδωσε αλλά συνθηκολόγησε με τον εχθρό. Το 1865 πήραν τα οστά του που ήταν σε μια γωνιά στην ακρόπολη και τα εναπόθεσαν στο Α΄ νεκροταφείο.
Πηγή: Olympia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου