Δυτικά του ιερού της Αφροδίτης, ο Παυσανίας είδε τους Ρειτούς:
«Οι λεγόμενοι Ρειτοίμόνο που ρέουν όπως τα ποτάμια- το νερό τους είναι θαλασσινό. θα μπορούσε να πιστέψει κανείς πως από τον Εύριπο της Χαλκίδας ρέουν κάτω από το έδαφος σε μια θάλασσα χαμηλότερη. Οι Ρειτοί από παράδοση θεωρούνται αφιερωμένοι στην Κόρη και τη Δήμητρα, και ψάρια από αυτούς μπορούν να πιάνουν μόνο οι ιερείς.
Οι Ρειτοί, όπως μαθαίνω, στην παλιά εποχή αποτελούσαν το σύνορο της χώρας των Ελευσινίων προς τους άλλους αθηναίους».
Οι Ρειτοί ήταν δύο μικρές τεχνητές λίμνες που σχηματίστηκαν από ομάδα πηγών στις δυτικότατες παρυφές του όρους Αιγάλεω και γύρω στα 300 μέτρα βορείως της ακτής. Οι πηγές βρίσκονταν σε φυσικά βαθουλώματα του εδάφους, τα οποία κατά την αρχαιότητα φράχτηκαν προς την πλευρά της θάλασσας. Τα ρεύματα που περιγράφει ο Παυσανίας είναι οι εκροές των φραγμάτων προς τον κόλπο της Ελευσίνας. Αυτές ήταν γεφυρωμένες, προκειμένου να διευκολύνεται η διέλευση των ταξιδιωτών.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η διαμόρφωση των λιμνών και των διαρροών των υδάτων προς τη θάλασσα έγινε στα κλασικά χρόνια. Πριν από αυτά η διέλευση από το σημείο αυτό θα πρέπει να ήταν αδύνατη εξαιτίας των ρευμάτων και των ελών που τα τελευταία θα σχημάτιζαν- έτσι, η Ιερά Οδός θα πρέπει αρχικά να έκανε παράκαμψη προς τα βόρεια, ώστε να περάσει πίσω από τις πηγές. To νερό των Ρειτών ήταν υφάλμυρο λόγω της μικρής απόστασης που τους χώριζε από τη θάλασσα.
«Οι λεγόμενοι Ρειτοίμόνο που ρέουν όπως τα ποτάμια- το νερό τους είναι θαλασσινό. θα μπορούσε να πιστέψει κανείς πως από τον Εύριπο της Χαλκίδας ρέουν κάτω από το έδαφος σε μια θάλασσα χαμηλότερη. Οι Ρειτοί από παράδοση θεωρούνται αφιερωμένοι στην Κόρη και τη Δήμητρα, και ψάρια από αυτούς μπορούν να πιάνουν μόνο οι ιερείς.
Οι Ρειτοί, όπως μαθαίνω, στην παλιά εποχή αποτελούσαν το σύνορο της χώρας των Ελευσινίων προς τους άλλους αθηναίους».
Οι Ρειτοί ήταν δύο μικρές τεχνητές λίμνες που σχηματίστηκαν από ομάδα πηγών στις δυτικότατες παρυφές του όρους Αιγάλεω και γύρω στα 300 μέτρα βορείως της ακτής. Οι πηγές βρίσκονταν σε φυσικά βαθουλώματα του εδάφους, τα οποία κατά την αρχαιότητα φράχτηκαν προς την πλευρά της θάλασσας. Τα ρεύματα που περιγράφει ο Παυσανίας είναι οι εκροές των φραγμάτων προς τον κόλπο της Ελευσίνας. Αυτές ήταν γεφυρωμένες, προκειμένου να διευκολύνεται η διέλευση των ταξιδιωτών.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η διαμόρφωση των λιμνών και των διαρροών των υδάτων προς τη θάλασσα έγινε στα κλασικά χρόνια. Πριν από αυτά η διέλευση από το σημείο αυτό θα πρέπει να ήταν αδύνατη εξαιτίας των ρευμάτων και των ελών που τα τελευταία θα σχημάτιζαν- έτσι, η Ιερά Οδός θα πρέπει αρχικά να έκανε παράκαμψη προς τα βόρεια, ώστε να περάσει πίσω από τις πηγές. To νερό των Ρειτών ήταν υφάλμυρο λόγω της μικρής απόστασης που τους χώριζε από τη θάλασσα.
Η Ιερά Οδός κατά μήκος της μήκος της παραλίας προς τη λίμνη Κουμουνδούρου στις αρχές της δεκαετίας του 1930 (Πρακτικά Αρχαιολογικής Εταιρείας 1937, σελ. 40, εικ. 19).
Η βόρεια λίμνη ήταν αφιερωμένη στη θεά Δήμητρα, ενώ η «προς το άστυ» στην κόρη της Περσεφόνη. Μόνο οι ιερείς των θεοτήτων αυτών είχαν το δικαίωμα να ψαρεύουν εκεί. Η νότια λίμνη της Περσεφόνης διατηρείται μέχρι σήμερα και είναι γνωστή ως λίμνη Κουμουνδούρου- εντοπίζεται στα σύνορα του σύγχρονου Δήμου Χαϊδαρίου με τον Δήμο Ασπροπύργου.
Αντίστοιχα, στην αρχαιότητα οι Ρειτοί αποτελούσαν το όριο μεταξύ Αθηνών και Ελευσίνας. Στο κέντρο περίπου της λίμνης Κουμουνδούρου ο Ιωάννης Τραυλός εντόπισε μακρύ τοίχο, που προφανώς αποτελούσε μέρος του φράγματος που συγκρατούσε τα ύδατα και διαμόρφωνε τη λίμνη. Ο Τραυλός αναγνώρισε ότι οι λίθοι που είχαν χρησιμοποιηθεί στο φράγμα ήταν σε δεύτερη χρήση και βάσει της μορφολογίας τους τους συνέδεσε με το δομικό υλικό του ελευσινιακού τελεστηρίου που είχε ανεγείρει ο Πεισίστρατος και κατακάηκε από τους Πέρσες το 479 π.Χ..
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Ελευσίνας υπάρχει επιγραφή με τμήμα ψηφίσματος της αθηναϊκής βουλής σχετικά με τη γεφύρωση ενός από τα δύο ρεύματα των Ρειτών. Η επιγραφή χρονολογείται στο 421 π.Χ. και αναφέρει ότι οι Αθηναίοι είχαν αποφασίσει να κατασκευάσουν λίθινη γέφυρα πλάτους πέντε ποδών, δηλαδή περίπου 1,5 μέτρου, προκειμένου οι ιερείς που μετέφεραν τα ιερά της Δήμητρας στην Αθήνα να περνούν με ασφάλεια τα ρεύματα. Παράλληλα, το μικρό πλάτος της γέφυρας απαγόρευε την έλευση τροχοφόρων, καθώς οι συνοδοί των ιερών αντικειμένων της θεάς ήταν υποχρεωμένοι να είναι πεζοί.
Αντίστοιχα, στην αρχαιότητα οι Ρειτοί αποτελούσαν το όριο μεταξύ Αθηνών και Ελευσίνας. Στο κέντρο περίπου της λίμνης Κουμουνδούρου ο Ιωάννης Τραυλός εντόπισε μακρύ τοίχο, που προφανώς αποτελούσε μέρος του φράγματος που συγκρατούσε τα ύδατα και διαμόρφωνε τη λίμνη. Ο Τραυλός αναγνώρισε ότι οι λίθοι που είχαν χρησιμοποιηθεί στο φράγμα ήταν σε δεύτερη χρήση και βάσει της μορφολογίας τους τους συνέδεσε με το δομικό υλικό του ελευσινιακού τελεστηρίου που είχε ανεγείρει ο Πεισίστρατος και κατακάηκε από τους Πέρσες το 479 π.Χ..
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Ελευσίνας υπάρχει επιγραφή με τμήμα ψηφίσματος της αθηναϊκής βουλής σχετικά με τη γεφύρωση ενός από τα δύο ρεύματα των Ρειτών. Η επιγραφή χρονολογείται στο 421 π.Χ. και αναφέρει ότι οι Αθηναίοι είχαν αποφασίσει να κατασκευάσουν λίθινη γέφυρα πλάτους πέντε ποδών, δηλαδή περίπου 1,5 μέτρου, προκειμένου οι ιερείς που μετέφεραν τα ιερά της Δήμητρας στην Αθήνα να περνούν με ασφάλεια τα ρεύματα. Παράλληλα, το μικρό πλάτος της γέφυρας απαγόρευε την έλευση τροχοφόρων, καθώς οι συνοδοί των ιερών αντικειμένων της θεάς ήταν υποχρεωμένοι να είναι πεζοί.
To ψηφισματικό ανάγλυφο για τη γεφύρωση των Ρειτών (ύψος 0,9 μ. και πλάτος 0,57 μ.), 422/421 π.Χ. (Αρχαιολογικό Μουσείο Ελευσίνας).
Η επιγραφή επιστέφεται από ανάγλυφη παράσταση που απεικονίζει τις ελευσινιακές και τις αθηναϊκές θεότητες. Στην αριστερή άκρη έχουμε τη Δήμητρα και δίπλα της την Περσεφόνη που κρατά δάδες, ενώ στα δεξιά εικονίζεται η θεά Αθηνά πάνοπλη να δίνει το δεξί χέρι σε νέο άνδρα που στέκεται μπροστά της, δίπλα στην Περσεφόνη. Αυτός έχει ταυτιστεί από κάποιους αρχαιολόγους με τον ελευσίνιο ήρωα Τριπτόλεμο, ενώ άλλοι θεωρούν ότι πρόκειται για προσωποποίηση του Δήμου των Ελευσινίων.
Παρότι ο Παυσανίας αναφέρει μόνο τα ρεύματα, είναι βέβαιο πως είδε και τις λίμνες οι οποίες, σύμφωνα με διάφορους περιηγητές, διατηρούνταν καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα μ.Χ. Μάλιστα, οι εκροές των λιμνών προς τη θάλασσα χρησιμοποιούνταν για να θέτουν σε κίνηση δύο παράλιους υδρόμυλους, που είχαν χτιστεί κοντά στις λίμνες στις αρχές του περασμένου αιώνα, αν όχι νωρίτερα. Ο François Pouqueville επισκέφτηκε την περιοχή κατά το πρώτο ήμισυ της δεκαετίας του 1810:
«Αφού πήρα μερικά δείγματα του εδάφους (μετά TO στενό πέρασμα μεταξύ Ποικίλου και Αιγάλεω), επέστρεψα στην Ιερά οδό και την ακολούθησα ως τους Ρειτούς ή αλμυρές πηγές αφιερωμένες στη Δήμητρα και την Περσεφόνη, δίπλα στις οποίες έχουν κτίσει μύλους. Απ' αυτό το σημείο έχασα τα ίχνη τροχών που είχαν σχηματίσει οι ρόδες των κάρων και τα οποία ακολουθούσαμε από το ναό της Φίλης Αφροδίτης (ιερό Αφροδίτης Σκαραμαγκά}».
Παρότι ο Παυσανίας αναφέρει μόνο τα ρεύματα, είναι βέβαιο πως είδε και τις λίμνες οι οποίες, σύμφωνα με διάφορους περιηγητές, διατηρούνταν καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα μ.Χ. Μάλιστα, οι εκροές των λιμνών προς τη θάλασσα χρησιμοποιούνταν για να θέτουν σε κίνηση δύο παράλιους υδρόμυλους, που είχαν χτιστεί κοντά στις λίμνες στις αρχές του περασμένου αιώνα, αν όχι νωρίτερα. Ο François Pouqueville επισκέφτηκε την περιοχή κατά το πρώτο ήμισυ της δεκαετίας του 1810:
«Αφού πήρα μερικά δείγματα του εδάφους (μετά TO στενό πέρασμα μεταξύ Ποικίλου και Αιγάλεω), επέστρεψα στην Ιερά οδό και την ακολούθησα ως τους Ρειτούς ή αλμυρές πηγές αφιερωμένες στη Δήμητρα και την Περσεφόνη, δίπλα στις οποίες έχουν κτίσει μύλους. Απ' αυτό το σημείο έχασα τα ίχνη τροχών που είχαν σχηματίσει οι ρόδες των κάρων και τα οποία ακολουθούσαμε από το ναό της Φίλης Αφροδίτης (ιερό Αφροδίτης Σκαραμαγκά}».
Ασβεστολιθική βάση (ύψος 0,47 μ. και πλάτος 1,18 μ.) για στήριξη όρου, στην κορυφή του λόφου της Ηχούς (Πρακτικά Αρχαιολογικής Εταιρείας 1937, σελ. 39, εικ. 18).
Ο Gustave Flaubert κατά τα τέλη του 1850, ακολούθησε ανάλογη πορεία με τον Pouqueville:
«Μονομιάς, στο τέλος της κατεβασιάς (αμέσως μετά το πέρασμα μεταξύ Ποικίλου και Αιγάλεω), στρίβουμε δεξιά, οι βράχοι είναι κομμένοι ίσια, ο δρόμος έχει κατασκευαστεί απάνω τους: είναι δίχως αμφιβολία ο αρχαίος δρόμος. Ο δρόμος περνάει ανάμεσα στη θάλασσα και τις λίμνες Ρειτοί, ένα γεφύρι σου επιτρέπει να περάσεις TO μικρό αυλάκι που τις ενώνει. Οι λίμνες Ρειτοί θυμίζουν τους ορμίσκους που διαμορφώνει η παλίρροια. Λένε οι λίμνες- εγώ βλέπω μόνο μία ή μάλλον κάτι σαν πλημμυρισμένο βάλτο».
Παλαιοί κάτοικοι της περιοχής Σκαραμαγκά αναφέρουν ότι και οι δύο λίμνες υπήρχαν μέχρι και τη δεκαετία του 1950. Τις περιγράφουν με πεντακάθαρα, συνεχώς ανανεούμενα ύδατα, γεμάτες ψάρια, κυρίως κέφαλους αλλά και λαυράκια, χέλια κ.ά. Περιβάλλονταν από ψηλούς καλαμιώνες, όπου έβρισκαν καταφύγιο πολλά πουλιά και αποτελούσαν πραγματικούς υδροβιότοπους.
Η ονομασία της νότιας λίμνης, δηλαδή της λίμνης Κουμουνδούρου, ανάγεται είτε στο όνομα οικογένειας γαιοκτημόνων στους οποίους ανήκε η περιοχή κατά τον 19ο αιώνα είτε στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κουμουνδούρο (1817-1883), στη θητεία του οποίου κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1860, έγιναν έργα επιχωμάτωσης και οδοποιίας μεταξύ της ακτής του Σκαραμαγκά και της λίμνης. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η επιφάνεια της λίμνης Κουμουνδούρου μειώθηκε σημαντικά εξαιτίας της διαπλάτυνσης της εθνικής οδού Αθηνών - Κορίνθου.
Η βόρεια λίμνη, γνωστή ως Κεφαλάρι, αποστραγγίστηκε και επιχωματώθηκε κατά τη δεκαετία του 1950 ως συνέπεια της εγκατάστασης διυλιστηρίων στην παράκτια περιοχή του Ασπροπύργου. Σήμερα η θέση της λίμνης αυτής υποδηλώνεται από βάλτο που σχηματίζεται μεταξύ των Ελληνικών Διυλιστηρίων Ασπροπύργου (ΕΛΔΑ) και της λίμνης Κουμουνδούρου.
Πηγή: Δήμος Χαϊδαρίου
Για τη σημερινή κατάσταση της λίμνης μπορείτε να δείτε και να διαβάσετε εδώ.
«Μονομιάς, στο τέλος της κατεβασιάς (αμέσως μετά το πέρασμα μεταξύ Ποικίλου και Αιγάλεω), στρίβουμε δεξιά, οι βράχοι είναι κομμένοι ίσια, ο δρόμος έχει κατασκευαστεί απάνω τους: είναι δίχως αμφιβολία ο αρχαίος δρόμος. Ο δρόμος περνάει ανάμεσα στη θάλασσα και τις λίμνες Ρειτοί, ένα γεφύρι σου επιτρέπει να περάσεις TO μικρό αυλάκι που τις ενώνει. Οι λίμνες Ρειτοί θυμίζουν τους ορμίσκους που διαμορφώνει η παλίρροια. Λένε οι λίμνες- εγώ βλέπω μόνο μία ή μάλλον κάτι σαν πλημμυρισμένο βάλτο».
Παλαιοί κάτοικοι της περιοχής Σκαραμαγκά αναφέρουν ότι και οι δύο λίμνες υπήρχαν μέχρι και τη δεκαετία του 1950. Τις περιγράφουν με πεντακάθαρα, συνεχώς ανανεούμενα ύδατα, γεμάτες ψάρια, κυρίως κέφαλους αλλά και λαυράκια, χέλια κ.ά. Περιβάλλονταν από ψηλούς καλαμιώνες, όπου έβρισκαν καταφύγιο πολλά πουλιά και αποτελούσαν πραγματικούς υδροβιότοπους.
Η ονομασία της νότιας λίμνης, δηλαδή της λίμνης Κουμουνδούρου, ανάγεται είτε στο όνομα οικογένειας γαιοκτημόνων στους οποίους ανήκε η περιοχή κατά τον 19ο αιώνα είτε στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Κουμουνδούρο (1817-1883), στη θητεία του οποίου κατά το δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του 1860, έγιναν έργα επιχωμάτωσης και οδοποιίας μεταξύ της ακτής του Σκαραμαγκά και της λίμνης. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, η επιφάνεια της λίμνης Κουμουνδούρου μειώθηκε σημαντικά εξαιτίας της διαπλάτυνσης της εθνικής οδού Αθηνών - Κορίνθου.
Η βόρεια λίμνη, γνωστή ως Κεφαλάρι, αποστραγγίστηκε και επιχωματώθηκε κατά τη δεκαετία του 1950 ως συνέπεια της εγκατάστασης διυλιστηρίων στην παράκτια περιοχή του Ασπροπύργου. Σήμερα η θέση της λίμνης αυτής υποδηλώνεται από βάλτο που σχηματίζεται μεταξύ των Ελληνικών Διυλιστηρίων Ασπροπύργου (ΕΛΔΑ) και της λίμνης Κουμουνδούρου.
Πηγή: Δήμος Χαϊδαρίου
Για τη σημερινή κατάσταση της λίμνης μπορείτε να δείτε και να διαβάσετε εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου