του Πάνου Θεοδωρίδη
Η ενοχή από μόνη της δεν είναι τιμωρία. Η ενοχή προκαλεί τιμωρία. Αλλά προκαλεί και σωφρονισμό. Εξαρτάται από το βλέμμα του δικαστή. Ο παπάς δε δικάζει. Συγχωρεί. Ο πολιτικός δε δικάζει. Παίρνει το μήνυμα και αντίο σας. Ο πολίτης δικάζει μόνον όταν κινδυνεύει η δημοκρατία. Και τότε αποσύρει από την κυκλοφορία τον αίτιο. Στην περίπτωση της Εξεταστικής για την Οικονομία, κακώς θα ασχοληθεί μόνο με το 2004 ή μόνο με το 1980 και εφεξής.
Με ξεχωριστά πορίσματα και εκατοντάδες πειστήρια που θα δείχνουν ένα πράγμα και μόνον: όλοι ξέραμε, από το 1960, ότι θέλαμε να χωθούμε στην τότε ΕΟΚ, ανέτοιμοι και με εμπιστοσύνη όχι στις ικανότητές μας, αλλά στο ότι ήμασταν καταφερτζήδες. Εμείς μιλούσαμε για πολιτική απόφαση που πρέπει να πάρουν οι Ευρωπαίοι όταν έδειχναν να ενδιαφέρονται για τα λογιστικά μας βιβλία. Πολιτικά το είδαμε, κι αυτό αποδείχτηκε επί χούντας, όταν πάγωσαν οι διαδικασίες ένταξης και δε μας πείραξε. Και επί Παπαληγούρα, όλοι ξέραμε ότι προσπαθούμε με μαγειρέματα να παραστήσουμε πως ήμασταν ελάχιστα αγροτική χώρα και ότι φλερτάραμε με τα πρόθυρα της εκβιομηχάνισης και του ελπιδοφόρου τουρισμού.
Ολοι καταλάβαμε τη φράση του Καραμανλή του πρεσβυτέρου, όταν είπε ότι μας ρίχνει στα βαθιά να μάθουμε να κολυμπάμε. Οταν μας έκαναν τσακωτούς με το καλαμπόκι, δεν υπήρχε κανένας που να ρίξει το βάρος στον Αθανασόπουλο. Οταν μας πρωτοέδωσαν κονδύλια για υποδομές, δε βάλαμε μήτε μια ταμπέλα που να το γράφει και φτιάξαμε κοινωνικές υποδομές και δουλειά σε ανέργους. Από κοινωνία του ενός τρίτου γίναμε κοινωνία των δύο τρίτων, με τους υπόλοιπους είτε μέσα στην άρνηση ή μέσα στο ασανσέρ να αποφασίζουν ποιος θα κυβερνήσει. Και τα δύο τρίτα, μεταξύ τους σε εμφύλιο, ποιος ήταν καλύτερος.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, όποιος έστελνε το χρέος του στα θυμαράκια, στην άλλη όχθη, σε απόσταση διαπλανητική, ήταν ένας καλός κυβερνήτης. Από το 1960 υπήρξαμε, βγαίνοντας επιτέλους από το φόβο και τον τρόμο του Εμφυλίου, άνθρωποι που θέλαμε γλυκιές κουβέντες, αληθινά ψέμματα, δήθεν ηθική διακυβέρνηση και όλα τα δήθεν και τάχα που συναντούσαμε στον κόσμο. Οταν πιάνανε Ιταλούς και άλλους «ούνα ράτσα, ούνα φάτσα» να κλέπτουν οπώρας και να μας παίρνουν την πρωτιά, χαιρόμασταν σαν τα παιδάκια.
Αποτέλεσμα: και πριν από το ευρώ, και έως σήμερα, δεν υπάρχει νομοθεσία, αλλά τακτοποιήσεις. Για παράδειγμα, σε κανένα μέρος του πλανήτη δεν υπάρχει σύλλογος ιδιοκτητών αυθαιρέτων, μήτε κάποια κυβέρνηση ζητάει εισφορά «για τακτοποίηση, όχι για νομιμοποίηση». Είμαστε μονίμως ολίγον έγγυοι. Τώρα που το σκέφτομαι, και το 1960 να βάλουμε όριο εξεταστικής λίγο είναι.
Πηγή: Αγγελιοφόρος
Η ενοχή από μόνη της δεν είναι τιμωρία. Η ενοχή προκαλεί τιμωρία. Αλλά προκαλεί και σωφρονισμό. Εξαρτάται από το βλέμμα του δικαστή. Ο παπάς δε δικάζει. Συγχωρεί. Ο πολιτικός δε δικάζει. Παίρνει το μήνυμα και αντίο σας. Ο πολίτης δικάζει μόνον όταν κινδυνεύει η δημοκρατία. Και τότε αποσύρει από την κυκλοφορία τον αίτιο. Στην περίπτωση της Εξεταστικής για την Οικονομία, κακώς θα ασχοληθεί μόνο με το 2004 ή μόνο με το 1980 και εφεξής.
Με ξεχωριστά πορίσματα και εκατοντάδες πειστήρια που θα δείχνουν ένα πράγμα και μόνον: όλοι ξέραμε, από το 1960, ότι θέλαμε να χωθούμε στην τότε ΕΟΚ, ανέτοιμοι και με εμπιστοσύνη όχι στις ικανότητές μας, αλλά στο ότι ήμασταν καταφερτζήδες. Εμείς μιλούσαμε για πολιτική απόφαση που πρέπει να πάρουν οι Ευρωπαίοι όταν έδειχναν να ενδιαφέρονται για τα λογιστικά μας βιβλία. Πολιτικά το είδαμε, κι αυτό αποδείχτηκε επί χούντας, όταν πάγωσαν οι διαδικασίες ένταξης και δε μας πείραξε. Και επί Παπαληγούρα, όλοι ξέραμε ότι προσπαθούμε με μαγειρέματα να παραστήσουμε πως ήμασταν ελάχιστα αγροτική χώρα και ότι φλερτάραμε με τα πρόθυρα της εκβιομηχάνισης και του ελπιδοφόρου τουρισμού.
Ολοι καταλάβαμε τη φράση του Καραμανλή του πρεσβυτέρου, όταν είπε ότι μας ρίχνει στα βαθιά να μάθουμε να κολυμπάμε. Οταν μας έκαναν τσακωτούς με το καλαμπόκι, δεν υπήρχε κανένας που να ρίξει το βάρος στον Αθανασόπουλο. Οταν μας πρωτοέδωσαν κονδύλια για υποδομές, δε βάλαμε μήτε μια ταμπέλα που να το γράφει και φτιάξαμε κοινωνικές υποδομές και δουλειά σε ανέργους. Από κοινωνία του ενός τρίτου γίναμε κοινωνία των δύο τρίτων, με τους υπόλοιπους είτε μέσα στην άρνηση ή μέσα στο ασανσέρ να αποφασίζουν ποιος θα κυβερνήσει. Και τα δύο τρίτα, μεταξύ τους σε εμφύλιο, ποιος ήταν καλύτερος.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, όποιος έστελνε το χρέος του στα θυμαράκια, στην άλλη όχθη, σε απόσταση διαπλανητική, ήταν ένας καλός κυβερνήτης. Από το 1960 υπήρξαμε, βγαίνοντας επιτέλους από το φόβο και τον τρόμο του Εμφυλίου, άνθρωποι που θέλαμε γλυκιές κουβέντες, αληθινά ψέμματα, δήθεν ηθική διακυβέρνηση και όλα τα δήθεν και τάχα που συναντούσαμε στον κόσμο. Οταν πιάνανε Ιταλούς και άλλους «ούνα ράτσα, ούνα φάτσα» να κλέπτουν οπώρας και να μας παίρνουν την πρωτιά, χαιρόμασταν σαν τα παιδάκια.
Αποτέλεσμα: και πριν από το ευρώ, και έως σήμερα, δεν υπάρχει νομοθεσία, αλλά τακτοποιήσεις. Για παράδειγμα, σε κανένα μέρος του πλανήτη δεν υπάρχει σύλλογος ιδιοκτητών αυθαιρέτων, μήτε κάποια κυβέρνηση ζητάει εισφορά «για τακτοποίηση, όχι για νομιμοποίηση». Είμαστε μονίμως ολίγον έγγυοι. Τώρα που το σκέφτομαι, και το 1960 να βάλουμε όριο εξεταστικής λίγο είναι.
Πηγή: Αγγελιοφόρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου