Η ώρα του μεγάλου ξεσηκωμού πλησιάζει. Από την Οδησσό της Ρωσίας αναχώρησε ο Αλεξ. Υψηλάντης το Σεπτέμβριο του 1820 και λίγες μέρες αργότερα την 1η Οκτωβρίου έφτασε στο Ισμαήλιο της Βεσσαραβίας, πόλη της Μολδαβίας. Εκεί έγιναν οι απαραίτητες συσκέψεις και καταστρώθηκε το οριστικό σχέδιο της εξέγερσης του Γένους.
Στις αποφασιστικές διαβουλεύσεις πήραν μέρος εκτός από τον Αλ. Υψηλάντη και των δύο σημαντικών πρωτεργατών της Φιλικής, Ξάνθου και Δικαίου, γνωστού ως Παπαφλέσσα, πολλά ακόμη στελέχη της Φιλικής Εταιρίας για να εκφράσουν την άποψή τους και να διαμορφώσουν το αναλυτικό σχέδιο με βάση του οποίου θα προχωρούσαν στις επαναστατικές τους κινήσεις. Ύστερα από διαβουλεύσεις αρκετών ημερών διαμορφώθηκε το επιχειρησιακό σχέδιο, του οποίου βασικές γραμμές είναι:
1. Άμεση έναρξη της επανάστασης.
2. Κέντρο στις επαναστατικές τους δραστηριότητες θεωρείται η Πελοπόννησος και η μετάβαση εκεί μέσω Τεργέστης του Αλεξ. Υψηλάντη.
3. Λαϊκή εξέγερση από τους Έλληνες στην Κων/λη με στόχο την πυρπόληση του Τουρκικού στόλου, την παράλυση του κρατικού μηχανισμού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και προσπάθειας σύλληψης του Σουλτάνου.
4. Εξέγερση των μισθοφορικών στρατευμάτων που τελούν υπό Ελληνική διεύθυνση και αποτελούν φρουρές στις παραδουνάβιες ηγεμονίες.
5. Συμμαχική προσέγγιση προς τους Σέρβους με σκοπό τη δημιουργία ισχυρού μετώπου εναντίον των τουρκικών στρατευμάτων
και
6. Άμεση αναχώρηση των ανθρώπων της Εταιρείας προς τις περιοχές της Μακεδονίας, Ηπείρου, Στ. Ελλάδος, Πελοποννήσου και στις χώρες όπου υπάρχει συμπαγής Ελληνισμός, με σκοπό την προετοιμασία των Ελλήνων που σε λίγους μήνες θα άρχιζε η επανάσταση.
Η συνέλευση του Ισμαηλίου συνεχίστηκε πολλές μέρες, τυπικά όμως, ολοκληρώθηκε στις 8 Οκτωβρίου 1820 με την προκήρυξη που διατυπώθηκε από τον Υψηλάντη και τους συνεργάτες του για να δοθεί στους εκπροσώπους της Εταιρείας. Στο κείμενο διατυπώθηκαν διάφορες σκέψεις με επικρατούσα εκείνη που τόνιζαν οι φιλικοί: ότι η εξέγερσή τους έχει αυτόνομο χαρακτήρα και επέμεναν στην αποδέσμευση του αγώνα τους από την προστασία μίας άμεσης στρατιωτικής συνδρομής της Ρωσίας. «Αδελφοί ομογενείς. Έχετε πάντοτε προ οφθαλμών, ότι ποτέ ξένος δεν βοηθεί ξένον χωρίς μεγαλώτατα κέρδη». Το παραπάνω σχέδιο που συντάχθηκε στην πορεία του αγώνα θα αλλάξει ανάλογα πάντα στις παρουσιαζόμενες ανάγκες του αγώνα.
Ο Υψηλάντης μετά πήγε στο Κισνόβιο (πόλη λίγα χιλιόμετρα ανατολικά του Προύθου ποταμού) όπου έμενε η οικογένειά του.
Εκεί, μελέτησε το σχέδιο που καταρτίσθηκε και στις 24 Οκτωβρίου 1820 το ματαίωσε. Πληροφορήθηκε ότι η μετάβασή του στην Πελοπόννησο μέσω Τεργέστης, εγκυμονούσε κινδύνους γιατί το διάστημα εκείνο στη Νεάπολη της Ιταλίας συνεχίζονταν επαναστατικές δραστηριότητες. Αποφασίζει, λοιπόν, να αρχίσει η επανάσταση από τις παραδουνάβιες Ηγεμονίες στις 15 Νοεμβρίου 1820. Γρήγορα και το σχέδιο αυτό απορρίφθηκε για να επικρατήσει η άποψη ότι η Επανάσταση έπρεπε να αρχίσει την άνοιξη του 1821. Η νέα μεταβολή προέκυψε διότι διαπιστώθηκε ότι οι σχετικές προετοιμασίες τόσο στην Πελοπόννησο αλλά και στη Μολδαβία, παρουσίαζαν σοβαρές ελλείψεις (1).
Στον αρχηγό της Φ. Εταιρίας δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι το σχέδιο που αφορούσε την κατάληξη των πλοίων του πολεμικού ναυτικού στην Κων/λη, τις στρατιωτικές αποθήκες, την προσβολή των στρατώνων και των οχυρών θέσεων από τους ομογενείς της Πόλης, θα είχε τρομακτική απήχηση όχι μόνο στην Τουρκία αλλά και στην Ευρώπη. Η επιτυχία αυτού του εγχειρήματος θα έκρινε γρήγορα την έκβαση του πολέμου.
Έκανε, ακόμη, σκέψεις ο αρχηγός να μεταβεί στη Γαλλία σε μια προσπάθεια, μέσα από τις γνωριμίες του να εξασφαλίσει οικονομικούς πόρους, απαραίτητους στη διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων.
Ταυτόχρονα σχεδίαζε συνεργασία με τον ηγεμόνα της Σερβίας, Μίλος Ομπρένοβιτς για να επιτύχει Ελληνοσερβική συμμαχία. Η Φιλική Εταιρία υπολόγιζε πολύ στο ρόλο που μπορούσε να παίζει η Σερβία για την επιτυχία της Επανάστασης.
Επειδή οι πληροφορίες που έφταναν από τους συνεργάτες του Υψηλάντη ήταν ιδιαίτερα ανησυχητικές, για υποψίες των Τούρκων, αναγκάσθηκε ο αρχηγός της Φ. Εταιρίας να αποφασίσει από το Κισνόβιο όπου έμενε με τους δικούς τους 16 Φεβρουαρίου 1821, να αρχίσουν χωρίς καμία αναβολή την Επανάσταση (2).
Ο ιστορικός του Ελληνικού Έθνους γράφει: «Ο υπασπιστής του Υψηλάντη Ύπατρος, πηγαίνοντας στον Αλή Πασά, δολοφονήθηκε στην Μακεδονία. Άλλος απεσταλμένος προς τον Μίλος της Σερβίας, ο Αριστείδης Παππάς, συνελήφθη και έδωσε παράδειγμα φιλοπατρίας και αφοσίωσης, αυτοκτονώντας, αφού κατέστρεψε τα έγγραφα των οποίων ήταν κομιστής, αλλά η σύλληψή του έκανε αναμφισβήτητο ότι η «Υψηλή Πόλη γνώριζε και τα πρόσωπα και τα πράγματα. Είναι λοιπόν ολοφάνερο ότι ο Υψηλάντης δεν μπορούσε ούτε να παραιτηθεί από το έργο ούτε να το αναβάλει, είτε ξεσπούσε ακέφαλη και ασυνάρτητη η Επανάσταση είτε όχι, θα έρχονταν συμφορές, οι οποίες κατά τούτο έμελλε να αποβούν πιο φοβερές από όλες όσες ήρθαν πραγματικά, ότι θα απέβαιναν άγονες (3).
«Επιλογή του ηρωισμού ως κινητήριας δύναμης της Επανάστασης ξεκινάει» γράφει ο Παπαρηγόπουλος, «από το γεγονός ότι διάβασε την οθωμανική κυριαρχία ως ένα είδος κατοχής όχι των πληθυσμών και του χώρου αλλά ενός προϋπάρχοντος έθνους» (4).
Την έκρηξη του πολέμου επρόκειτο να επισπεύσει, ένας οπλαρχηγός του Γεωργάκη Ολύμπιου, ο οποίος σύμφωνα με τις οδηγίες του Υψηλάντη, μύησε στη Φιλ Εταιρία το Βλάχο, φίλο του, Θεόδωρο Βλαδιμηρέσκου. Αυτόν παρακίνησε ο Γεωργάκης να προκαλέσει εξέγερση των ανδρείων συμπατριωτών του στη Μικρή Βλαχιά με κάποια σκοπιμότητα. Τα γεγονότα βέβαια, ακολούθησαν το δικό τους δρόμο. Ο Βλαδιμηρέσκου, φαντάστηκε ότι ήταν ευκαιρία γι’ αυτόν να ελευθερώσει τη δική του χώρα, τη Βλαχία, γι’ αυτό στρεφόταν περισσότερο εναντίον των Ελλήνων. Η ανταρσία του Βλαδιμηρέσκου, ισχυροποίησε την απόφαση στον Υψηλάντη να δράσει αμέσως χωρίς χρονοτριβή.
Στις 22 Φεβρουαρίου στις 6 το απόγευμα ο Αλεξ. Υψηλάντης, ντυμένος με στολή Ρώσου στρατηγού περνά τον Προύθο ποταμό και συνοδευόμενος από τους δύο αδελφούς του Γεώργιο και Νικόλαο. Από τον Γεώργιο Μάνο, το Γεώργιο Καντακουζηνό και μερικούς άλλους εισέρχεται στο Ιάσιο. Στις 24 Φεβρουαρίου 1821 εκδίδει την προκήρυξη, με την οποία καλούσε τους Έλληνες να επαναστατήσουν και τους διαβεβαίωνε ότι κάποια ισχυρή δύναμη ήταν έτοιμη να τους βοηθήσει, εννοούσε βέβαια, τη Ρωσία. Αμέσως υποβάλει και την παραίτησή του από το αξίωμα του στρατηγού, από το Ρωσικό στρατό.
Η προκήρυξη έλεγε:
«Μάχου υπέρ πίστης και πατρίδας».
Η ώρα ήλθεν ω Έλληνες. Προ πολλού οι λαοί της Ευρώπης πολεμούντες υπέρ των ιδίων δικαιωμάτων και ελευθερίας αυτών, μας επροσκάλουν εις μίμησιν. Αυτοί καίτοι, ελεύθεροι, επροσπάθησαν όλαις δυνμάμεσι αυξήσουν την ελευθερίαν και δι’ αυτής πάσαν αυτών ευδαιμονίαν… εις τα όπλα, λοιπόν, φίλοι η πατρίδας μας προσκαλεί.
Την 24η Φεβρουαρίου 1821
Βιβλιογραφία
1. Ιστορία του Ν. Ελληνισμού Τ.Τ. σελ. 31-33 εκδ. Ελλ. Γράμματα
2. Ιστορία των Ελλήνων τ.9 σελ. 60-63 εκδ. Δομή
3. Ιστορία του Ελλ. Έθνους του Κ. Παπαρρηγοπούλου τ.14 εκδ. Λυμπέρης
4. Ιστορία της Ελλ. Επανάστασης του 1821 του Δ. Βακαλόπουλου εκδ. ΟΕΔΒ
Παναγιώτης Ι. Παπαδόπουλος, Φιλόλογος - Καθηγητής
Στις αποφασιστικές διαβουλεύσεις πήραν μέρος εκτός από τον Αλ. Υψηλάντη και των δύο σημαντικών πρωτεργατών της Φιλικής, Ξάνθου και Δικαίου, γνωστού ως Παπαφλέσσα, πολλά ακόμη στελέχη της Φιλικής Εταιρίας για να εκφράσουν την άποψή τους και να διαμορφώσουν το αναλυτικό σχέδιο με βάση του οποίου θα προχωρούσαν στις επαναστατικές τους κινήσεις. Ύστερα από διαβουλεύσεις αρκετών ημερών διαμορφώθηκε το επιχειρησιακό σχέδιο, του οποίου βασικές γραμμές είναι:
1. Άμεση έναρξη της επανάστασης.
2. Κέντρο στις επαναστατικές τους δραστηριότητες θεωρείται η Πελοπόννησος και η μετάβαση εκεί μέσω Τεργέστης του Αλεξ. Υψηλάντη.
3. Λαϊκή εξέγερση από τους Έλληνες στην Κων/λη με στόχο την πυρπόληση του Τουρκικού στόλου, την παράλυση του κρατικού μηχανισμού της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και προσπάθειας σύλληψης του Σουλτάνου.
4. Εξέγερση των μισθοφορικών στρατευμάτων που τελούν υπό Ελληνική διεύθυνση και αποτελούν φρουρές στις παραδουνάβιες ηγεμονίες.
5. Συμμαχική προσέγγιση προς τους Σέρβους με σκοπό τη δημιουργία ισχυρού μετώπου εναντίον των τουρκικών στρατευμάτων
και
6. Άμεση αναχώρηση των ανθρώπων της Εταιρείας προς τις περιοχές της Μακεδονίας, Ηπείρου, Στ. Ελλάδος, Πελοποννήσου και στις χώρες όπου υπάρχει συμπαγής Ελληνισμός, με σκοπό την προετοιμασία των Ελλήνων που σε λίγους μήνες θα άρχιζε η επανάσταση.
Η συνέλευση του Ισμαηλίου συνεχίστηκε πολλές μέρες, τυπικά όμως, ολοκληρώθηκε στις 8 Οκτωβρίου 1820 με την προκήρυξη που διατυπώθηκε από τον Υψηλάντη και τους συνεργάτες του για να δοθεί στους εκπροσώπους της Εταιρείας. Στο κείμενο διατυπώθηκαν διάφορες σκέψεις με επικρατούσα εκείνη που τόνιζαν οι φιλικοί: ότι η εξέγερσή τους έχει αυτόνομο χαρακτήρα και επέμεναν στην αποδέσμευση του αγώνα τους από την προστασία μίας άμεσης στρατιωτικής συνδρομής της Ρωσίας. «Αδελφοί ομογενείς. Έχετε πάντοτε προ οφθαλμών, ότι ποτέ ξένος δεν βοηθεί ξένον χωρίς μεγαλώτατα κέρδη». Το παραπάνω σχέδιο που συντάχθηκε στην πορεία του αγώνα θα αλλάξει ανάλογα πάντα στις παρουσιαζόμενες ανάγκες του αγώνα.
Ο Υψηλάντης μετά πήγε στο Κισνόβιο (πόλη λίγα χιλιόμετρα ανατολικά του Προύθου ποταμού) όπου έμενε η οικογένειά του.
Εκεί, μελέτησε το σχέδιο που καταρτίσθηκε και στις 24 Οκτωβρίου 1820 το ματαίωσε. Πληροφορήθηκε ότι η μετάβασή του στην Πελοπόννησο μέσω Τεργέστης, εγκυμονούσε κινδύνους γιατί το διάστημα εκείνο στη Νεάπολη της Ιταλίας συνεχίζονταν επαναστατικές δραστηριότητες. Αποφασίζει, λοιπόν, να αρχίσει η επανάσταση από τις παραδουνάβιες Ηγεμονίες στις 15 Νοεμβρίου 1820. Γρήγορα και το σχέδιο αυτό απορρίφθηκε για να επικρατήσει η άποψη ότι η Επανάσταση έπρεπε να αρχίσει την άνοιξη του 1821. Η νέα μεταβολή προέκυψε διότι διαπιστώθηκε ότι οι σχετικές προετοιμασίες τόσο στην Πελοπόννησο αλλά και στη Μολδαβία, παρουσίαζαν σοβαρές ελλείψεις (1).
Στον αρχηγό της Φ. Εταιρίας δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι το σχέδιο που αφορούσε την κατάληξη των πλοίων του πολεμικού ναυτικού στην Κων/λη, τις στρατιωτικές αποθήκες, την προσβολή των στρατώνων και των οχυρών θέσεων από τους ομογενείς της Πόλης, θα είχε τρομακτική απήχηση όχι μόνο στην Τουρκία αλλά και στην Ευρώπη. Η επιτυχία αυτού του εγχειρήματος θα έκρινε γρήγορα την έκβαση του πολέμου.
Έκανε, ακόμη, σκέψεις ο αρχηγός να μεταβεί στη Γαλλία σε μια προσπάθεια, μέσα από τις γνωριμίες του να εξασφαλίσει οικονομικούς πόρους, απαραίτητους στη διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων.
Ταυτόχρονα σχεδίαζε συνεργασία με τον ηγεμόνα της Σερβίας, Μίλος Ομπρένοβιτς για να επιτύχει Ελληνοσερβική συμμαχία. Η Φιλική Εταιρία υπολόγιζε πολύ στο ρόλο που μπορούσε να παίζει η Σερβία για την επιτυχία της Επανάστασης.
Επειδή οι πληροφορίες που έφταναν από τους συνεργάτες του Υψηλάντη ήταν ιδιαίτερα ανησυχητικές, για υποψίες των Τούρκων, αναγκάσθηκε ο αρχηγός της Φ. Εταιρίας να αποφασίσει από το Κισνόβιο όπου έμενε με τους δικούς τους 16 Φεβρουαρίου 1821, να αρχίσουν χωρίς καμία αναβολή την Επανάσταση (2).
Ο ιστορικός του Ελληνικού Έθνους γράφει: «Ο υπασπιστής του Υψηλάντη Ύπατρος, πηγαίνοντας στον Αλή Πασά, δολοφονήθηκε στην Μακεδονία. Άλλος απεσταλμένος προς τον Μίλος της Σερβίας, ο Αριστείδης Παππάς, συνελήφθη και έδωσε παράδειγμα φιλοπατρίας και αφοσίωσης, αυτοκτονώντας, αφού κατέστρεψε τα έγγραφα των οποίων ήταν κομιστής, αλλά η σύλληψή του έκανε αναμφισβήτητο ότι η «Υψηλή Πόλη γνώριζε και τα πρόσωπα και τα πράγματα. Είναι λοιπόν ολοφάνερο ότι ο Υψηλάντης δεν μπορούσε ούτε να παραιτηθεί από το έργο ούτε να το αναβάλει, είτε ξεσπούσε ακέφαλη και ασυνάρτητη η Επανάσταση είτε όχι, θα έρχονταν συμφορές, οι οποίες κατά τούτο έμελλε να αποβούν πιο φοβερές από όλες όσες ήρθαν πραγματικά, ότι θα απέβαιναν άγονες (3).
«Επιλογή του ηρωισμού ως κινητήριας δύναμης της Επανάστασης ξεκινάει» γράφει ο Παπαρηγόπουλος, «από το γεγονός ότι διάβασε την οθωμανική κυριαρχία ως ένα είδος κατοχής όχι των πληθυσμών και του χώρου αλλά ενός προϋπάρχοντος έθνους» (4).
Την έκρηξη του πολέμου επρόκειτο να επισπεύσει, ένας οπλαρχηγός του Γεωργάκη Ολύμπιου, ο οποίος σύμφωνα με τις οδηγίες του Υψηλάντη, μύησε στη Φιλ Εταιρία το Βλάχο, φίλο του, Θεόδωρο Βλαδιμηρέσκου. Αυτόν παρακίνησε ο Γεωργάκης να προκαλέσει εξέγερση των ανδρείων συμπατριωτών του στη Μικρή Βλαχιά με κάποια σκοπιμότητα. Τα γεγονότα βέβαια, ακολούθησαν το δικό τους δρόμο. Ο Βλαδιμηρέσκου, φαντάστηκε ότι ήταν ευκαιρία γι’ αυτόν να ελευθερώσει τη δική του χώρα, τη Βλαχία, γι’ αυτό στρεφόταν περισσότερο εναντίον των Ελλήνων. Η ανταρσία του Βλαδιμηρέσκου, ισχυροποίησε την απόφαση στον Υψηλάντη να δράσει αμέσως χωρίς χρονοτριβή.
Στις 22 Φεβρουαρίου στις 6 το απόγευμα ο Αλεξ. Υψηλάντης, ντυμένος με στολή Ρώσου στρατηγού περνά τον Προύθο ποταμό και συνοδευόμενος από τους δύο αδελφούς του Γεώργιο και Νικόλαο. Από τον Γεώργιο Μάνο, το Γεώργιο Καντακουζηνό και μερικούς άλλους εισέρχεται στο Ιάσιο. Στις 24 Φεβρουαρίου 1821 εκδίδει την προκήρυξη, με την οποία καλούσε τους Έλληνες να επαναστατήσουν και τους διαβεβαίωνε ότι κάποια ισχυρή δύναμη ήταν έτοιμη να τους βοηθήσει, εννοούσε βέβαια, τη Ρωσία. Αμέσως υποβάλει και την παραίτησή του από το αξίωμα του στρατηγού, από το Ρωσικό στρατό.
Η προκήρυξη έλεγε:
«Μάχου υπέρ πίστης και πατρίδας».
Η ώρα ήλθεν ω Έλληνες. Προ πολλού οι λαοί της Ευρώπης πολεμούντες υπέρ των ιδίων δικαιωμάτων και ελευθερίας αυτών, μας επροσκάλουν εις μίμησιν. Αυτοί καίτοι, ελεύθεροι, επροσπάθησαν όλαις δυνμάμεσι αυξήσουν την ελευθερίαν και δι’ αυτής πάσαν αυτών ευδαιμονίαν… εις τα όπλα, λοιπόν, φίλοι η πατρίδας μας προσκαλεί.
Την 24η Φεβρουαρίου 1821
Βιβλιογραφία
1. Ιστορία του Ν. Ελληνισμού Τ.Τ. σελ. 31-33 εκδ. Ελλ. Γράμματα
2. Ιστορία των Ελλήνων τ.9 σελ. 60-63 εκδ. Δομή
3. Ιστορία του Ελλ. Έθνους του Κ. Παπαρρηγοπούλου τ.14 εκδ. Λυμπέρης
4. Ιστορία της Ελλ. Επανάστασης του 1821 του Δ. Βακαλόπουλου εκδ. ΟΕΔΒ
Παναγιώτης Ι. Παπαδόπουλος, Φιλόλογος - Καθηγητής
Πηγή: Λαός Βέροιας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου