Του Θανου Nτοκου - Γενικού διευθυντή του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Η πρόσφατη έκθεση της STRATFOR (The geopolitics of Greece: A sea at heart) προκάλεσε προβληματισμό στην Αθήνα. Δικαιολογημένα άραγε; Θα πρέπει να αναζητήσει κανείς τα συμφέροντα που προωθεί η συγκεκριμένη εξαιρετικά «δικτυωμένη» εταιρεία μελετών. Η έκθεση για την Ελλάδα παραθέτει τα γεωγραφικά και οικονομικά χαρακτηριστικά και αξιολογεί τη γεωστρατηγική αξία του ελλαδικού χώρου από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στη στρατηγική σημασία του Αιγαίου και της Κύπρου. Διατυπώνεται η εκτίμηση ότι μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, αλλά και τις νατοϊκές επιχειρήσεις στο Κοσσυφοπέδιο το 1999 η Ελλάδα έχασε την αξία της ως στρατηγικός σύμμαχος, ενώ η έκθεση αποδίδει την υπερχρέωση της Ελλάδας στις υπέρογκες αμυντικές δαπάνες για την εξισορρόπηση της τουρκικής απειλής.
Η πρόβλεψη για το μέλλον είναι ιδιαίτερα απαισιόδοξη: οικονομική χρεοκοπία και σημαντικές κοινωνικές εντάσεις. Η καταληκτική διαπίστωση είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα -αποτελεί ενδεχομένως τον λόγο σύνταξης της έκθεσης- αφού εκτιμάται ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να διατηρήσει τον έλεγχο του Αιγαίου χωρίς έναν εξωτερικό «προστάτη». Δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να μαντέψει κανείς ποια χώρα έχουν στο μυαλό τους οι συντάκτες της έκθεσης. Ως εδώ τίποτε πραγματικά καινούργιο, αφού τα περισσότερα από όσα έχουν γραφτεί τους τελευταίους μήνες για την ελληνική κρίση εξυπηρετούν οικονομικά ή πολιτικά συμφέροντα. Αυτοί είναι οι κανόνες του παιχνιδιού, είτε μας αρέσει, είτε όχι.
Οσον αφορά τη συγκεκριμένη έκθεση, κανείς μπορεί να διαφωνήσει με πολλά στοιχεία της, πλην ενός: ότι η Ελλάδα έχει αρνητική εικόνα διεθνώς, στερείται διπλωματικού κεφαλαίου, περιφερειακού ρόλου και στρατηγικής χρησιμότητας, ενώ παράλληλα καλείται να ασκήσει εξωτερική πολιτική χωρίς οικονομικούς πόρους, χωρίς προφανείς -και σχετικά ανιδιοτελείς- συμμάχους και με σημαντικά ανοιχτά ζητήματα. Το πρόβλημα δεν ξεκινά με την οικονομική κρίση, αλλά διογκώνεται λόγω αυτής. Το στρατηγικό βάρος [=στρατηγική αξία ελληνικού εδάφους + περιφερειακός ρόλος, διεθνείς πρωτοβουλίες και αποτελεσματική χρήση εθνικής ισχύος] και η χρησιμότητα της χώρας στο πλαίσιο της διεθνούς πολιτικής παραμένουν εδώ και αρκετά χρόνια περιορισμένα.
Η διαδικασία στρατηγικής αναβάθμισης δεν είναι αυτόματη και απαιτείται σχεδιασμός και συστηματική προσπάθεια από ελληνικής πλευράς. Για να αναπτύξουμε μια επωφελή σχέση με την Ε.Ε., τις ΗΠΑ ή τη Ρωσία -και θα πρέπει να τις δούμε ως αλληλο-συμπληρούμενες και όχι εναλλακτικές στρατηγικές επιλογές- χρειαζόμαστε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική για τον ρόλο μας στην ευρύτερη περιοχή, χωρίς ευχολόγια, αλλά με συγκεκριμένες ενέργειες.
Η πρόκληση για την Ελλάδα είναι να αναλάβει πρωτοβουλίες έτσι ώστε να αποτελέσει ένα χρήσιμο εταίρο, διεκδικώντας παράλληλα συγκεκριμένα ανταλλάγματα στα ζητήματα υψηλής προτεραιότητας για τα ελληνικά συμφέροντα. Παράλληλα, επείγει η προσπάθεια βελτίωσης της ελληνικής εικόνας και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, προσεγγίζοντας τις χώρες που μπορούν να βοηθήσουν σε αυτή την κατεύθυνση και να επηρεάσουν κρατικούς και -ιδιαίτερα- ιδιωτικούς δρώντες.
Πηγή: Καθημερινή
Η πρόσφατη έκθεση της STRATFOR (The geopolitics of Greece: A sea at heart) προκάλεσε προβληματισμό στην Αθήνα. Δικαιολογημένα άραγε; Θα πρέπει να αναζητήσει κανείς τα συμφέροντα που προωθεί η συγκεκριμένη εξαιρετικά «δικτυωμένη» εταιρεία μελετών. Η έκθεση για την Ελλάδα παραθέτει τα γεωγραφικά και οικονομικά χαρακτηριστικά και αξιολογεί τη γεωστρατηγική αξία του ελλαδικού χώρου από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στη στρατηγική σημασία του Αιγαίου και της Κύπρου. Διατυπώνεται η εκτίμηση ότι μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, αλλά και τις νατοϊκές επιχειρήσεις στο Κοσσυφοπέδιο το 1999 η Ελλάδα έχασε την αξία της ως στρατηγικός σύμμαχος, ενώ η έκθεση αποδίδει την υπερχρέωση της Ελλάδας στις υπέρογκες αμυντικές δαπάνες για την εξισορρόπηση της τουρκικής απειλής.
Η πρόβλεψη για το μέλλον είναι ιδιαίτερα απαισιόδοξη: οικονομική χρεοκοπία και σημαντικές κοινωνικές εντάσεις. Η καταληκτική διαπίστωση είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα -αποτελεί ενδεχομένως τον λόγο σύνταξης της έκθεσης- αφού εκτιμάται ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να διατηρήσει τον έλεγχο του Αιγαίου χωρίς έναν εξωτερικό «προστάτη». Δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο να μαντέψει κανείς ποια χώρα έχουν στο μυαλό τους οι συντάκτες της έκθεσης. Ως εδώ τίποτε πραγματικά καινούργιο, αφού τα περισσότερα από όσα έχουν γραφτεί τους τελευταίους μήνες για την ελληνική κρίση εξυπηρετούν οικονομικά ή πολιτικά συμφέροντα. Αυτοί είναι οι κανόνες του παιχνιδιού, είτε μας αρέσει, είτε όχι.
Οσον αφορά τη συγκεκριμένη έκθεση, κανείς μπορεί να διαφωνήσει με πολλά στοιχεία της, πλην ενός: ότι η Ελλάδα έχει αρνητική εικόνα διεθνώς, στερείται διπλωματικού κεφαλαίου, περιφερειακού ρόλου και στρατηγικής χρησιμότητας, ενώ παράλληλα καλείται να ασκήσει εξωτερική πολιτική χωρίς οικονομικούς πόρους, χωρίς προφανείς -και σχετικά ανιδιοτελείς- συμμάχους και με σημαντικά ανοιχτά ζητήματα. Το πρόβλημα δεν ξεκινά με την οικονομική κρίση, αλλά διογκώνεται λόγω αυτής. Το στρατηγικό βάρος [=στρατηγική αξία ελληνικού εδάφους + περιφερειακός ρόλος, διεθνείς πρωτοβουλίες και αποτελεσματική χρήση εθνικής ισχύος] και η χρησιμότητα της χώρας στο πλαίσιο της διεθνούς πολιτικής παραμένουν εδώ και αρκετά χρόνια περιορισμένα.
Η διαδικασία στρατηγικής αναβάθμισης δεν είναι αυτόματη και απαιτείται σχεδιασμός και συστηματική προσπάθεια από ελληνικής πλευράς. Για να αναπτύξουμε μια επωφελή σχέση με την Ε.Ε., τις ΗΠΑ ή τη Ρωσία -και θα πρέπει να τις δούμε ως αλληλο-συμπληρούμενες και όχι εναλλακτικές στρατηγικές επιλογές- χρειαζόμαστε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική για τον ρόλο μας στην ευρύτερη περιοχή, χωρίς ευχολόγια, αλλά με συγκεκριμένες ενέργειες.
Η πρόκληση για την Ελλάδα είναι να αναλάβει πρωτοβουλίες έτσι ώστε να αποτελέσει ένα χρήσιμο εταίρο, διεκδικώντας παράλληλα συγκεκριμένα ανταλλάγματα στα ζητήματα υψηλής προτεραιότητας για τα ελληνικά συμφέροντα. Παράλληλα, επείγει η προσπάθεια βελτίωσης της ελληνικής εικόνας και αξιοπιστίας στο πλαίσιο του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, προσεγγίζοντας τις χώρες που μπορούν να βοηθήσουν σε αυτή την κατεύθυνση και να επηρεάσουν κρατικούς και -ιδιαίτερα- ιδιωτικούς δρώντες.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου