Η «ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑ» ΤΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Το ξεκίνημα του 2015 έφερε τη χώρα μας σε κατάσταση πολιτικής ανασυγκρότησης, οικονομικής σύγχυσης και ευρωπαϊκής αναζήτησης. Η εκλογή νέας κύβερνησης άλλαξε την ατζέντα των οικονομικών συζητήσεων σχετικά με το δανεισμό της Ελλάδας από τρίτους και τη βιωσιμότητα της δημοσιονομικής δραστηριότητας της χώρας. Σε συνδυασμό με αυτό, παρατηρήθηκε η κατάρρευση της ψυχολογίας των ενεργών οικονομικά πολιτών, λόγω της υπερφορολόγησης και της μείωσης των χρηματικών αποθεμάτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα την ουσιαστική «απαγόρευση» δανεισμού του κράτους από τα ιδιωτικά και μη πιστωτικά ιδρύματα της χώρας.
Ως μοναδική λοιπόν λύση για την εισροή οικονομικής ρευστότητας στη χώρα μας, αποτελεί η συμφωνία με τους ευρωπαίους εταίρους και τα τεχνικά κλιμάκια αυτών. Μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις και χρησιμοποιώντας κυρίως ενέσεις ρευστότητας από βραχυπρόθεσμα έντοκα γραμμάτια ελληνικού δημοσίου, καταλήξαμε στο σημείο να αναγνωρίσουμε ποια είναι και τα τελευταία αγκάθια της διαπραγμάτευσης.
Η πιο σημαντική διαφωνία μεταξύ των δανειστών και της κυβέρνησης είναι ο τρόπος με τον οποίο θα επιτευχθεί οριστικά η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος. Το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας αποτελεί αγκάθι για όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων 30 ετών. Ωστόσο, κανείς δεν τόλμησε να αγγίξει το πρόβλημα στη ρίζα του, δημιουργώντας έτσι το σημερινό χάος.
Η πρώτη και βασική οικονομική παραδοχή της λειτουργίας ενός ιδεατού εθνικού ασφαλιστικού συστήματος είναι ο λόγος που εκφράζει τη σχέση μεταξύ εργαζομένων και συνταξιούχων. Ο λόγος αυτός έχει την τιμή 4/1 = 4, δηλαδή 4 εργαζόμενοι προς 1 συνταξιούχο. Κάτι τέτοιο βέβαια δε συνέβαινε στη χώρα μας ούτε κατά τη δεκαετία του ‘80. Σήμερα δε, σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) ο αριθμός των συνταξιούχων ανέρχεται σε 2,65 εκατομμύρια, οι εργαζόμενοι σε 3,5 και οι άνεργοι σε 1,23. Ο λόγος δηλαδή έχει τιμή 3,5/2,65 = 1,32 (όταν το 2000 ήταν 2,4), ενώ ακόμη και αν οι άνεργοι προστίθεντο στους εργαζόμενους, δημιουργώντας τον αριθμητή του ενεργού εργατικού πληθυσμού, ο λόγος θα ήταν επίσης μη βιώσιμος (3,5+1,23)/2,65 = 1,79.
Συμπερασματικά λοιπόν, οδηγούμαστε εκ των πραγμάτων στην παραδοχή ότι θα πρέπει να υπάρξουν μεγάλες και ριζικές μεταβολές στη λειτουργία του ασφαλιστικού συτήματος της Ελλάδος. Οι δανειστές απαιτούν την αποκλειστκή μείωση των υψηλών συντάξεων, κάτι το οποίο ωστόσο θα οδηγήσει και στην άμεση μείωση της ούτως ή άλλως χαμηλής κατανάλωσης, μείωση των εσόδων του κράτους από τον ΦΠΑ, μείωση των άμεσων φορολογικών εσόδων και διόγκωση της κοινωνικής κρίσης. Το ζητούμενο τελικώς θα πρέπει να επικεντρωθεί σε άλλες λύσεις.
Με δεδομένο ότι ο λόγος 4/1 δε θα επιτευχθεί ποτέ, λόγω της πληθυσμιακής υπανάπτυξης της χώρας, θα πρέπει να γίνει προσπάθεια τουλάχιστον της αύξησης της απόλυτης τιμής του. Κάτι τέτοιο αρχικά θα επιτευχθεί με την κατάργηση όλων των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων (ακόμη κα για τα σώματα ασφαλείας, με μοναδική εξαίρεση τις μη υγιείς πληθυσμιακές ομάδες) και την πιστή εφαρμογή των ορίων ηλικίας (62 με 40 χρόνια εργασίας) για όσους πληρώνουν τις νόμιμες ασφαλιστικές εισφορές. Ωστόσο στο σημείο αυτό θα έπρεπε να δίνεται η δυνατότητα σε αυτούς οι οποίοι έχουν μεγάλα εισοδήματα, να πληρώνουν διπλές ασφαλιστικές εισφορές και να εξαγοράζουν έως και 5 συντάξιμα χρόνια. Με αυτό τον τρόπο θα αυξάνονταν τεχνητά ο αριθμός των εργαζομένων οι οποίοι θα πλήρωναν ασφαλιστικές εισφορές και θα βοηθούσαν στην αύξηση των αποθεματικών των ταμείων.
Στη συνέχεια θα πρέπει να επιδοτηθεί η εργασία μέσω της φοροαπαλλαγής, δηλαδή της απομείωσης των φορολογικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων κατά 5-10 χιλιάδες ευρώ ετησίως για κάθε νέο εργαζόμενο που θα προσλαμβάνουν με σύμβαση αορίστου χρόνου. Η απομείωση θα πρέπει να ισχύει για τουλάχιστον 5 χρόνια από την ημερομηνία πρόσληψης του εργαζόμενου.
Άμεσα θα πρέπει να θεσμοθετηθεί η ανώτατη ετήσια σύνταξη στα 25.000€ προ φόρων, η οποία θα επιφέρει ως άμεσο αποτέλεσμα και την άμεση κατάργηση των διπλών συντάξεων (βουλευτικές και τοπικής αυτοδιοίκησης). Το μέτρο θα απαλευθερώσει μεγάλο αριθμό διαθεσίμων και θα υπερκεράσει ακόμη και το σχεδιασμό χορήγησης δώρου σε χαμηλο-συνταξιούχους.
Τέλος, άμεση είναι η ανάγκη συνένωσης και συγχώνευσης ασφαλιστικών ταμείων σε τρεις κύριους κλάδους, Επαγγελματίες, Μισθωτούς και Αγρότες. Τα Ταμεία τα οποία θα προκύψουν θα πρέπει να λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία για μερικά χρόνια, έως ότου επέλθει η ισορροπία στο καθένα ξεχωριστά.
Δυστυχώς τα συγκεκριμένα μέτρα μπορούν να έχουν αποκλειστικά μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Οι δανειστές απαιτούν άμεσες λύσεις για να εξασφαλίσουν τα χρήματα τα οποία δάνεισαν στη χώρα μας. Ωστόσο, μία ενδεχόμενη συμφωνία θα μπορούσε να βασιστεί σε μία μακροπρόθεσμη και βιώσιμη λύση, με την ταυτόχρονη υποχρέωση των δανειστών για αύξηση των ετών της αποπληρωμής των δανείων που χορήγησαν, ώστε να μιλάμε τόσο για βιώσιμο χρέος όσο και για βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα στην Ελλάδα.
ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Οικονομολόγος MA & Απόφοιτος Ευρωπαϊκού Πολιτισμού
Πρ. Δημοτικός Σύμβουλος Πολυγύρου
Το ξεκίνημα του 2015 έφερε τη χώρα μας σε κατάσταση πολιτικής ανασυγκρότησης, οικονομικής σύγχυσης και ευρωπαϊκής αναζήτησης. Η εκλογή νέας κύβερνησης άλλαξε την ατζέντα των οικονομικών συζητήσεων σχετικά με το δανεισμό της Ελλάδας από τρίτους και τη βιωσιμότητα της δημοσιονομικής δραστηριότητας της χώρας. Σε συνδυασμό με αυτό, παρατηρήθηκε η κατάρρευση της ψυχολογίας των ενεργών οικονομικά πολιτών, λόγω της υπερφορολόγησης και της μείωσης των χρηματικών αποθεμάτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα την ουσιαστική «απαγόρευση» δανεισμού του κράτους από τα ιδιωτικά και μη πιστωτικά ιδρύματα της χώρας.
Ως μοναδική λοιπόν λύση για την εισροή οικονομικής ρευστότητας στη χώρα μας, αποτελεί η συμφωνία με τους ευρωπαίους εταίρους και τα τεχνικά κλιμάκια αυτών. Μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις και χρησιμοποιώντας κυρίως ενέσεις ρευστότητας από βραχυπρόθεσμα έντοκα γραμμάτια ελληνικού δημοσίου, καταλήξαμε στο σημείο να αναγνωρίσουμε ποια είναι και τα τελευταία αγκάθια της διαπραγμάτευσης.
Η πιο σημαντική διαφωνία μεταξύ των δανειστών και της κυβέρνησης είναι ο τρόπος με τον οποίο θα επιτευχθεί οριστικά η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος. Το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας αποτελεί αγκάθι για όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων 30 ετών. Ωστόσο, κανείς δεν τόλμησε να αγγίξει το πρόβλημα στη ρίζα του, δημιουργώντας έτσι το σημερινό χάος.
Η πρώτη και βασική οικονομική παραδοχή της λειτουργίας ενός ιδεατού εθνικού ασφαλιστικού συστήματος είναι ο λόγος που εκφράζει τη σχέση μεταξύ εργαζομένων και συνταξιούχων. Ο λόγος αυτός έχει την τιμή 4/1 = 4, δηλαδή 4 εργαζόμενοι προς 1 συνταξιούχο. Κάτι τέτοιο βέβαια δε συνέβαινε στη χώρα μας ούτε κατά τη δεκαετία του ‘80. Σήμερα δε, σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) ο αριθμός των συνταξιούχων ανέρχεται σε 2,65 εκατομμύρια, οι εργαζόμενοι σε 3,5 και οι άνεργοι σε 1,23. Ο λόγος δηλαδή έχει τιμή 3,5/2,65 = 1,32 (όταν το 2000 ήταν 2,4), ενώ ακόμη και αν οι άνεργοι προστίθεντο στους εργαζόμενους, δημιουργώντας τον αριθμητή του ενεργού εργατικού πληθυσμού, ο λόγος θα ήταν επίσης μη βιώσιμος (3,5+1,23)/2,65 = 1,79.
Συμπερασματικά λοιπόν, οδηγούμαστε εκ των πραγμάτων στην παραδοχή ότι θα πρέπει να υπάρξουν μεγάλες και ριζικές μεταβολές στη λειτουργία του ασφαλιστικού συτήματος της Ελλάδος. Οι δανειστές απαιτούν την αποκλειστκή μείωση των υψηλών συντάξεων, κάτι το οποίο ωστόσο θα οδηγήσει και στην άμεση μείωση της ούτως ή άλλως χαμηλής κατανάλωσης, μείωση των εσόδων του κράτους από τον ΦΠΑ, μείωση των άμεσων φορολογικών εσόδων και διόγκωση της κοινωνικής κρίσης. Το ζητούμενο τελικώς θα πρέπει να επικεντρωθεί σε άλλες λύσεις.
Με δεδομένο ότι ο λόγος 4/1 δε θα επιτευχθεί ποτέ, λόγω της πληθυσμιακής υπανάπτυξης της χώρας, θα πρέπει να γίνει προσπάθεια τουλάχιστον της αύξησης της απόλυτης τιμής του. Κάτι τέτοιο αρχικά θα επιτευχθεί με την κατάργηση όλων των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων (ακόμη κα για τα σώματα ασφαλείας, με μοναδική εξαίρεση τις μη υγιείς πληθυσμιακές ομάδες) και την πιστή εφαρμογή των ορίων ηλικίας (62 με 40 χρόνια εργασίας) για όσους πληρώνουν τις νόμιμες ασφαλιστικές εισφορές. Ωστόσο στο σημείο αυτό θα έπρεπε να δίνεται η δυνατότητα σε αυτούς οι οποίοι έχουν μεγάλα εισοδήματα, να πληρώνουν διπλές ασφαλιστικές εισφορές και να εξαγοράζουν έως και 5 συντάξιμα χρόνια. Με αυτό τον τρόπο θα αυξάνονταν τεχνητά ο αριθμός των εργαζομένων οι οποίοι θα πλήρωναν ασφαλιστικές εισφορές και θα βοηθούσαν στην αύξηση των αποθεματικών των ταμείων.
Στη συνέχεια θα πρέπει να επιδοτηθεί η εργασία μέσω της φοροαπαλλαγής, δηλαδή της απομείωσης των φορολογικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων κατά 5-10 χιλιάδες ευρώ ετησίως για κάθε νέο εργαζόμενο που θα προσλαμβάνουν με σύμβαση αορίστου χρόνου. Η απομείωση θα πρέπει να ισχύει για τουλάχιστον 5 χρόνια από την ημερομηνία πρόσληψης του εργαζόμενου.
Άμεσα θα πρέπει να θεσμοθετηθεί η ανώτατη ετήσια σύνταξη στα 25.000€ προ φόρων, η οποία θα επιφέρει ως άμεσο αποτέλεσμα και την άμεση κατάργηση των διπλών συντάξεων (βουλευτικές και τοπικής αυτοδιοίκησης). Το μέτρο θα απαλευθερώσει μεγάλο αριθμό διαθεσίμων και θα υπερκεράσει ακόμη και το σχεδιασμό χορήγησης δώρου σε χαμηλο-συνταξιούχους.
Τέλος, άμεση είναι η ανάγκη συνένωσης και συγχώνευσης ασφαλιστικών ταμείων σε τρεις κύριους κλάδους, Επαγγελματίες, Μισθωτούς και Αγρότες. Τα Ταμεία τα οποία θα προκύψουν θα πρέπει να λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία για μερικά χρόνια, έως ότου επέλθει η ισορροπία στο καθένα ξεχωριστά.
Δυστυχώς τα συγκεκριμένα μέτρα μπορούν να έχουν αποκλειστικά μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Οι δανειστές απαιτούν άμεσες λύσεις για να εξασφαλίσουν τα χρήματα τα οποία δάνεισαν στη χώρα μας. Ωστόσο, μία ενδεχόμενη συμφωνία θα μπορούσε να βασιστεί σε μία μακροπρόθεσμη και βιώσιμη λύση, με την ταυτόχρονη υποχρέωση των δανειστών για αύξηση των ετών της αποπληρωμής των δανείων που χορήγησαν, ώστε να μιλάμε τόσο για βιώσιμο χρέος όσο και για βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα στην Ελλάδα.
ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
Οικονομολόγος MA & Απόφοιτος Ευρωπαϊκού Πολιτισμού
Πρ. Δημοτικός Σύμβουλος Πολυγύρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου