Τον φωνάζουν "Μανωλάκη", σαν να πρόκειται για κάποιο μέλος της δικής τους οικογένειας και δίνουν ραντεβού κάτω από το άγαλμά του, που κοσμεί την πλατεία Ελευθερίας, στο κέντρο της πόλης των Σερρών. Κάθονται στα πόδια του και συζητούν ατελείωτες ώρες για την καθημερινότητα τους κι αυτός στέκει αμίλητος, "ακούγοντάς" τους και "κοιτάζοντάς" τους με πατρική στοργή, θα έλεγε κανείς, με το μαρμάρινο βλέμμα του. Άλλωστε, τα δικά του παιδιά τα έχασε νωρίς, από το σπαθί των Τούρκων, που τα σκότωσαν για να τον εκδικηθούν.
Ο Εμμανουήλ Παπάς, ίσως άγνωστος για μερικούς, είναι ο Μακεδόνας ήρωας της Επανάστασης του 1821, ο επονομαζόμενος και Κολοκοτρώνης της Μακεδονίας. Είναι, όμως, και ο αγαπημένος των εφήβων των Σερρών, που νιώθουν σήμερα, κάτω από το άγαλμά του, ελεύθερα. Υπήρξε από τους πρωταγωνιστές του ελληνικού αγώνα, που με τη θυσία του "σφράγισε" την ιστορία της απελευθέρωσης της Μακεδονίας από τον τουρκικό ζυγό. Γεννήθηκε στη Δοβίστα το 1773, ένα χωριό κοντά στις Σέρρες, που σήμερα έχει το όνομά του.
Ο πατέρας του Δημήτριος, πλούσιος προύχοντας της περιοχής, χειροτονήθηκε ιερέας και τιμήθηκε με το εκκλησιαστικό αξίωμα του Οικονόμου. Από εκεί προέρχεται και το οικογενειακό όνομα "Παπάς" . Μετά τη στοιχειώδη μόρφωσή του στο χωριό, ο Εμμανουήλ Παπάς μετέβη στις Σέρρες για να συμπληρώσει τις σπουδές του στην εκεί περιώνυμη σχολή. Όταν αποφοίτησε από τη Σχολή, επανήλθε στη Δοβίστα, όπου και παντρεύτηκε.
Το 1805, όμως, το επαγγελματικό του δαιμόνιο τον επανέφερε στις Σέρρες, ακριβώς την εποχή που το εμπόριο βρισκόταν στη μεγαλύτερη ακμή του. Σύντομα, αναδείχθηκε σε μεγάλο τραπεζίτη και μεγαλέμπορο της εποχής εκείνης, σεβαστό ακόμα και στους Τούρκους Μπέηδες, με καταστήματα στην Κωνσταντινούπολη και τη Βιέννη. Απέκτησε μεγάλη περιουσία, έγινε δανειστής των Τούρκων αγάδων και μπέηδων της περιοχής, ασκώντας μεγάλη επιρροή επάνω τους, κυρίως στον πανίσχυρο τοπάρχη Ισμαήλ μπέη. Ο Εμμ. Παπάς χρησιμοποίησε τις "σχέσεις" του αυτές προς όφελος των συμπατριωτών του που δοκιμάζονταν σκληρά, υποστηρίζοντας και προφυλάσσοντάς τους.
Ύστερα από τον θάνατο, όμως, του Ισμαήλ, ο σπάταλος και άσωτος γιος του, Γιουσούφ μπέης, δημιούργησε τόσο μεγάλο χρέος, που ήταν αδύνατο να το ξεπληρώσει. Όταν, λοιπόν, ο Παπάς ζήτησε με επιμονή να τού εξοφλήσει μέρος τουλάχιστον του δανείου, ο Γιουσούφ τον απείλησε ότι θα τον σκοτώσει. Τότε, τον Οκτώβριο του 1817, ο Παπάς αναγκάζεται να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη αφήνοντας τη φύλαξη της οικογένειας του στο μητροπολίτη Χρύσανθο. Εκεί, γνωρίζεται με τον Φιλικό Κωνσταντίνο Παπαδάτο, ύστερα από δύο χρόνια, σε ηλικία 47 ετών, στις 21 Δεκεμβρίου 1819, μυείται στη Φιλική Εταιρεία από τον Ιωάννη Φαρμάκη και προσφέρει αμέσως 1.000 γρόσια για την ενίσχυση των οικονομικών της.
Πολύ γρήγορα κατάφερε να μυήσει στα μυστικά του αγώνα και τα τέσσερα αδέρφια του καθώς και τους ικανότερους πρόκριτους της Δοβίστας που φρόντιζαν για τον εξοπλισμό των γύρω χωριών των Σερρών. Η φήμη του για την πατριωτική του δράση είχε φτάσει σε κάθε άκρη της Ελλάδας. Είχε σχεδιάσει μάλιστα και σχέδιο για δολοφονική απόπειρα κατά του Σουλτάνου, το οποίο όμως απέτυχε λόγω προδοσίας. Όταν κηρύχτηκε η Επανάσταση του 1821, ο Εμμανουήλ Παπάς, ενεργώντας σύμφωνα με την εντολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη, άρχισε να προετοιμάζει το έδαφος και να ξεσηκώνει τους κατοίκους της Μακεδονίας σε επανάσταση.
Αγόρασε στην Κωνσταντινούπολη, με δικά του χρήματα, όπλα και πολεμοφόδια και στις 23 Μαρτίου το 1821 τα φόρτωσε στο καράβι του Χατζή Βισβίζη και αναχώρησε ο ίδιος για το Άγιον Όρος, όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από ηγουμένους και μοναχούς και ανακηρύχτηκε αρχιστράτηγος της Μακεδονίας. Αφού εγκατέστησε το αρχηγείο του στο Άγιο Όρος, με τους 2.500 άνδρες του, ανέλαβε δράση. Το Άγιον Όρος θεωρείτο το καταλληλότερο ορμητήριο για την εξέγερση της Μακεδονίας, όχι μόνο γιατί η χερσόνησος είναι φυσικώς οχυρωμένη, αλλά ακόμη γιατί οι περίπου 3.000 άνδρες που μόναζαν θα μπορούσαν να αποτελέσουν αξιόλογη στρατιά.
Ο Παπάς αποβιβάστηκε στη μονή Εσφιγμένου, της οποίας ο ηγούμενος ήταν Φιλικός. Από κει έδωσε το έναυσμα για την Επανάσταση και έστειλε επιστολή στην κοινότητα της Ύδρας να στείλουν μοίρα στόλου. Αρχές Ιουνίου, η επανάσταση εξαπλώθηκε παντού. Γίνονται συχνές συμπλοκές με τους Τούρκους και αρπάζονται οι περιουσίες τους. Οι ελλείψεις όμως σε πολεμοφόδια και σιτάρι ολοένα και μεγαλώνουν. "[…] Παρακαλούμεν διά όνομα Θεού να μας έρθουν τοφέκια και τζεπχανέ, επειδή το περισσότερον στράτευμα είναι δίχως τοφέκια μόνον με τα ξύλα εις το χέρι", λένε οι πρόκριτοι της Καλαμαριάς προς τον Εμμανουήλ Παπά, στις 2 Ιουνίου 1821. Κι αυτή τη στιγμή ο Εμ. Παπάς δαπανά πάρα πολλά από την περιουσία του, όπως φαίνεται στην αναφορά του Κωνσταντίνου Παπά, γιου του Εμμανουήλ Παπά, προς την Επιτροπή του Αγώνα στα 1865.
Στο μεταξύ, στις Σέρρες εκδηλώθηκε επαναστατικό κίνημα με την καθοδήγηση του Μητροπολίτη Χρύσανθου, το οποίο όμως καταπνίγηκε, η πόλη σώθηκε, από θαύμα από την ερήμωση και τη σφαγή. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν τότε, η 8η Μαΐου του 1821, ημέρα γιορτής του Ευαγγελιστή Ιωάννη του Θεολόγου, ο οποίος και θεωρήθηκε σωτήρας της πόλης. Γι' αυτό και οι Σερραίοι, 14 χρόνια μετά, το 1835 έχτισαν προς τιμή του ομώνυμο ναό στη συνοικία Άνω Καμενίκια. Ενώ, όμως, η καταστροφή της πόλης αποφεύχθηκε, η εκδικητική μανία των Τούρκων ξέσπασε στην οικογένεια του Εμμανουήλ Παπά.
Η σύζυγος του και τα παιδιά του φυλακίστηκαν, η περιουσία του δημεύτηκε και το σπίτι του κάηκε. Ο ίδιος, όμως, άκαμπτος συνέχισε, χωρίς βοήθεια, τον σκληρό αγώνα στη Χαλκιδική. Ενώ οι Τούρκοι είχαν αρχίσει γενική επίθεση κατά των Ελλήνων, ο Εμμανουήλ Παπάς έκανε έκκληση βοήθειας προς τον Υψηλάντη. Ο Δημήτριος Υψηλάντης, σε γράμμα του προς τον Παπά στις 15 Ιουνίου 1821, τον συγχαίρει βέβαια, για τον πατριωτικό του ζήλο, του λέει όμως, πως "ανάγκη πάσα να καταβάλει έκαστος το κατά δύναμιν". Τα πλοία λοιπόν, που όλοι ζητούσαν, δεν ερχόντουσαν. Αλλά και στο στράτευμα η κατάσταση δεν είναι καλύτερη. Οι προσπάθειες του Εμ. Παπά είναι υπεράνθρωπες. Ενεργεί για να ξεσηκώσει σε επανάσταση και τους Έλληνες της κεντρικής και δυτικής Μακεδονίας. Οι κλεφταρματολοί όμως των περιοχών είναι διστακτικοί. Η κατάρρευση πλησιάζει.
Οι επιτυχίες του Εμμανουήλ Παπά στην Κασσάνδρα και η διάθεση όλης της προσωπικής του περιουσίας για τον αγώνα δεν έσωσαν το επαναστατικό κίνημα. Ο Εμμανουήλ Παπάς έχει βέβαια οπαδούς αφοσιωμένους σ' αυτόν, έχει όμως και πολλούς που τον αντιμάχονται και φιλονικούν μαζί του: μοναχοί, πρόκριτοι, κάτοικοι καταπονημένοι από την προσφυγιά και την αγωνία για το αύριο. Έτσι, μετά την εκστρατεία του Αβδούλ Αμπούδ, η Επανάσταση της Χαλκιδικής έχει ουσιαστικά κριθεί. Στις 30 Οκτωβρίου ο Μεχμέτ Εμίν εισβάλει ακάθεκτος στην Κασσάνδρα και την καταστρέφει. Ακολουθεί η υποταγή των Αγιορειτών.
Στις 9 Νοεμβρίου 1821, οι προϊστάμενοι της Ιεράς Σύναξης απελευθερώνουν τον φυλακισμένο ως τότε στις Καριές Τούρκο διοικητή του Αγίου Όρους, Χασεκή Χαλίλ μπέη και αυτός την ίδια μέρα τους στέλνει "μουρασελέ", δικαστική απόφαση: "Εν είδει μουρασελέ σας γράφεται το παρόν εμού του Χασεκή Χαλίλ μπέη, ζαπίτου του Αγίου Όρους. Προς εσάς τους άπαντας καλογήρους του μοναστηρίου Εσφιγμένου, γνωστόν έστω υμίν ότι σήμερον απ' εδώ τες Καρές έφυγεν ο λεγόμενος Αρχοντας μετά του επαράτου και οπαδού του Νικηφόρου και ήλθον αυτούo τους οποίους να τους πιάσετε και να μας τους στείλετε ομού και τον ηγούμενόν σας. Προσέξατε καλώς να μη προφασιστήτε ακαίρως προτάσεις και ματαιολογίας, διότι εγώ κάμνω το χρέος μου όθεν και σεις δεν πρέπει να θελήσετε τον αφανισμόν σας. Ούτω ποιήσατε εξ αποφάσεως και να μοι αποκριθήτε με τον ίδιον κομιστήν".
Στις 11 Νοεμβρίου 1821 οι προϊστάμενοι 19 μονών του Αγίου Όρους στέλλουν στη μονή Εσφιγμένου το παρακάτω έγγραφο: "Εις την πανοσιότητά σας άγιοι πατέρες του ιερού κοινοβίου Εσφιγμένου. Χθες ο ενδοξότατος ημών Χασεκή αγάς μας έγραψε μουρασελέν διά να πιάσετε ενέχυρον τον Άρχοντα και τους λοιπούς καθώς και ο ίδιος σας έγραψε. Λοιπόν σας γράφομεν και ημείς οι των 20 ιερών μοναστηριών προϊστάμενοι να κάμητε το ίδιον, ομοφώνως δηλαδή, να μας τους φέρητε ενταύθα αναμφιβόλως, και τους ζητούμεν από εσάς αφεύκτως και ιδού οπού στέλλομεν επίτηδες ανθρώπους, διά να τους πάρουν. Και όσοι ακολουθούν τον Άρχοντα από τους εντοπίους πατέρας να αφήσουν τον Άρχοντα και επιστρέψουν εις τα κελιά των ει δε και φανούν παρήκοοι, θέλουν υποπέσει εις οργήν μεγάλην. Ομοίως και όσοι κοσμικοί ευρίσκονται με αυτόν όλοι να τον αφήσουν, διότι και αυτοί και όσοι άλλοι πιαστούν έχουν να παιδεύονται".
Σ' αυτές τις τραγικές στιγμές, ο Εμμανουήλ Παπάς, κινδυνεύοντας να συλληφθεί, φεύγει από τη μονή Εσφιγμένου με άλλους κοσμικούς και μοναχούς προς την ελεύθερη Ελλάδα. Μαζί του παίρνει τον γιο του Γιαννάκη - ο οποίος αργότερα σκοτώθηκε με τον Παπαφλέσσα στο Μανιάκι- και το πολύτιμο αρχείο του. Με πλοιάριο αναχώρησε για την Ύδρα, αλλά εξαντλημένος από τις κακουχίες του πολέμου και από τις συγκινήσεις της τραγικής του περιπέτειας, πέθανε από συγκοπή μέσα στο πλοιάριο ακριβώς τη στιγμή που περιέπλεε τον Καφηρέα. Η σορός του ήρωα μεταφέρθηκε στην Ύδρα και κηδεύτηκε με τιμές στρατηγού στις 5 Δεκεμβρίου 1821.
Είκοσι μέρες αργότερα, την πρώτη μέρα των Χριστουγέννων, ο Δημήτριος Υψηλάντης δίνει στους γιους του Παπά αποδεικτικό έγγραφο των αγώνων και των ευεργεσιών του προς το έθνος. Το έγγραφο αυτό, που το συνοδεύουν πάρα πολλές υπογραφές των κατοίκων της Κασσάνδρας Χαλκιδικής, είναι ο επίλογος της ιστορίας του Εμμανουήλ Παπά, που θυσίασε τα πάντα: οικογένεια, πλούτη, τρεις γιους στα πεδία των μαχών - τον Αθανάσιο στην Αταλάντη, τον Ιωάννη στο Νεόκαστρο, τον Νικόλαο στο Καματερό - και τέλος την ίδια του τη ζωή στο βωμό της ελευθερίας.
Το 1843 αναρτήθηκε στο Ελληνικό Βουλευτήριο το όνομα του ως έναν από τους πρωταγωνιστές της ελληνικής επανάστασης. Αγωνιστής του 1821, πρωτεργάτης της εξέγερσης στη Χαλκιδική, ο Εμμανουήλ Παπάς υπήρξε μία από τις αγνότερες μορφές του Αγώνα για την Ανεξαρτησία. Στις 17 Μαϊου του 1966 τα οστά του μεταφέρθηκαν στις Σέρρες και τοποθετήθηκαν στη βάση του ανδριάντα του ήρωα, την κεντρική πλατεία Ελευθερίας.
Η γενέτειρα του ήρωα Ζωντανές τις μνήμες του αγώνα του Εμμανουήλ Παπά κρατά σήμερα η ομώνυμη γενέτειρά του. Το πρώτο όνομα της Κοινότητας ήταν Δοβίστα. Υποστηρίζεται ότι αυτή η λέξη είναι λατινική. Γραπτά μνημεία δεν υπήρχαν, μέχρι την εμφάνιση του Εμμανουήλ Παπά. Είναι ένα από τα πέντε Δαρνακοχώρια, που είναι ένας κύκλος χωριών που αποτελείται από τον Εμμανουήλ Παπά, το Άγιο Πνεύμα, το Νέο Σούλι, την Πεντάπολη και το Χρυσό. Για την ονομασία γράφτηκαν πολλά. Μερικοί υποστήριξαν ότι προήλθε από τις λέξεις "Δάρι" και "Νάκκα" που εξηγούνται ως "αμέσως, τώρα". Η πιο δόκιμη, όμως, γνώμη είναι πως προήλθε από το αρχαίο βασίλειο των Δερρώνων. Για τους Δέρρωνες γράφει ορισμένα πράγματα ο πατέρας της ιστορίας μας Ηρόδοτος.
Το χωριό βρίσκεται στα πόδια του Μπόσδακα (Μενοίκιο Όρος). Γι' αυτό, από νωρίς, ανάπτυξε τον αρματολισμό και την κλεφτουριά. Οι νέοι, με τ' όνειρο στα μάτια, άρπαζαν τα' άρματα κι' ορκίζονταν στον άγιο Σκοπό. Οι πρώτοι ορκιστείς διάλεξαν το μέρος για την ασφάλειά τους από διάφορους επιδρομείς. Βρίσκεται 5χμ. βορειοανατολικά από τη σημερινή έδρα του δήμου, το Χρυσό Με πληθυσμό περίπου 1.100 κατοίκων, ο Εμμανουήλ Παπάς έχει διατηρήσει σημαντικό αριθμό δειγμάτων της παραδοσιακής Μακεδονικής Αρχιτεκτονικής, μεταξύ των οποίων το παλιό Σχολαρχείο και το πατρικό σπίτι του Εμμανουήλ Παπά, ενώ συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από τα στενά σοκάκια του.
Ο Εμμανουήλ Παπάς είναι ένας όμορφος, ιστορικός και χαρακτηρισμένος Παραδοσιακός Οικισμός. Το χωριό μπορεί να μην έχει την τόσο μεγάλη ζωντάνια όλο το χειμώνα, όπως έχουν άλλα χωριά του Δήμου, αλλά το καλοκαίρι κάθε μια νύχτα είναι σαν ένα πανηγύρι. Ο σωζόμενος ναός σήμερα, στον Εμμανουήλ Παπά, είναι ο ναός του Αγίου Αθανασίου. Είναι απλός εξωτερικά, αλλά είναι ένας ιστορικός ναός. Στις αρχές του 20ου αιώνα ο ξύλινος τρούλος αντικαταστήθηκα με σύγχρονο. Στην είσοδο, απ' το νάρθηκα στον κύριο χώρο της εκκλησίας, μια εντοιχισμένη λίθινη πλάκα δίνει χρήσιμες πληροφορίες για την ανέγερση του Χριστιανικού μνημείου.
Κατά την ιστορική παράδοση, ο Εμμανουήλ Παπάς και τα αδέρφια του μετέφεραν στους ώμους τους λίθους και τους πλίνθους και άλλη οικοδομήσιμη ύλη για το κτίσιμο του ναού. Στον παραδοσιακό οικισμό του χωριού βρίσκονται τα "Εκπαιδευτήρια της Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητος" (Σχολαρχείο), τα οποία κτίστηκαν επί τουρκοκρατίας και συγκεκριμένα το 1906. Το ιδιαίτερα καλαίσθητο κτίριο αναπαλαιώθηκε και αποτελεί σήμερα το μουσείο του Εμ. Παπά. Εγκαινιάστηκε το 2003. Σκοπός της ίδρυσης του μουσείου είναι να προβάλλει τη δράση και την προσφορά του Εμμανουήλ Παπά στην επανάσταση του 1821, και παράλληλα να παρουσιάσει στους επισκέπτες τα κυριότερα γεγονότα της επανάστασης με τους πρωταγωνιστές τους.
Διαθέτει και εκθέτει πυροβόλα όπλα της εποχής (καρυοφύλλια διαφόρων τύπων, πιστόλες, ναυτικά κανονάκια), σπάθες (πάλες), γιαταγάνια, μαχαίρια κυρτά και δίκοπα, λιθογραφίες που απεικονίζουν το λόρδο Βύρωνα, Οθωμανούς και Έλληνες πολεμιστές, παλαίτυπα βιβλία δασκάλων του Γένους (Αδαμάντιου Κοραή, Νεόφυτου Δούκα, Νεόφυτου Βάμβα, Ευγένιου Βούλγαρη), επιστολές αγωνιστών του 1821 (Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, Δημήτριου Υψηλάντη) και του Αδαμάντιου Κοραή. Επίσης, εκτίθενται διάφορα έγγραφα της εποχής του Καποδίστρια και του Όθωνα, προκηρύξεις του βουλευτικού σώματος, χρεόγραφα της Επανάστασης κ.ά.
Πηγή:
ΑΠΕ - ΜΠΕ