Του Δημήτρη Δελεβέγκου
Κέρδισαν την μάχη με τη Λερναία Ύδρα της ελληνικής γραφειοκρατίας, ξεπέρασαν τον σκόπελο της χρηματοδότησης, θα καταφέρουν άραγε να αντιμετωπίσουν το Συμβούλιο της Επικρατείας; Ο λόγος για τους επενδυτές της Ελληνικός Χρυσός Α.Ε. και της European Goldfields οι οποίοι για να επενδύσουν στην Ελλάδα σε πρώτη φάση 300 εκατομμύρια ευρώ και σε διάστημα 30ετίας περίπου 2 δισ. ευρώ θα πρέπει να αναμετρηθούν με την ελληνική δικαιοσύνη.
Και αυτό διότι 81 άτομα (μεταξύ των οποίων αγροτικοί συνεταιρισμοί) υπέβαλαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας αίτηση ακύρωσης της κοινής απόφασης των υπουργείων Περιβάλλοντος, Ανάπτυξης, Υγείας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Πολιτισμού βάσει της οποίας αδειοδοτήθηκε η υλοποίηση του έργου των μεταλλευτικών και μεταλλουργικών εγκαταστάσεων στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής.
Σύμφωνα με τους νομικούς, η αίτηση ακύρωσης δεν συνεπάγεται την αναστολή της υλοποίησης μίας επένδυσης, οπότε οι επενδυτές βρίσκονται σε αναμονή των επόμενων νομικών «όπλων» που θα χρησιμοποιήσει η «ομάδα των 81».
«Ληστρική επένδυση»
Στην μία εκ των δύο προσφυγών (9/11/2011) οι προσφεύγοντες (περιβαλλοντικά σωματεία, αγροτικοί συνεταιρισμοί και κάτοικοι της Χαλκιδικής) επισημαίνουν χαρακτηριστικά ότι η επένδυση συνιστά «μία ληστρική, τριτοκοσμικού τύπου εκμετάλλευση εθνικού πλούτου».
Όπως υποστηρίζουν το project αντίκειται στο άρθρο 106 του Συντάγματος για τη βιώσιμη αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου αλλά και στο 24 που «καθιερώνει την υποχρέωση του κράτους για προληπτική και αποκαταστατική δράση στην προστασία του περιβάλλοντος».
Οι προσφεύγοντες αναφέρουν επίσης ότι το «εθνικό ταμείο δεν θα εισπράξει ούτε ένα ευρώ», ενώ επικεντρώνονται και στην διαδικασία με την οποία περιήλθαν στην κυριότητα των επενδυτών τα μεταλλεία στο Στρατώνι, τις Σκουριές και την Ολυμπιάδα Χαλκιδικής.
Βέβαια, όπως έχει αναφέρει στο παρελθόν το Capital.gr, η παραχώρηση των μεταλλευτικών κοιτασμάτων για έρευνα και εκμετάλλευση που γίνεται άνευ τιμήματος πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της σύμβασης μεταβίβασης που περιλαμβάνεται στο ν.3220/2004.
Επίσης στη δεύτερη προσφυγή αναφέρεται ότι τα προσδοκώμενα οφέλη για την εθνική οικονομία και την κοινωνία «εξαντλούνται στην ενίσχυση της απασχόλησης, τη βελτίωση των εισοδημάτων, την είσπραξη φόρων και την εισαγωγή συναλλάγματος (τα δύο τελευταία σχετίζονται κυρίως με την αποδοτικότητα της ιδιωτικής επένδυσης πρωτίστως για τον ίδιο τον επενδυτή και δευτερευόντως για το δημόσιο συμφέρον)».
Ζώνη Natura
Στο κείμενο της πρώτης προσφυγής αναφέρεται επίσης ότι οι εγκαταστάσεις της επένδυσης «περικυκλώνονται από τόπους που έχουν ενταχθεί στο ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο Natura 2000 και συγκεκριμένα από την ειδική ζώνη διατήρησης του όρους Χολομώντας».
Οι προσφεύγοντες επικαλούνται σειρά κοινοτικών οδηγιών, όπως η 2001/42 και η 92/43/ΕΟΚ, βάσει των οποίων θα πρέπει να υπάρχει σαφές σχέδιο και πρόγραμμα με σκοπό την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης.
Στο κείμενο της προσφυγής επισημαίνεται επίσης ότι τα συναρμόδια υπουργεία δεν αξιολόγησαν τις επιπτώσεις από την μετακίνηση των ειδών που ενδημούν στον χώρο της επένδυσης σε όμορες αυτής περιοχές.
«Η μετακίνηση λοιπόν των ειδών στις περιοχές αυτές σημαίνει συνωστισμό των ειδών της πανίδας και αύξηση του ανταγωνισμού, αλλά κυρίως συρρίκνωση του ζωτικού τους χώρου!»
Υποστηρίζουν ακόμη ότι η επένδυση παρουσιάζει μεγάλες ανάγκες σε νερό, ενώ για την υλοποίησή της θα πρέπει να αποψιλωθεί δασική έκταση.
Και η δεύτερη προσφυγή (11/11) κάνει λόγο για ενδεχόμενες περιβαλλοντικές επιπτώσεις στο Δίκτυο Natura 2000 και για παραβίαση των κατευθύνσεων του χωροταξικού σχεδιασμού. Οι 48 προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι τα συναρμόδια υπουργεία δεν εκτίμησαν σφαιρικά «τις σωρευτικές, συνεργειακές, βραχυ-μέσο-μακροπρόθεσμες, μόνιμες και προσωρινές επιπτώσεις που ενδέχεται» να προκληθούν από την επένδυση.
Επισημαίνουν ότι στην περιοχή της επένδυσης υπάρχουν αρκετά σπάνια ή απειλούμενα είδη της χλωρίδας, 153 είδη της πανίδας και της ορνιθοπανίδας και τρία που ανήκουν στα κρισίμως κινδυνεύοντα. Υπάρχουν επίσης, «40 θηλαστικά από τα οποία 10 περιλαμβάνονται στη σύμβαση της Βέρνης και 18 που περιλαμβάνονται στη σύμβαση της Βόννης».
Ταυτότητα
Όπως επισημαίνεται στο κείμενο της δεύτερης προσφυγής, οι αιτούντες την αίτηση ακύρωσης της ΚΥΑ έχουν ιδιοκτησίες ή δραστηριοποιούνται επαγγελματικά κυρίως σε τουριστικές ή αγροτικές επιχειρήσεις πλησίον των χώρων όπου πρόκειται να ασκηθούν οι εγκριθείσες - μεταλλευτικές δραστηριότητες.
Ας σημειωθεί ότι στην λίστα των 48 προσφευγόντων ανήκουν επτά συνταξιούχοι, δύο ξενοδόχοι, μία μεσίτρια, μία ιδιοκτήτρια ενοικιαζόμενων δωματίων ένας πλοιοκτήτης, πολιτικοί μηχανικοί, ένας υπάλληλος του ΟΣΕ, ένας εκπαιδευτικός, ελεύθεροι επαγγελματίες και ορισμένοι κάτοικοι.
dimitris.delevegos@capital.gr
Κέρδισαν την μάχη με τη Λερναία Ύδρα της ελληνικής γραφειοκρατίας, ξεπέρασαν τον σκόπελο της χρηματοδότησης, θα καταφέρουν άραγε να αντιμετωπίσουν το Συμβούλιο της Επικρατείας; Ο λόγος για τους επενδυτές της Ελληνικός Χρυσός Α.Ε. και της European Goldfields οι οποίοι για να επενδύσουν στην Ελλάδα σε πρώτη φάση 300 εκατομμύρια ευρώ και σε διάστημα 30ετίας περίπου 2 δισ. ευρώ θα πρέπει να αναμετρηθούν με την ελληνική δικαιοσύνη.
Και αυτό διότι 81 άτομα (μεταξύ των οποίων αγροτικοί συνεταιρισμοί) υπέβαλαν στο Συμβούλιο της Επικρατείας αίτηση ακύρωσης της κοινής απόφασης των υπουργείων Περιβάλλοντος, Ανάπτυξης, Υγείας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Πολιτισμού βάσει της οποίας αδειοδοτήθηκε η υλοποίηση του έργου των μεταλλευτικών και μεταλλουργικών εγκαταστάσεων στην Κασσάνδρα Χαλκιδικής.
Σύμφωνα με τους νομικούς, η αίτηση ακύρωσης δεν συνεπάγεται την αναστολή της υλοποίησης μίας επένδυσης, οπότε οι επενδυτές βρίσκονται σε αναμονή των επόμενων νομικών «όπλων» που θα χρησιμοποιήσει η «ομάδα των 81».
«Ληστρική επένδυση»
Στην μία εκ των δύο προσφυγών (9/11/2011) οι προσφεύγοντες (περιβαλλοντικά σωματεία, αγροτικοί συνεταιρισμοί και κάτοικοι της Χαλκιδικής) επισημαίνουν χαρακτηριστικά ότι η επένδυση συνιστά «μία ληστρική, τριτοκοσμικού τύπου εκμετάλλευση εθνικού πλούτου».
Όπως υποστηρίζουν το project αντίκειται στο άρθρο 106 του Συντάγματος για τη βιώσιμη αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου αλλά και στο 24 που «καθιερώνει την υποχρέωση του κράτους για προληπτική και αποκαταστατική δράση στην προστασία του περιβάλλοντος».
Οι προσφεύγοντες αναφέρουν επίσης ότι το «εθνικό ταμείο δεν θα εισπράξει ούτε ένα ευρώ», ενώ επικεντρώνονται και στην διαδικασία με την οποία περιήλθαν στην κυριότητα των επενδυτών τα μεταλλεία στο Στρατώνι, τις Σκουριές και την Ολυμπιάδα Χαλκιδικής.
Βέβαια, όπως έχει αναφέρει στο παρελθόν το Capital.gr, η παραχώρηση των μεταλλευτικών κοιτασμάτων για έρευνα και εκμετάλλευση που γίνεται άνευ τιμήματος πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της σύμβασης μεταβίβασης που περιλαμβάνεται στο ν.3220/2004.
Επίσης στη δεύτερη προσφυγή αναφέρεται ότι τα προσδοκώμενα οφέλη για την εθνική οικονομία και την κοινωνία «εξαντλούνται στην ενίσχυση της απασχόλησης, τη βελτίωση των εισοδημάτων, την είσπραξη φόρων και την εισαγωγή συναλλάγματος (τα δύο τελευταία σχετίζονται κυρίως με την αποδοτικότητα της ιδιωτικής επένδυσης πρωτίστως για τον ίδιο τον επενδυτή και δευτερευόντως για το δημόσιο συμφέρον)».
Ζώνη Natura
Στο κείμενο της πρώτης προσφυγής αναφέρεται επίσης ότι οι εγκαταστάσεις της επένδυσης «περικυκλώνονται από τόπους που έχουν ενταχθεί στο ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο Natura 2000 και συγκεκριμένα από την ειδική ζώνη διατήρησης του όρους Χολομώντας».
Οι προσφεύγοντες επικαλούνται σειρά κοινοτικών οδηγιών, όπως η 2001/42 και η 92/43/ΕΟΚ, βάσει των οποίων θα πρέπει να υπάρχει σαφές σχέδιο και πρόγραμμα με σκοπό την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης.
Στο κείμενο της προσφυγής επισημαίνεται επίσης ότι τα συναρμόδια υπουργεία δεν αξιολόγησαν τις επιπτώσεις από την μετακίνηση των ειδών που ενδημούν στον χώρο της επένδυσης σε όμορες αυτής περιοχές.
«Η μετακίνηση λοιπόν των ειδών στις περιοχές αυτές σημαίνει συνωστισμό των ειδών της πανίδας και αύξηση του ανταγωνισμού, αλλά κυρίως συρρίκνωση του ζωτικού τους χώρου!»
Υποστηρίζουν ακόμη ότι η επένδυση παρουσιάζει μεγάλες ανάγκες σε νερό, ενώ για την υλοποίησή της θα πρέπει να αποψιλωθεί δασική έκταση.
Και η δεύτερη προσφυγή (11/11) κάνει λόγο για ενδεχόμενες περιβαλλοντικές επιπτώσεις στο Δίκτυο Natura 2000 και για παραβίαση των κατευθύνσεων του χωροταξικού σχεδιασμού. Οι 48 προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι τα συναρμόδια υπουργεία δεν εκτίμησαν σφαιρικά «τις σωρευτικές, συνεργειακές, βραχυ-μέσο-μακροπρόθεσμες, μόνιμες και προσωρινές επιπτώσεις που ενδέχεται» να προκληθούν από την επένδυση.
Επισημαίνουν ότι στην περιοχή της επένδυσης υπάρχουν αρκετά σπάνια ή απειλούμενα είδη της χλωρίδας, 153 είδη της πανίδας και της ορνιθοπανίδας και τρία που ανήκουν στα κρισίμως κινδυνεύοντα. Υπάρχουν επίσης, «40 θηλαστικά από τα οποία 10 περιλαμβάνονται στη σύμβαση της Βέρνης και 18 που περιλαμβάνονται στη σύμβαση της Βόννης».
Ταυτότητα
Όπως επισημαίνεται στο κείμενο της δεύτερης προσφυγής, οι αιτούντες την αίτηση ακύρωσης της ΚΥΑ έχουν ιδιοκτησίες ή δραστηριοποιούνται επαγγελματικά κυρίως σε τουριστικές ή αγροτικές επιχειρήσεις πλησίον των χώρων όπου πρόκειται να ασκηθούν οι εγκριθείσες - μεταλλευτικές δραστηριότητες.
Ας σημειωθεί ότι στην λίστα των 48 προσφευγόντων ανήκουν επτά συνταξιούχοι, δύο ξενοδόχοι, μία μεσίτρια, μία ιδιοκτήτρια ενοικιαζόμενων δωματίων ένας πλοιοκτήτης, πολιτικοί μηχανικοί, ένας υπάλληλος του ΟΣΕ, ένας εκπαιδευτικός, ελεύθεροι επαγγελματίες και ορισμένοι κάτοικοι.
dimitris.delevegos@capital.gr
Πηγή: Capital
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου