Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

ΜΙΝΙΟΝ: H ιστορία ενός θρύλου μιας άλλης εποχής


Δήμητρα Δρακάκη

Και τα καταστήματα έχουν ψυχή. Και ιστορία. Ειδικά έαν φέρεις τον τίτλο του μεγαλύτερου και πιο λαμπερού πολυκαταστήματος που την είσοδο του πέρασαν εκατομύρια Έλληνες. Το σύμβολο των παιδικών ονείρων μιας άλλης εποχής που πέρασε οριστικά.

Το κτίριο που καλύφθηκε στις φλόγες το Δεκέμβριο του 1980 και έκτοτε παραδόθηκε στη λήθη, επρόκειτο θεωρητικά να συγκεντρώσει τις διάσπαρτες υπηρεσίες του υπουργείου Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής που μέχρι σήμερα στεγάζονται σε 28 κτίρια και κοστίζουν σε ενοίκια 6 εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Με τη μεταφορά τους στο ΜΙΝΙΟΝ το κόστος θα "κατέβαινε" στις 180.000 ευρώ μηνιαίως.
Τελικά όλα παρέμειναν ασκήσεις επί χάρτου όπως γίνεται της περισσότερες φορές στην Ελλάδα. Πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι η μεταφορά του υπουργείου στο ΜΙΝΙΟΝ δεν θα υλοποιηθεί...


Τα σχέδια του ΥΠΕΚΑ που έμειναν...σχέδια

Ο ισχυρός άνδρας Δημήτρης Κουτσιολούτσος πρόεδρος του Δ.Σ του ομίλου FolliFollie που είναι η ιδιοκτήτρια εταιρεία του κτιρίου, είχε σκοπό να επαναλειτουργήσει το Μινιόν δημιουργώντας ένα νέο πολυκατάστημα εκεί . Όμως η υποβάθμιση του κέντρου και η πτώση του τζίρου στην Αθήνα τον οδήγησε σε μια διαφορετική απόφαση.

Έτσι μέσα σε εννέα μήνες θα πρέπει να είχε  μεταφερθεί το σύνολο των υπηρεσιών του ΥΠΕΚΑ στο κτίριο και ο ιδιοκτήτης θα έπρεπε να έχει διαμορφώσει το χώρο εσωτερικά και εξωτερικά σύμφωνα με τις απαιτήσεις του ΥΠΕΚΑ.  Το έξοδα αυτής της ανακαίνισης ήταν 10 εκατ. ευρώ. Την αναδόμηση της πρόσοψης είχε αναλάβει το αρχιτεκτονικό γραφείο Κοκκίνου-Κούρκουλα. Αλλά είπαμε, όλα έμειναν στα σχέδια.

ΜΙΝΙΟΝ: H iστορία του εικοστού αιώνα

Για πολλά χρόνια το όνομα του πολυκαταστήματος συνδέθηκε με την έξαρση του εμπορίου, την οικονομική ευημερία των Ελλήνων. Σημείο αναφοράς στο κέντρο έδινε ζωή στην πόλη και χρώμα, ειδικά κατά την περίοδο των γιορτών.

Το Μινιόν δημιουργήθηκε από ένα φτωχό χωριατόπαιδο, τον Ιωάννη Γεωργακά, ο οποίος εξέλιξε το ΜΙΝΙΟΝ από περίπτερο, στο πρώτο μεγαλύτερο πολυκατάστημα της Ελλάδας. Γεννημένος το 1913 στη Μεσσηνιακή Τριφυλία, από φτωχή οικογένεια, ο Γεωργακάς στα 13 του καταφθάνει μόνος στην Αθήνα για να αναζητήσει καλύτερη τύχη. Αρχικά εργάζεται στο μπακάλικο ενός θείου του, ως σερβιτόρος, μικροπωλητής, πλασιέ και άλλες δουλειές του ποδαριού..

Ο νεαρός όμως δεν είναι ικανοποιημένος από αυτές τις δουλειές και πείθει τον Άγγελο Σεραφειμίδη, ιδιοκτήτη ενός μικρού περιπτέρου στην Ομόνοια, να συνεταιριστούν. Ξεκινάνε να δουλεύουν μαζί το Μινιόν, που το αποκαλούσαν έτσι επειδή ήταν πολύ μικρό. Έχουν πολλές πρωτοποριακές και συμφέρουσες ιδέες για την εποχή. Χαρακτηριστικά ο Γεωργακάς αναφέρει στη βιογραφία του ότι «Πουλούσαμε πακετάκια με δέκα λάμες, αντί να πουλάμε ένα-ένα τα ξυραφάκια, σε καλές τιμές. Για τον κοσμάκη, αυτό ήταν μεγάλη οικονομία» Επιπλέον διέθετε μεγαλύτερη γκάμα προϊόντων από τα κοινά περίπτερα όπως τσιγάρα, είδη καπνού, εφημερίδες, γυαλιά, στυλό και άλλα χρηστικά μικροαντικείμενα.

Σύντομα επεκτείνουν την επιχείρηση του ανοίγοντας ακόμη ένα περίπτερο. Μετά την κατοχή όμως αποφασίζουν να κάνουν το μεγάλο άλμα ανοίγοντας το Μινιόν το 1944 στην οδό Πατησίων. Μετά το τέλος της  Κατοχής, οι δύο συνέταιροι κάνουν το μεγάλο βήμα ανοίγοντας το κατάστημα  Μινιόν στην οδό Πατησίων. Απέναντι ακριβώς τους αντιγράφει αποτυχημένο το κατάστημα «Μπιζού». Στα επόμενα δέκα χρόνια, ο Σεραφειμίδης φεύγει στην Αμερική και αποχωρεί από την επιχείρηση. Μόνος του πια ο Γεωργακάς ενισχύσει το μονοπώλιο του, παίρνοντας άδεια εξαγωγής ελληνικών προϊόντων και εισαγωγής ξένων και αγοράζοντας ένα μπλοκ πέντε δεκαώροφων κτιρίων στο τετράγωνο Πατησίων και Σατωβριάνδου.


Τη δεκαετία του ’70, το Μινιόν έχει πια καθιερωθεί ως ένα τεράστιο σύγχρονο πολυκατάστημα, καταλαμβάνοντας την ενδέκατη θέση ανάμεσα στα μεγαλύτερα σε μέγεθος καταστήματα σε όλη την Ευρώπη. Εκεί μπορεί να βρει κανείς τα πάντα: από ξυραφάκια και τρόφιμα μέχρι ηλεκτρονικά και αυτοκίνητα, κάνοντας τους επαρχιώτες να συρρέουν στο επιβλητικό κτίριο της Ομόνοιας.Ειδικά τα Χριστούγεννα το «μεγαλύτερο μεγάλο κατάστημα» όπως το αποκαλούσε ο ιδιοκτήτης του, φορούσε τα καλά του και άνοιγε τον τελευταίο όροφο αποκλειστικά και μόνο για τα μικρά παιδιά. Τραβούσαν από το χέρι τους γονείς τους για να φωτογραφηθούν με τον  Άγιο Βασίλη και να δουν από κοντά  τους ήρωες της φαντασίας τους.

Το Μινιόν κατοχύρωσε τα δικά του επιτεύγματα  στην αγοραστική δύναμη της πόλης: για  πρώτη φορά συναντάμε κυλιόμενες σκάλες μέσα σε κατάστημα, χρησιμοποιεί υπολογιστές, εισάγει τη λίστα αγορών και τη λίστα γάμου και τις εκπτωτικές κάρτες μέλους, εγκαθιστά κλιματιστικό καθώς και στο εσωτερικό του λειτουργούν κομμωτήριο, καφετέρια, εστιατόριο, μπαρ, ακόμα και ταξιδιωτικό γραφείο. Η διαφήμιση  περνάει στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο και τα παζάρια απαγορεύονται.

Η πυρκαγιά και οι...προλετάριοι

Παραμονές Χριστουγέννων του 1980 το στολισμένο Μινιόν πέφτει θύμα  εμπρησμού, γεγονός το οποίο σηματοδοτεί την αρχή του τέλους του. Στις 3 μετά τα μεσάνυχτα, ημέρα Παρασκευή, ακούγονται εκρήξεις και τα πολυκαταστήματα (Μινιόν και Κατράντζος) τυλίγονται στις φλόγες, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, όπως περιγράφουν αυτόπτες μάρτυρες.

Η πυρκαγιά ξεκινά από τους πάνω ορόφους, όπου βρίσκονται τα εύφλεκτα υλικά, γεγονός που βεβαιώνει ότι πρόκειται για εμπρησμό.Η ηλεκτροδότηση στην περιοχή της Ομόνοιας διακόπτεται, καθώς πέφτουν οι κολώνες της ΔΕΗ. Σαράντα δύο οχήματα με 135 άνδρες της πυροσβεστικής και όλοι οι μαθητές της Πυροσβεστικής σχολής σπεύδουν στο σημείο. Από το «Μινιόν» σώζεται μόνο ο σκελετός του κτιρίου ενώ το «Κατράντζος» καταρρέει. Η πυροσβεστική υπολογίζει ότι οι ζημίες ανέρχονται στα 2 δισ. δραχμές.


Με μια προκήρυξη που φτάνει στις εφημερίδες, στις 22 Δεκεμβρίου, η οργάνωση «Επαναστατική Οργάνωση Οκτώβρης 80» αναλαμβάνει την ευθύνη του εμπρησμού. Μεταξύ άλλων, στην προκήρυξη αναφερόταν ότι «κάθε επιχείρηση, έτσι και αυτές στηρίζονται στην εκμετάλλευση των προλετάριων. Τα αφεντικά εκμεταλλεύονται την ανάγκη των προλετάριων να έχουν ένα εισόδημα για να ζήσουν και τους στριμώχνουν στο μεροκάματο, την αλλοτρίωση και τη μιζέρια».

Από την φωτιά μένει όρθιος μόνον ο σκελετός του κτιρίου. Με δάνεια αποκαθιστούνται οι ζημιές στο κτίριο και το κατάστημα επαναλειτουργεί, αλλά τελικά το 1983 κρατικοποιείται η επιχείρηση, αφού εντάσσεται στις λεγόμενες «προβληματικές επιχειρήσεις».  Εξακολουθεί να παραμένει στάσιμο σε μια εποχή όπου οι εξελίξεις είναι ραγδαίες. Το 1998 χρεοκοπεί μιας και αντιμετωπίζει προβλήματα ρευστότητας, ανταγωνισμού, κακές σχέσεις με προμηθευτές, αλλά και την αποκάλυψη κυκλώματος εκβιασμών, που λειτουργούσε στον ημιώροφο του κτιρίου. Το κατάστημα που στην εποχή της ακμής του απασχολούσε 1.000 υπαλλήλους και διέθετε 120.000 διαφορετικά είδη περνάει στην ElmecSports η οποία πουλιέται στη συνέχεια στον όμιλο FolliFollie.

Ο Ιωάννης Γεωργακάς φεύγει από τη ζωή το 2002 σε ηλικία 90 ετών.

Πηγή: TheInsider

Δεν υπάρχουν σχόλια: