Της Βίκυς Χαρισοπούλου
Μπορεί η θεματική μεγάλη έκθεση για τις σχέσεις και αλληλεπιδράσεις μεταξύ Βυζαντίου και Αράβων να αργεί (η έναρξή της προβλέπεται στις αρχές του ερχόμενου Οκτωβρίου), τα ίχνη όμως των σχέσεων Θεσσαλονίκης - της συμβασιλεύουσας - και Αράβων προϋπάρχουν, ήδη εκτίθενται διακριτικά και μάλλον αφανώς στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού της πόλης.
Παρά τον τεράστιο όγκο του (μήκος 307 εκατοστά, πλάτος 84, πάχος 27), το μαρμάρινο υπέρθυρο που προέρχεται από την πύλη του θαλάσσιου τείχους της Θεσσαλονίκης (10ος αι.) και εκτίθεται στην αίθουσα 5 της μόνιμης έκθεσης (Μεσοβυζαντινή περίοδος - Προσωπογραφίες βυζαντινών αυτοκρατόρων) του μουσείου, περνάει μάλλον απαρατήρητο.
ΑΝΕΚΕΝ(ΙΣ)ΘΗ ΕΠΙ ΛΕΟΝΤ(ΟΣ) Κ(ΑΙ) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Τ(ΩΝ) ΑΥΤΑΔΕΛΦΩ(Ν) Κ(ΑΙ) ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡ(ΩΝ) ΚΑΙ ΦΙΛΟΧΡΙΣΤΩΝ ΗΜΩΝ ΒΑΣΙΛΕ(ΩΝ) Κ(ΑΙ) ΕΠΙ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΗΜΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ, γράφει η δυσανάγνωστη δίστιχη επιγραφή στη βάση του μαρμάρινου υπέρθυρου.
Μπορεί η θεματική μεγάλη έκθεση για τις σχέσεις και αλληλεπιδράσεις μεταξύ Βυζαντίου και Αράβων να αργεί (η έναρξή της προβλέπεται στις αρχές του ερχόμενου Οκτωβρίου), τα ίχνη όμως των σχέσεων Θεσσαλονίκης - της συμβασιλεύουσας - και Αράβων προϋπάρχουν, ήδη εκτίθενται διακριτικά και μάλλον αφανώς στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού της πόλης.
Παρά τον τεράστιο όγκο του (μήκος 307 εκατοστά, πλάτος 84, πάχος 27), το μαρμάρινο υπέρθυρο που προέρχεται από την πύλη του θαλάσσιου τείχους της Θεσσαλονίκης (10ος αι.) και εκτίθεται στην αίθουσα 5 της μόνιμης έκθεσης (Μεσοβυζαντινή περίοδος - Προσωπογραφίες βυζαντινών αυτοκρατόρων) του μουσείου, περνάει μάλλον απαρατήρητο.
ΑΝΕΚΕΝ(ΙΣ)ΘΗ ΕΠΙ ΛΕΟΝΤ(ΟΣ) Κ(ΑΙ) ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Τ(ΩΝ) ΑΥΤΑΔΕΛΦΩ(Ν) Κ(ΑΙ) ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡ(ΩΝ) ΚΑΙ ΦΙΛΟΧΡΙΣΤΩΝ ΗΜΩΝ ΒΑΣΙΛΕ(ΩΝ) Κ(ΑΙ) ΕΠΙ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΗΜΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ, γράφει η δυσανάγνωστη δίστιχη επιγραφή στη βάση του μαρμάρινου υπέρθυρου.
Σύμφωνα με τις πηγές, η «ανακαίνιση» του τείχους έγινε την άνοιξη του 904, όταν οι Βυζαντινοί έμαθαν για τις επεκτατικές κινήσεις των βαρβάρων από τον Νότο (Αραβες) και τις επικείμενες επιθέσεις και στη συμβασιλεύουσα Θεσσαλονίκη, προκειμένου να την οχυρώσουν έναντι των βαρβαρικών επιδρομών:
«Τα ξημερώματα της Κυριακής στις είκοσι εννέα Ιουλίου του έτους 6412 (η χρονολόγηση είναι από κτίσεως κόσμου, δηλαδή το 904) έφθασε κάποιος λέγοντας ότι τα πλοία των βαρβάρων πλησίασαν κάπου κοντά στον αυχένα του Εκβόλου... Δεν είχαν σκορπιστεί ακόμα στις επάλξεις του τείχους και να! φάνηκαν και τα πλοία των βαρβάρων από τη μύτη που είπαμε, έχοντας ανοιγμένα τα πανιά τους. Ετυχε μάλιστα από μια σύμπτωση την ώρα εκείνη να φυσάει άνεμος από πίσω τους, ώστε οι περισσότεροι να φαντάζονται ότι τα πλοία δεν έρχονται πάνω στα νερά αλλά ψηλά μέσα από τον αέρα…
Καθώς λοιπόν εμείς βρισκόμαστε σ' αυτήν την κατάσταση, ο αρχηγός του βαρβαρικού στρατού αποφάσισε να περάσει μπροστά από όλο το τείχος, όσο βρέχεται από τη θάλασσα. Ηταν ένας απαίσιος και παμπόνηρος άνθρωπος που οι πράξεις του ταίριαζαν με το όνομά του, που ήταν όνομα θηρίου...
Αυτός λοιπόν ο ασυγκράτητος και παραβάτης Λέων τριγύριζε με το πλοίο το τείχος από τη θάλασσα, εξετάζοντάς το με εγκληματική διάθεση από πού να κάνει την έφοδο».
Η περιγραφή προέρχεται από τo σωζόμενο έργο «Εις την άλωσιν της Θεσσαλονίκης» του μάρτυρα της άλωσης της συμβασιλεύουσας από τους Αραβες Ιωάννη Καμινιάτη.
Οι Αραβες τελικά στήνουν στα πλοία ξύλινους πύργους, ψηλότερους από τα θαλάσσια τείχη της Θεσσαλονίκης και έπειτα από τριήμερη πολιορκία εισβάλλουν στην πόλη. Είκοσι μέρες κρατούν οι σφαγές και οι καταστροφές.
Φεύγοντας πήραν μαζί τους τόνους χρυσάφι, αλλά και δεκάδες χιλιάδες Θεσσαλονικείς για να τους πουλήσουν σε σκλαβοπάζαρα της Συρίας.
Ο αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων συνελήφθη και οδηγήθηκε αιχμάλωτος αρχικά στη Τρίπολη της Συρίας, κατόπιν στην Ταρσό της Κιλικίας.
Το κείμενο σώζεται σε τέσσερα χειρόγραφα, όλα χρονολογημένα από τον 15ο και τον 16ο αι. Ελληνικές μεταφράσεις με σύντομη εισαγωγή και σχόλια έχουν δώσει το 1987 ο Γεώργιος Τσάρας και το 2000 ο Εύδοξος Τσολάκης.
Το μαρμάρινο υπέρθυρο βρέθηκε σπασμένο σε δύο τμήματα το 1879, στα δυτικά της εντός των τειχών πόλης, στην οδό Λέοντος Σοφού και Φράγκων. Φέρεται να χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως υλικό ανέγερσης της Οθωμανικής Τράπεζας της Θεσσαλονίκης.
Στη συνέχεια φυλάχθηκε στον αύλειο χώρο της Ροτόντας (με κυβερνητικό διάταγμα του 1917 ορίστηκε ως Μακεδονικό Μουσείο μέχρι τους σεισμούς του 1978).
Το 1994 εγκαινιάστηκε το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού και το ογκώδες υπέρθυρο μεταφέρθηκε και στήθηκε εκεί.
«Τα ξημερώματα της Κυριακής στις είκοσι εννέα Ιουλίου του έτους 6412 (η χρονολόγηση είναι από κτίσεως κόσμου, δηλαδή το 904) έφθασε κάποιος λέγοντας ότι τα πλοία των βαρβάρων πλησίασαν κάπου κοντά στον αυχένα του Εκβόλου... Δεν είχαν σκορπιστεί ακόμα στις επάλξεις του τείχους και να! φάνηκαν και τα πλοία των βαρβάρων από τη μύτη που είπαμε, έχοντας ανοιγμένα τα πανιά τους. Ετυχε μάλιστα από μια σύμπτωση την ώρα εκείνη να φυσάει άνεμος από πίσω τους, ώστε οι περισσότεροι να φαντάζονται ότι τα πλοία δεν έρχονται πάνω στα νερά αλλά ψηλά μέσα από τον αέρα…
Καθώς λοιπόν εμείς βρισκόμαστε σ' αυτήν την κατάσταση, ο αρχηγός του βαρβαρικού στρατού αποφάσισε να περάσει μπροστά από όλο το τείχος, όσο βρέχεται από τη θάλασσα. Ηταν ένας απαίσιος και παμπόνηρος άνθρωπος που οι πράξεις του ταίριαζαν με το όνομά του, που ήταν όνομα θηρίου...
Αυτός λοιπόν ο ασυγκράτητος και παραβάτης Λέων τριγύριζε με το πλοίο το τείχος από τη θάλασσα, εξετάζοντάς το με εγκληματική διάθεση από πού να κάνει την έφοδο».
Η περιγραφή προέρχεται από τo σωζόμενο έργο «Εις την άλωσιν της Θεσσαλονίκης» του μάρτυρα της άλωσης της συμβασιλεύουσας από τους Αραβες Ιωάννη Καμινιάτη.
Οι Αραβες τελικά στήνουν στα πλοία ξύλινους πύργους, ψηλότερους από τα θαλάσσια τείχη της Θεσσαλονίκης και έπειτα από τριήμερη πολιορκία εισβάλλουν στην πόλη. Είκοσι μέρες κρατούν οι σφαγές και οι καταστροφές.
Φεύγοντας πήραν μαζί τους τόνους χρυσάφι, αλλά και δεκάδες χιλιάδες Θεσσαλονικείς για να τους πουλήσουν σε σκλαβοπάζαρα της Συρίας.
Ο αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων συνελήφθη και οδηγήθηκε αιχμάλωτος αρχικά στη Τρίπολη της Συρίας, κατόπιν στην Ταρσό της Κιλικίας.
Το κείμενο σώζεται σε τέσσερα χειρόγραφα, όλα χρονολογημένα από τον 15ο και τον 16ο αι. Ελληνικές μεταφράσεις με σύντομη εισαγωγή και σχόλια έχουν δώσει το 1987 ο Γεώργιος Τσάρας και το 2000 ο Εύδοξος Τσολάκης.
Το μαρμάρινο υπέρθυρο βρέθηκε σπασμένο σε δύο τμήματα το 1879, στα δυτικά της εντός των τειχών πόλης, στην οδό Λέοντος Σοφού και Φράγκων. Φέρεται να χρησιμοποιήθηκε αρχικά ως υλικό ανέγερσης της Οθωμανικής Τράπεζας της Θεσσαλονίκης.
Στη συνέχεια φυλάχθηκε στον αύλειο χώρο της Ροτόντας (με κυβερνητικό διάταγμα του 1917 ορίστηκε ως Μακεδονικό Μουσείο μέχρι τους σεισμούς του 1978).
Το 1994 εγκαινιάστηκε το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού και το ογκώδες υπέρθυρο μεταφέρθηκε και στήθηκε εκεί.
Πηγή: Τα Νέα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου