Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2009

Επιστολή Αβέρωφ προς Γρίβα


Ντοκουμέντα για το Κυπριακό 1


«Στρατηγέ Γρίβα,

»Μακροί πολιτικοί διπλωματικοί αγώνες, οπουδήποτε τούτο ήτο δυνατόν, αγώνες σας βεβαιώνων διεξαχθέντες με φλογεράν πίστιν και με όσην διέθετε η Κυβέρνησίς μας και η διπλωματία μας ικανότητα, με έπεισαν ότι το Κυπριακόν ευρίσκετο εις ένα δραματικόν αδιέξοδον. Είχομεν σοβαρούς, όσον και συγκεκριμένους λόγους να φοβούμεθα, ότι το αδιέξοδον τούτο θα ωδήγει εις μίαν κακίστην λύσιν. Η μη αναγνώρισις τετελεσμένων γεγονότων και η συνέχισις ακάρπων πολιτικών αγώνων δεν απετέλει διέξοδον. Τα γεγονότα θα παρέμενον τετελεσμένα και ημείς θα παρηγορούμεθα αγωνιζόμενοι...

»Ο καταπληκτικός αγών, τον οποίον εκάματε είχε προβάλει το θέμα, το είχε γεννήσει και αναθρέψει, αλλά όσον ηρωϊσμόν και ικανότητα και αν διαθέτατε δεν θα ηδύνατο να επιβάλη μόνιμον πολιτικήν λύσιν. Αντιθέτως, με την ευχέρειαν, ην είχον οι Τούρκοι, εφ’ όσον τα πράγματα έβαινον κακώς δι’ αυτούς, να μετατρέψουν μιαν επανάστασιν κατά της κατεχούσης Δυνάμεως, εις αιματηρόν διακοινοτικόν αγώνα, ήτο δυνατόν τα όπλα να ωθούσαν προς την επιβολήν μιας κακίστης διχοτομήσεως.

»Ούτω εσχημάτισα την εντύπωσιν ότι δεν απέμενε παρά μια ελπίς, ένας ελιγμός: Η συνεννόησις με τους Τούρκους και η συμφωνία επί μιας συμβιβαστικής λύσεως.

»Η προσπάθεια αύτη είχε μερικάς βασικάς δυσχερείας.

»Πρώτη και μεγαλυτέρα, η καχυποψία των Τούρκων, δικαιολογημένη ότι, ό,τιδήποτε και αν αποφασισθή, θα κάνωμεν ένα πραξικόπημα εις την κατάλληλον στιγμήν και θα κηρύξωμεν την Ένωσιν. Καθ’ ον χρόνον τούτο θα ήτο αδύνατον, θα είχομεν τους Τούρκους εις την διάθεσίν μας και θα εκάμναμε την ανεξάρτητον Κύπρον – μέσω διαφόρων συμβάσεων – μίαν αυτοδιοικουμένην Ελληνικής επαρχίαν, έχουσαν και διεθνή υπόστασιν. Επί πλέον εφοβούντο την ανάπτυξιν του κομμουνισμού εν τη νήσω, την επίδρασιν της Σοβιετικής Ενώσεως, την ενδεχομένην απειλήν εκ της νήσου – μελλοντικώς – κατά της ασφαλείας των.

»Την κάλυψιν αυτών των θεμάτων οι Τούρκοι επεδίωκαν ή δια της διχοτομήσεως ή, εν περιπτώσει ανεξαρτησίας, δια της υπάρξεως ισχυράς τουρκικής βάσεως και δια της εις ίσα μέρη κατανομής των εξουσιών.

»Ούτω ο ελιγμός – η συνεννόησις – εφαίνετο αδύνατος.

»Εχρειάσθη επίπονος εργασία, διότι η καχυποψία ήτο μεγάλη και πραγματική.

»Δεν νομίζω, ότι χρειάζεται να επεκταθώ επ’ αυτής της φάσεως, να κάμω το ιστορικόν της και να την εξηγήσω.

»Θα ήτο μακρά ιστορία. Χρειάζεται όμως να έλθω εις την ουσίαν της συμφωνίας, διότι πριν από οιονδήποτε άλλον πρέπει σεις, Στρατηγέ Γρίβα, να έχετε γνώσιν και υπεύθυνον εξήγησιν της συμφωνίας αυτής.

»Πριν το κάνω, θέλω μόνον να σας μεταδώσω ότι εις όλας τας φάσεις της προσπαθείας αυτής ετήρουν ενήμερον τον Αρχιεπίσκοπον – εμμέσως όταν ήτο εις την Νέαν Υόρκην, απ’ ευθείας μετά – και εγνώριζα επί εκάστου σημείου την τελευταίαν γραμμήν υποχωρήσεώς του. Όταν επροχωρήσαμεν, ετηρήθη ενήμερος και ο άγιος Κιτίου.

»Τέλος, μετά την Ζυρίχην, ετέθησαν υπόψιν του Αρχιεπισκόπου και αυτά ταύτα τα κείμενα της Ζυρίχης και μόνον όταν τα ενέκρινεν επιέσαμε δια πενταμερή διάσκεψιν, δεσμευθέντες και έναντι των Άγγλων.

»Δεν λέγω τούτο δια να μετατοπίσωμεν τυχόν ευθύνας, εάν υπάρχουν ευθύναι τας αποδέχεται ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως και εγώ – μόνοι ενήμεροι αρχικώς. Το λέγω όμως διότι είναι ανάγκη να διευκρινίσω ότι ουδόλως ηγνοήθησαν αι απόψεις της ηγεσίας των Ελλήνων της Κύπρου.

»Ιδού ήδη μερικαί σκέψεις επί της ουσίας των συμφωνιών, σκέψεις αι οποίαι θα ασχοληθούν ιδιαιτέρως και με τα σημεία, άτινα εξένισαν κάπως καλούς πατριώτας...

»Η Κύπρος γίνεται πράγματι ανεξάρτητος, με όλα τα κατά το διεθνές δίκαιον γνωρίσματα της ανεξαρτησίας (μέλος του ΟΗΕ, ελευθέρα εξουσία, ίδιον νόμισμα κ.λ.π.).

»Δι’ όλα τα θέματα (πλην των ως εκ της φύσεώς των ανηκόντων εις εκάστην κοινότητα – θρησκευτικά κ.ά.) την δύναμιν της αποφάσεως την έχουν μόνον οι Έλληνες, διότι αυτοί έχουν δεσπόζουσαν πλειοψηφίαν παντού (70 τοις εκατόν).

»Οι Τούρκοι της νήσου απλώς λαμβάνουν ένα μερίδιον μεγαλύτερον της αναλογίας των και ως δύναμιν έχουν μόνον εκείνην της αμύνης έναντι ωρισμένων εκ των αποφάσεων της πλειοψηφίας. Η βασικωτάτη αυτή διάκρισις ηγνοήθη από ωρισμένους επιφανειακώς κρίνοντας τα πράγματα. Παντού αποφασίζουν οι Έλληνες. Πουθενά δεν αποφασίζουν οι Τούρκοι. Ούτοι δύνανται μόνον αλλού να αναβάλλουν την απόφασιν επί 15-30 ημέρας, αλλού να ζητούν την κρίσιν δικαστηρίου υπό ουδέτερον Πρόεδρον, αλλού τέλος (εξωτερικά και συγκεκριμένα θέματα αμύνης και ασφαλείας) να ματαιώνουν την απόφασιν, όπερ σημαίνει να λαμβάνουν την απόφασιν από κοινού με τους Έλληνες.

»(Δεν σας αντιγράφω τα κείμενα, διότι είμαι βέβαιος ότι αυτά θα τα πληροφορηθήτε, λίαν προσεχώς δια του τύπου. Σας κάμνω μίαν συνθετικήν ανάλυσιν).

»Αυτά προέκυψαν κατόπιν λίαν επιπόνων διαπραγματεύσεων και οι Τούρκοι, αφού παρητήθησαν πλήρως πολλών άλλων επιπόνων αιτημάτων (χαρακτηρισμός του Κράτους ως ομοσπόνδου δια να διευκολυνθή η παραίτησις από την διχοτόμησιν, αντί νέας σημαίας, Χωριστή η Ελληνική και η Τουρκική σημαία κ.λ.π.).


»Δύο διατάξεις της εσωτερικής διαρθρώσεως εξένισαν μερικούς.

»α) Νόμοι επιβάλλοντες νέους φόρους πρέπει να έχουν υπέρ αυτών το ήμισυ των ψήφων των Ελλήνων βουλευτών –35- και το ήμισυ των Τούρκων –15. Το πράγμα παρουσιάζει μειονέκτημα. Αν όμως οι Τούρκοι θέλουν κάποιαν εξασφάλισιν έναντι κακών, ειδικώς δι’ αυτούς, φορολογιών, οι Έλληνες χρειάζονται τουλάχιστον την ιδίαν εξασφάλισιν, διότι έχουν περισσότερον πλούτον, αυτοί θα αποδίδουν περισσοτέρους φόρους και πρέπει να φοβούνται ότι συνήθως όλοι οι Τούρκοι Βουλευταί θα ψηφίσουν υπέρ των φόρων.

»β) Η δημιουργία χωριστών Δήμων εις τας 5 πόλεις αφίνω ότι ήσαν δημιουργημένοι από του Ιουνίου 1958 και ήτο δύσκολον να καταργηθούν, αφίνω το επιχείρημα ότι υπάρχουν πλείστα – δίκαια και άδικα – παράπονα των Τούρκων ότι οι Έλληνες Δήμαρχοι δεν τους προσέχουν, αφίνω ότι δεν υπάρχει συντονιστική επιτροπή εις κάθε πόλιν, αφίνω ότι το θέμα θα επανεξετεσθή μετά τετραετίαν και λέγω τούτο: Αρχιεπίσκοπος, Κιτίου και Άγγελος Βλάχος παρετήρησαν εις τον Πρωθυπουργόν και εμέ ότι:

»α) Αι Τουρκικαί συνοικίαι ήσαν .... δύσκολοι και ούτω αι Ελληνικαί θα δύνανται να νοικοκυρεύωνται χωρίς να δαπανούν δια τας δυσκόλους και πτωχάς τουρκικάς.

»β) Οι ασυγκρίτως μεγαλύτεροι Ελληνικοί πόροι θα δαπανώνται μόνον δια τας Ελληνικάς συνοικίας.

»γ) Η παραβολή θα ήτο συντριπτική υπέρ ημών.

»δ) Μετά τετραετίαν ήτο σχεδόν βέβαιον ότι θα εζήτουν την συγχώνευσιν και λίαν αμφίβολον εάν οι ιδικοί μας θα την εδέχοντο. Ενώ λοιπόν επ’ αυτού διαπραγματευτικώς, επαρουσίασα επαχθή υποχώρησιν, εις την πραγματικότητα – κατά την κρίσιν αρμοδίων – περιεφρούρησα Ελληνικά συμφέροντα.

»Ας έλθω τώρα εις τα δύο σημεία των συνθηκών, τα οποία ήγειραν την περισσοτέραν συζήτησιν.

»Η συνθήκη εγγυήσεων της ανεξαρτησίας, ακεραιότητος, θεμελιωδών διατάξεων του Συντάγματος, προβλέπει από κοινού και χωριστά το διακαίωμα επεμβάσεως των τριών δυνάμεων. Πρώτον η χωριστή παρέμβασις προβλέπεται, αφού προηγηθούν συνεννοήσεις και διαπιστωθή ότι είναι αδύνατος η κοινή παρέμβασις. Δεύτερον προβλέπεται αποκλειστικώς επί τω σκοπώ της επαναφοράς της καθεστηκυίας τάξεως. Πως είναι δυνατόν να ευσταθή ο φόβος ότι η Τουρκία θα επεμβαίνη με το τίποτα;

»Πρώτον, δεν θα το κάμη, διότι δεν θα θέλη να εκτεθή και διότι υπάρχει και πνεύμα και ανάγκη Ελληνοτουρικής συνεργασίας.

»Δεύτερον διότι γνωρίζει ότι επί τόπου θα υπάρχη Πρέσβυς της Ελλάδος και άλλοι Πρέσβεις και δυνατότης προσφυγής εις αρμόδια διεθνή όργανα (Συμβούλιον Ασφαλείας κτλ). Αν πρόκειται να το κάμη δια να εύρη αφορμήν πολέμου, τότε πρόκειται περί περιπτώσεως δυνάμεως και τον πόλεμον τον κάμνει με οιανδήποτε αφορμήν. Αν όμως εχρειάζετο την έγκρισιν της Ελλάδος δια παρέμβασιν (η από κοινού παρέμβασις δεν έτυχε της παραμικράς επικρίσεως), τότε δεν έχει δύναμιν αμύνης εναντίον πραξικοπήματος, το οποίον θα ηυνόει η Ελλάς, και τούτο αποτελεί τον εφιάλτην της.

»Στοιχειώδης καλή πίστις και στοιχειώδης παροχή εγγυήσεων διατηρήσεως της καθεστηκυίας τάξεως επέβαλον να παραχωρηθή το δικαίωμα τούτο, το οποίον, άλλωστε, έχομεν και ημείς δια περιπτώσεις ενεργειών υπέρ της διχοτομήσεως...

»Τελευταίον σημείον επικριθέν: οι 650 Τούρκοι αξιωματικοί και στρατιώται.

»Λησμονείται πρώτον ότι μαζί με αυτούς θα υπάρχουν 950 Έλληνες αξιωματικοί και στρατιώται. Ότι παραλλήλως θα υπάρχη ολίγον μεγαλύτερος, μόνιμος Κυπριακός στρατός, ότι αυτοί θα ανήκουν εις το συμμαχικόν στρατηγείον Ελλάδος, Τουρκίας, Κύπρου και ότι του Στρατηγείου αυτού εκ περιτροπής θα αρχηγεύη αξιωματικός εκάστης χώρας, ότι δηλαδή εις κάθε τριετίαν τα δύο έτη θα αρχηγεύη ο Έλλην και ο Κύπριος αξιωματικός. Όταν η τουρκία από ετών και αμετακινήτως εζήτει ισχυράν τουρκικήν βάσιν και όταν τούτο απετέλει τον ένα εκ των τριών-τεσσάρων ακρογωνιαίων λίθων της προσπαθείας της, είναι τόσον δυσάρεστος ο συμβιβασμός που επιτυγχάνεται επ’ αυτής της βάσεως;

»Άλλωστε, πρέπει να σκεφθώμεν ότι η Δημοκρατία της Κύπρου, ως μικρόν Κράτος, δεν δύναται να έχη μεγάλον στρατόν. Θα πρέπη να έχη μικρόν και καλόν στρατόν. Αλλά εις τα Αγγλικάς βάσεις θα υπάρχουν αγγλικά στρατεύματα. Θέματα αμύνης και ασφαλείας δυνατόν να προκύψουν. Δεν συμφέρει να έχη μίαν μικράν συμμαχικήν δύναμιν, της οποίας ανά διετίαν θα αρχηγεύη η ιδία και εις την οποίαν οι Έλληνες θα είναι κατά 50% περισσότεροι των Τούρκων;

»Αλλά όλα αυτά τα «σημεία αντιστάσεως» και άλλα, τα οποία εγώ ο ίδιος θα ηδυνάμην να επισημάνω, εις όσουν δεν τα επρόσεξαν, δεν σταματούν την ικανοποίησίν μου δια τους εξής λόγους: Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι επετύχαμε μίαν λύσιν συμβιβασμού, αλλά η λύσις αυτή, πρώτον μας απαλλάσσει από επικινδύνους και ίσως και απροβλέπτους εξελίξεις, τας οποίας δεν είχαμε τα πολιτικά μέσα δια να καταπολεμήσωμεν· δεύτερον, φέρει την άμεσον άρσιν της Βρετανικής κυριαρχίας (πλην των Βάσεων), όπερ εθεωρείτεο μέχρι χθες πάρα πολύ δύσκολον, αν μη αδύνατον· τρίτον, δια πρώτην φοράν εις την τρισχιλιετή ιστορίαν της Κύπρου, την καθιστά ανεξάρτητον, την δίδει εις τους κατοίκους της και της δημιουργεί προϋποθέσεις μιας ελευθέρας ζωής και ελευθέρας προσπαθείας ευημερίας· τέταρτον, με πληθυσμόν, εις τον οποίον οι Έλληνες αντιπροσωπεύουν το 78%, με αναλογίαν σταθερώς αυξανομένην, με ικανότητας των Ελλήνων περισσοτέρας από εκείνας των άλλων και με θέσιν των εις την διοίκησιν απολύτως δεσπόζουσαν, εύκολα βλέπει κανείς μίαν νήσον, εις την οποίαν η Ελλάς κάθε άλλο παρά πρόκειται να σβήνη. Το αντίθετον θα συμβαίνη.

»Εάν η αναπότρεπτος ανάγκη λύσεως συμβιβασμού επέβαλε παραδοχήν μερικών «σημείων αντιστάσεως», νομίζω ότι τα ανταλλάγματα είναι, πράγματι, μεγάλα και ιστορικής σημασίας δια την Κύπρον και δια τον Ελληνισμόν.

»Δεν θέλω να ασχοληθώ με την ευρυτέραν σημασίαν της αποκαταστάσεως των Ελληνοτρουκικών σχέσεων, με τας καλυτέρας ημέρας που ανατέλλουν δια τον πολύτιμον Ελληνισμόν της Κων/λεως και με άλλα ακόμη παραπλήσια, πλην σοβαρά δια την Ελλάδα θέματα.

»Θέλω να περιορισθώ εις όσα αφορούν αμέσως την ιδίαν την Κύπρον, διότι αισθάνομαι την υποχρέωσιν, όπως, αυτήν την ιστορικήν στιγμήν, είπω προς σας, Στρατηγέ Γρίβα, ότι ο απίστευτος αγών σας απέδωσε πολλά τα καλά δια την προσφιλή γενέτειράν σας.

»Επιθυμώ να προσθέσω ότι ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως κ. Καραμανλής, ο οποίος από της αρχής ολοψύχως ηγωνίσθη δια το Κυπριακόν, συμμερίζεται πληρέστατα τας απόψεις αυτάς. Επί τη ευκαιρία δε της επιστολής μου αυτής μου εζήτησε να σας διαβιβάσω μαζί με τα αισθήματά του τιμής και αγάπης και μίαν άλλην διαβεβαίωσίν του: Ουδέν θα συμφωνηθή οριστικώς αν δεν τακτοποιηθή το θέμα των αγωνιστών της ΕΟΚΑ. Εις την Ζυρίχην συνεφωνήθη – και οι Τούρκοι τηρούν πλήρως την συμφωνίαν – όπως υποστηρίξωμεν γενικήν αμνηστίαν άμα τη υπογραφή των συμφωνιών. Ήδη συνηντήσαμεν δυσχερείας, αλλά τας υπερπηδήσαμεν. Απομένει μόνον εκείνη η αφορώσα τους καταδικασθέντας δια φόνους ή τραύματα, ήτις δημιουργεί διαφόρους δυσκολίας εις τους Βρετανούς, αλλά νομίζω ότι θα ευρεθή ικανοποιητικόν «μόντους βιβέντι». Όπως αντιλαμβάνεσθε, έθεσα και προσωπικόν θέμα ιδικόν σας, επ’ αυτού φροντίζω όπως άλλος σας μεταδώση λεπτομερείας.

»Περιττεύει βεβαίως να σας είπω ότι θα με ενδιέφερεν ιδιαιτέρως να έχω τας απόψεις υμών, του σημαντικωτέρου και ηρωϊκωτέρου παράγοντος του Κυπριακού αγώνος.

Λονδίνον 18-2-1959.
Με βαθύτατη τιμή και αγάπη
Ε. Αβέρωφ – Τοσίτας.»

Δεν υπάρχουν σχόλια: