Τρίτη 16 Ιουνίου 2009

Ασκαρδαμυκτί



Ετυμολογία: από το αρχαίο ἀσκαρδάμυκτος

Επίρρημα: ασκαρδαμυκτί.
Χωρίς να ανοιγοκλείσουν τα βλέφαρα, με βλέμμα ατενές, ατενώς

Δεν υπάρχουν σχόλια: