Η «Καθημερινή» της 23ης Νοεμβρίου 1940 αναγγέλει την κατάληψη της Κορυτσάς απο τον Ελληνικό στρατό.
Δύο ομιλίες ενός δημόσιου πολεμικού «διαλόγου» τον Νοέμβριο του 1940.
Του Μιχάλη Κατσίγερα
Στις 18 Νοεμβρίου 1940, την 22η ημέρα του ελληνοϊταλικού πολέμου, ο Μπενίτο Μουσολίνι εκφώνησε στη Ρώμη λόγο του οποίου ένα τμήμα αναφερόταν στην επίθεση κατά της Ελλάδας. Ο Ιωάννης Μεταξάς του απάντησε από ραδιοφώνου τέσσερις ημέρες μετά, στις 22 του μηνός.
Ο Μουσολίνι μίλησε ενώπιον των περιφερειακών ιεραρχών - στελεχών του Εθνικού Φασιστικού Κόμματος στη μεγάλη αίθουσα του Παλάτσο Βενέτσια, ενώ το πλήθος των αλαλαζόντων οπαδών ήταν συγκεντρωμένο έξω στην πλατεία.
Η υποδοχή του έγινε με όλες τις φανφάρες του φασιστικού τελετουργικού. Επρόκειτο για επίδειξη ισχύος του κόμματος έναντι του άλλου πόλου της τότε ιταλικής εξουσίας, δηλαδή της βασιλικής αυλής και του στρατιωτικού και οικονομικού κατεστημένου που κατά το μάλλον ή ήττον προτιμούσαν η χώρα τους να βρισκόταν, και σε αυτόν τον δεύτερο -ακόμα ευρωπαϊκό- πόλεμο, στο πλευρό της Μεγάλης Βρετανίας και όχι της Γερμανίας. Η 18η Νοεμβρίου ήταν η επέτειος της επιβολής από την Κοινωνία των Εθνών των κατά της Ιταλίας οικονομικών κυρώσεων το 1935, εξαιτίας του πολέμου της κατά της Αιθιοπίας, οι οποίες όμως είχαν αρθεί την επόμενη χρονιά.
Η ανάμνησή τους ωστόσο ενίσχυε ένα πιθανό κλίμα εθνικής συσπείρωσης που είχε ανάγκη το καθεστώς. Και εκείνες τις ημέρες το είχε ανάγκη πολύ περισσότερο ο ίδιος ο Μουσολίνι, ο οποίος, κατέχοντας τις αρμοδιότητες του πολεμικού αρχηγού, δεχόταν όλο το βάρος της καθόλου ευνοϊκής για τα ιταλικά όπλα τροπής του πολέμου, και όχι μόνο στα βουνά της Ηπείρου όπου η ελληνική αντεπίθεση είχε αρχίσει από τις 4 Νοεμβρίου να απωθεί τις ιταλικές δυνάμεις, αρχικά από τα ελληνικά εδάφη, και στη συνέχεια μέσα στην Αλβανία. Στις 11 Νοεμβρίου το βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό και η RAF κατάφεραν ισχυρά καταστρεπτικά κτυπήματα στον ιταλικό στόλο μέσα στη βάση του Τάραντα και στο στενό του Οτραντο. Ο Μουσολίνι έπρεπε να απολογηθεί. Μίλησε λοιπόν πάνω στα προαναφερθέντα αρνητικά για την Ιταλία γεγονότα.
Σε ό,τι αφορά την εξέλιξη του πολέμου κατά της Ελλάδας, η απολογία του απευθυνόταν εμμέσως προς τον έτερο πόλο της ιταλικής εξουσίας, αλλά και στον έτερο πόλο του Αξονα, τη Γερμανία. Αναφέρθηκε στις τραχείες οροσειρές της Ηπείρου οι οποίες «δεν είναι κατάλληλοι διά τον αστραπιαίον πόλεμον που ηξίουν οι αδιόρθωτοι πιστοί της στρατηγικής με τα επί καρφίδος μικράς σημαίας εις τους χάρτας», κατηγορώντας έτσι, χωρίς να τον αναφέρει, τον στρατηγό Σεμπαστιάνο Βισκόντι Πράσκα, ο οποίος ήταν, από το 1934, θεωρητικός του αστραπιαίου πολέμου και είχε αναλάβει να εφαρμόσει τη θεωρία του στον πόλεμο κατά της Ελλάδας, αλλά η αποτυχία του ανάγκασε τον Μουσολίνι να τον εκδιώξει στις 9 Νοεμβρίου και στη θέση του να τοποθετήσει τον Ουμπάλντο Σοντού.
Η παραπάνω αναφορά του, όπου έλεγε δηλαδή σιωπηρώς ότι εκεί στην Ηπειρο δεν μπορούσε να υπάρξει επιτυχία κατά τον τύπο του γερμανικού blitzkrieg στην εκστρατεία κατά της Γαλλίας, είχε ως αποδέκτη και τον ίδιο τον Χίτλερ, ο οποίος ακριβώς εκείνη την ημέρα, στις 18 Νοεμβρίου, είχε καλέσει τον Γκαλεάτσο Τσιάνο για να του εκφράσει τις ανησυχίες του σχετικά με την έκβαση του κατά της Ελλάδας ιταλικού εγχειρήματος που η διαφαινόμενη αποτυχία του προσέβαλε το στρατιωτικό κύρος του Αξονα.
Για την ίδια την Ελλάδα και τους Ελληνες ο Μουσολίνι δεν είχε παρά χολή. Υποσχέθηκε, κατά τρόπο απόλυτο και κατηγορηματικό στους ακροατές του: «θα τσακίσωμεν τα πλευρά της Ελλάδος». Σαν τάχα η ιταλική μπότα στον χάρτη να κινείται ανατολικά και να κτυπά τα δυτικά ελληνικά παράλια. Η φράση του «spezzeremo le reni alla Grecia» παρέμεινε έκτοτε παροιμιώδης στη γλώσσα του Δάντη για να χαρακτηρίζουν ειρωνικά οι Ιταλοί κάθε έπαρση, όπως παλιά εκείνη του γκλοριόζου στρατιωτικού του Πλαύτου.
Ο Μουσολίνι ισχυρίστηκε ότι οι Ελληνες «μισούν την Ιταλίαν όπως κανείς άλλος λαός» και εμμέσως εγκάλεσε τους σύγχρονούς του Ιταλούς φίλους της κλασικής εποχής για την προς την Ελλάδα αγάπη τους. (Να ήταν άραγε ανάμεσά τους και ο πατέρας του έως θανάτου φανατικού φασίστα υπουργού του Λαϊκής Κουλτούρας Αλεσάντρο Παβολίνι, ο λαμπρός ανατολιστής Πάολο Εμίλιο Παβολίνι που μελετούσε βυζαντινά κείμενα και είχε υποδείξει ιταλικές πηγές του «Ερωτόκριτού» μας;). Με τα περί μίσους των Ελλήνων ο Μουσολίνι, δηλαδή ο επιτιθέμενος, προσπάθησε να κατασκευάσει στη συνείδηση των συμπατριωτών του (ανεπιτυχώς όπως απεδείχθη στην Κατοχή) έναν εχθρό, τη δεχόμενη την επίθεση Ελλάδα. Γι’ αυτό και διατείνεται πως δεν καταλαβαίνει τους φιλέλληνες Ιταλούς οι οποίοι πολέμησαν για την Ελλάδα, τον Ανίμπαλε Σανταρόζα που έπεσε στη Σφακτηρία το 1825 και τον συντοπίτη του (από το Φορλί) τον Αντόνιο Φράττι που σκοτώθηκε στον Δομοκό το 1897.
Η απάντηση του Μεταξά ήταν καλά μελετημένη. Εξαιρετική ήταν και η συγκυρία: Την προηγουμένη οι ελληνικές δυνάμεις είχαν καταλάβει την Κορυτσά. Ετσι ο Μεταξάς, αφού του επέστρεφε τον χαρακτηρισμό «ύπουλος» επικέντρωσε την πολεμική του στον ίδιο τον Μουσολίνι, ο οποίος από πολιτικής απόψεως, με τη διαφαινόμενη αποτυχία του στην Ελλάδα, είχε αρχίσει να καθίσταται ο αδύναμος κρίκος του ιταλικού πλέγματος εξουσίας. Δεν ανέφερε την Ιταλία παρά μόνο ως φασιστική και όταν έκανε λόγο για την άλλη πλευρά χρησιμοποιούσε τον αφηρημένο όρο των στρατιωτικών ανακοινωθέντων: «ο εχθρός». Πουθενά δεν κατηγόρησε τους Ιταλούς. Αντιθέτως, τόνισε ότι «η Ελλάς δεν λησμονεί ούτε τον Σανταρόζαν, ούτε τον Φράττι, ούτε τον [Ριτσιότι] Γαριβάλδην [...] οι οποίοι έχυσαν υπέρ αυτής το αίμα των, [...].» Μάλιστα, διαβλέποντας την αποπομπή του Μουσολίνι, όταν πλέον η πλάστιγγα του πολέμου θα έγερνε υπέρ της Αγγλίας και της Ελλάδας, τόνισε ότι ο ιταλικός λαός «θα εκκαθαρίσει ημέραν τινά τους λογαριασμούς του με τον δικτάτορά του». Οπως και έγινε και μάλιστα κατά τρόπο τραγικό.
Πηγή: Καθημερινή
Δύο ομιλίες ενός δημόσιου πολεμικού «διαλόγου» τον Νοέμβριο του 1940.
Του Μιχάλη Κατσίγερα
Στις 18 Νοεμβρίου 1940, την 22η ημέρα του ελληνοϊταλικού πολέμου, ο Μπενίτο Μουσολίνι εκφώνησε στη Ρώμη λόγο του οποίου ένα τμήμα αναφερόταν στην επίθεση κατά της Ελλάδας. Ο Ιωάννης Μεταξάς του απάντησε από ραδιοφώνου τέσσερις ημέρες μετά, στις 22 του μηνός.
Ο Μουσολίνι μίλησε ενώπιον των περιφερειακών ιεραρχών - στελεχών του Εθνικού Φασιστικού Κόμματος στη μεγάλη αίθουσα του Παλάτσο Βενέτσια, ενώ το πλήθος των αλαλαζόντων οπαδών ήταν συγκεντρωμένο έξω στην πλατεία.
Η υποδοχή του έγινε με όλες τις φανφάρες του φασιστικού τελετουργικού. Επρόκειτο για επίδειξη ισχύος του κόμματος έναντι του άλλου πόλου της τότε ιταλικής εξουσίας, δηλαδή της βασιλικής αυλής και του στρατιωτικού και οικονομικού κατεστημένου που κατά το μάλλον ή ήττον προτιμούσαν η χώρα τους να βρισκόταν, και σε αυτόν τον δεύτερο -ακόμα ευρωπαϊκό- πόλεμο, στο πλευρό της Μεγάλης Βρετανίας και όχι της Γερμανίας. Η 18η Νοεμβρίου ήταν η επέτειος της επιβολής από την Κοινωνία των Εθνών των κατά της Ιταλίας οικονομικών κυρώσεων το 1935, εξαιτίας του πολέμου της κατά της Αιθιοπίας, οι οποίες όμως είχαν αρθεί την επόμενη χρονιά.
Η ανάμνησή τους ωστόσο ενίσχυε ένα πιθανό κλίμα εθνικής συσπείρωσης που είχε ανάγκη το καθεστώς. Και εκείνες τις ημέρες το είχε ανάγκη πολύ περισσότερο ο ίδιος ο Μουσολίνι, ο οποίος, κατέχοντας τις αρμοδιότητες του πολεμικού αρχηγού, δεχόταν όλο το βάρος της καθόλου ευνοϊκής για τα ιταλικά όπλα τροπής του πολέμου, και όχι μόνο στα βουνά της Ηπείρου όπου η ελληνική αντεπίθεση είχε αρχίσει από τις 4 Νοεμβρίου να απωθεί τις ιταλικές δυνάμεις, αρχικά από τα ελληνικά εδάφη, και στη συνέχεια μέσα στην Αλβανία. Στις 11 Νοεμβρίου το βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό και η RAF κατάφεραν ισχυρά καταστρεπτικά κτυπήματα στον ιταλικό στόλο μέσα στη βάση του Τάραντα και στο στενό του Οτραντο. Ο Μουσολίνι έπρεπε να απολογηθεί. Μίλησε λοιπόν πάνω στα προαναφερθέντα αρνητικά για την Ιταλία γεγονότα.
Σε ό,τι αφορά την εξέλιξη του πολέμου κατά της Ελλάδας, η απολογία του απευθυνόταν εμμέσως προς τον έτερο πόλο της ιταλικής εξουσίας, αλλά και στον έτερο πόλο του Αξονα, τη Γερμανία. Αναφέρθηκε στις τραχείες οροσειρές της Ηπείρου οι οποίες «δεν είναι κατάλληλοι διά τον αστραπιαίον πόλεμον που ηξίουν οι αδιόρθωτοι πιστοί της στρατηγικής με τα επί καρφίδος μικράς σημαίας εις τους χάρτας», κατηγορώντας έτσι, χωρίς να τον αναφέρει, τον στρατηγό Σεμπαστιάνο Βισκόντι Πράσκα, ο οποίος ήταν, από το 1934, θεωρητικός του αστραπιαίου πολέμου και είχε αναλάβει να εφαρμόσει τη θεωρία του στον πόλεμο κατά της Ελλάδας, αλλά η αποτυχία του ανάγκασε τον Μουσολίνι να τον εκδιώξει στις 9 Νοεμβρίου και στη θέση του να τοποθετήσει τον Ουμπάλντο Σοντού.
Η παραπάνω αναφορά του, όπου έλεγε δηλαδή σιωπηρώς ότι εκεί στην Ηπειρο δεν μπορούσε να υπάρξει επιτυχία κατά τον τύπο του γερμανικού blitzkrieg στην εκστρατεία κατά της Γαλλίας, είχε ως αποδέκτη και τον ίδιο τον Χίτλερ, ο οποίος ακριβώς εκείνη την ημέρα, στις 18 Νοεμβρίου, είχε καλέσει τον Γκαλεάτσο Τσιάνο για να του εκφράσει τις ανησυχίες του σχετικά με την έκβαση του κατά της Ελλάδας ιταλικού εγχειρήματος που η διαφαινόμενη αποτυχία του προσέβαλε το στρατιωτικό κύρος του Αξονα.
Για την ίδια την Ελλάδα και τους Ελληνες ο Μουσολίνι δεν είχε παρά χολή. Υποσχέθηκε, κατά τρόπο απόλυτο και κατηγορηματικό στους ακροατές του: «θα τσακίσωμεν τα πλευρά της Ελλάδος». Σαν τάχα η ιταλική μπότα στον χάρτη να κινείται ανατολικά και να κτυπά τα δυτικά ελληνικά παράλια. Η φράση του «spezzeremo le reni alla Grecia» παρέμεινε έκτοτε παροιμιώδης στη γλώσσα του Δάντη για να χαρακτηρίζουν ειρωνικά οι Ιταλοί κάθε έπαρση, όπως παλιά εκείνη του γκλοριόζου στρατιωτικού του Πλαύτου.
Ο Μουσολίνι ισχυρίστηκε ότι οι Ελληνες «μισούν την Ιταλίαν όπως κανείς άλλος λαός» και εμμέσως εγκάλεσε τους σύγχρονούς του Ιταλούς φίλους της κλασικής εποχής για την προς την Ελλάδα αγάπη τους. (Να ήταν άραγε ανάμεσά τους και ο πατέρας του έως θανάτου φανατικού φασίστα υπουργού του Λαϊκής Κουλτούρας Αλεσάντρο Παβολίνι, ο λαμπρός ανατολιστής Πάολο Εμίλιο Παβολίνι που μελετούσε βυζαντινά κείμενα και είχε υποδείξει ιταλικές πηγές του «Ερωτόκριτού» μας;). Με τα περί μίσους των Ελλήνων ο Μουσολίνι, δηλαδή ο επιτιθέμενος, προσπάθησε να κατασκευάσει στη συνείδηση των συμπατριωτών του (ανεπιτυχώς όπως απεδείχθη στην Κατοχή) έναν εχθρό, τη δεχόμενη την επίθεση Ελλάδα. Γι’ αυτό και διατείνεται πως δεν καταλαβαίνει τους φιλέλληνες Ιταλούς οι οποίοι πολέμησαν για την Ελλάδα, τον Ανίμπαλε Σανταρόζα που έπεσε στη Σφακτηρία το 1825 και τον συντοπίτη του (από το Φορλί) τον Αντόνιο Φράττι που σκοτώθηκε στον Δομοκό το 1897.
Η απάντηση του Μεταξά ήταν καλά μελετημένη. Εξαιρετική ήταν και η συγκυρία: Την προηγουμένη οι ελληνικές δυνάμεις είχαν καταλάβει την Κορυτσά. Ετσι ο Μεταξάς, αφού του επέστρεφε τον χαρακτηρισμό «ύπουλος» επικέντρωσε την πολεμική του στον ίδιο τον Μουσολίνι, ο οποίος από πολιτικής απόψεως, με τη διαφαινόμενη αποτυχία του στην Ελλάδα, είχε αρχίσει να καθίσταται ο αδύναμος κρίκος του ιταλικού πλέγματος εξουσίας. Δεν ανέφερε την Ιταλία παρά μόνο ως φασιστική και όταν έκανε λόγο για την άλλη πλευρά χρησιμοποιούσε τον αφηρημένο όρο των στρατιωτικών ανακοινωθέντων: «ο εχθρός». Πουθενά δεν κατηγόρησε τους Ιταλούς. Αντιθέτως, τόνισε ότι «η Ελλάς δεν λησμονεί ούτε τον Σανταρόζαν, ούτε τον Φράττι, ούτε τον [Ριτσιότι] Γαριβάλδην [...] οι οποίοι έχυσαν υπέρ αυτής το αίμα των, [...].» Μάλιστα, διαβλέποντας την αποπομπή του Μουσολίνι, όταν πλέον η πλάστιγγα του πολέμου θα έγερνε υπέρ της Αγγλίας και της Ελλάδας, τόνισε ότι ο ιταλικός λαός «θα εκκαθαρίσει ημέραν τινά τους λογαριασμούς του με τον δικτάτορά του». Οπως και έγινε και μάλιστα κατά τρόπο τραγικό.
Πηγή: Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου