Τρίτη 9 Ιουλίου 2013

«Παρά το γαίμαν τους πολλούς εν κάλλιον του πισκόπου»


Του Ανδρέα Ν. Παπαβασιλείου
Διδάκτορα Θεολογίας    

Ενάτη Ιουλίου σήμερα. Κι η μνήμη μας αναπόφευκτα στρέφεται σε μια άλλη 9η Ιουλίου, η οποία καταγράφηκε στις μελανές σελίδες της νεότερης Ιστορίας της Κύπρου, την 9η Ιουλίου του 1821, κατά την οποία συνέβη το μακελλειό στο Σεράγι της Λευκωσίας και σ’ άλλα μέρη της τουρκοκρατούμενης Πατρίδας μας, που συνοδεύθηκε με τον απαγχονισμό του εθνομάρτυρα Αρχιεπισκόπου Κυπρι-ανού και τη σφαγή δεκάδων άλλων κληρικών και προκρίτων της Νήσου.

Γι’ αυτό το γεγονός συντάχθηκε από τον εθνικό μας ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη το γνωστό ποίημά του « Η 9η Ιουλίου 1821, εν Λευκωσία (Κύπρου)», στο οποίο μας πληροφορεί για τα δραματικά γεγονότα, που συνέβησαν στην Κύπρο τον μαύρο Ιούλη του χρόνου εκείνου, κατά τον οποίο το ΄Εθνος ξεσηκώθηκε για την αποτίναξη της μακρόχρονης τουρκικής σκλαβιάς.

Με πολύ παραστατικό τρόπο ο Βασίλης Μιχαηλίδης περιγράφει τη σύλληψη του εθνομάρτυρα Κυπριανού και των άλ-λων Ιεραρχών ( Πάφου Χρυσάνθου, Κιτίου Μελετίου και Κυρηνείας Λαυρεντίου ), τη σύγκρουση - αντιπαράθεση του Πρωθιεράρχη της Κύπρου με τον Τούρκο κυβερνήτη της Κύπρου Μουσελλίμ αγά, τις προσπάθειες του δευτέρου να τεκμηριώσει τις «αποδείξεις» για ενοχή των συλληφθέντων και να δικαιολογήσει τις προσχεδιασμένες μαζικές εκτελέσεις, καθώς και την απεγνωσμένη κίνηση του Κκιόρογλού να διασώσει τον Αρχιεπίσκοπο από τον απαγχονισμό, όπως και την άρνηση του Κυπριανού να λιποτακτήσει :

«Εσ΄κ΄υψεν ο Κ’υπριανός, κ’έμεινεν νάκκον ώραν
κ΄’εδκιαολίστην νακκουρίν κ’ι’αννοίει κ’αι λαλεί του :
ʺ Δεν θέλω, Κκιόρ - ογλού, εγιώ να φύω που την Χώραν,
γιατί αν φύω, το κακόν εν να γινεί περίτου.
 Θέλω να μείνω, Κκιόρ - ογλού, κ’ι΄ας πα να με σκοτώσουν.
  Δεν φεύκω, Κκιόρ - ογλού, γιατί, αν φύω, ο φευκκός μου
εν να γενή θανατικόν εις τους Ρωμιούς.
Να βάλω την συρτοθηλειάν εις τον λαιμόν του κόσμου ;
Παρά το γαίμαν τους πολλούς εν κάλλιον του πισκόπουʺ»
.

Δεν υπάρχει άνθρωπος, γνώστης της ανεκτίμητης διαλέκτου μας, που να μην εντυπωσιαστεί διαβάζοντας το επικό αυτό ποίημα του εθνικού βάρδου της Κύ-πρου, όπου ο πατριωτισμός του εθνομάρτυρα Αρχιεπισκόπου Κυπριανού είναι διάχυτος και αναμφισβήτητος.

Δεν θα μπορούσε να ήταν αληθινός ποιμένας και υποδειγματικός πνευματικός πατέρας, αν συγκατατίθετο στην πρόταση του Κκιόρ - ογλού να «φύει που την Χώραν», για να σωθεί από τον θάνατο. Χωρίς να είχε πρόθεση να αυτοκτονήσει, παρέμεινε στην Αρχιεπισκοπή, εν γνώσει του, ότι θα συλλαμβανόταν από τους υποτακτικούς του Μουσελλίμ αγά, για να μεταφερθεί στο Σεράγι και να κρεμαστεί, σε κοινή θέα, πάνω στη συκαμινιά της γνωστής πλατείας της Λευκωσίας.

Ακολούθησε πιστά όσα ο Χριστός είπε στους μα-θητές του για τον εαυτό του: «Εγώ είμαι ο καλός ποιμένας, που θυσιάζει τη ζωή του για χάρη των προβάτων του» ( Ιωάν. 10, 11 ).

Βάδισε τον ίδιο δρόμο του εθνομάρ-τυρα Πατριάρχη αγίου Γρηγορίου Ε΄, ο οποίος την ημέρα του Πάσχα του 1821 ( 10 Απριλίου ) οδηγήθηκε στην αγχόνη, μόλις που πρόφτασε να ψελλίσει, « Κύριε εις χείρας σου παραθήσομαι το πνεύμα μου » ( Λουκ. 23, 46 ) και του επίσης εθνομάρτυρα Μητροπολίτη Σμύρνης αγίου Χρυσοστόμου Καλαφάτη, ο οποίος, αφού είπε στους λιγοστούς πιστούς στην εκκλησία της αγίας Φωτεινής, « Η Θεία Πρόνοια δο-κιμάζει την πίστιν μας και το θάρρος μας και την υπομονήν μας την ώραν αυτήν. Εις τας τρικυμίας αναφαίνεται ο καλός ναυτικός και εις τας δοκιμασίας ο καλός χριστιανός», παραδόθηκε στο εξαγριωμένο πλήθος, το οποίο τον έσυρε στους δρόμους και στη συνέχεια τον κατακρεούργησε ( 27 Αυγούστου 1922 ).

Ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, για τον οποίο γίνεται σήμερα ο λόγος, όπως και για όλους τους άλλους εθνομάρτυρες της 9ης Ιουλίου του 1821, για τους οποίους αιώνια θα πρέπει να είναι η αναγνώριση της θυσίας τους και η ευγνωμοσύνη μας γι’ αυτή, έμπρακτα επιβεβαίωσε τη φιλοπατρία του, χύσας το αίμα του για τους πολλούς. Δεν προέβαλλε τον πατριωτισμό του από καθέδρας, όπως μερικοί άλλοι, αλλά σεμνά και αθόρυβα σύρθηκε στο μαρτύριο, γιατί αυτό επέβαλλε η αρχιερατική του ιδιότητα. Παρ’ όλο ότι το αίμα του ήταν το ίδιο με το αίμα του κάθε ραγιά, ωστόσο ποι-οτικά ήταν υπέρτερο, γιατί ήταν « γαίμαν του πισκόπου » και μάλιστα ενός ποιμέ-να αλύτρωτου εθνικά ποιμνίου. Γι’ αυτό ούτε στέγνωσε, ούτε και θα στεγνώσει το αίμα του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού και των άλλων εθνομαρτύρων.

Ως ζείδωρος τροφή θα κρατά αείφυλλο και αειφόρο το δέντρο της ελευθερίας, στη σκιά του οποίου θα βρίσκει ανάσα κάθε στρατοκόπος της ζωής και από τους καρπούς του οποίου θα τρέφονται οι μελλοντικές γενεές των γηγενών κατοίκων αυτού του τόπου.

Με όσα εκθέσαμε πιο πάνω έχουμε δώσει σε αδρές γραμμές το στίγμα αυτής της ημέρας, την οποία φέρουμε στη μνήμη μας, εξ αφορμής της σημερινής 192ης επετείου των τραγικών γεγονότων εκείνης της χρονιάς. Η μούσα του Βασίλη Μι-χαηλίδη ( + 1917 ) είναι εξόχως παραστατική.

Για όσους όμως ενδιαφέρονται να πληροφορηθούν την ιστορικότητα και την αυθεντικότητα αυτών των γεγονότων μπορούν να καταφύγουν και στο πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του Γεώργιου Κηπιάδη, που φέρει τον τίτλο « Απομνημονεύματα των κατά το 1821 εν τη νήσω Κύπρω τραγικών σκηνών», που εκδόθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1888.

Κλείουμε τη σύντομη αναφορά μας σ’ αυτή την επέτειο με τον τονισμό της ανάγκης για συντή-ρηση της μνήμης της ημέρας της 9ης Ιουλίου και έμπρακτη εκδήλωση της οφειλόμενης τιμής απέναντι σ’ όλους τους εθνομάρτυρες του 1821, που δεν υπολείπο-νται σε αυτοθυσία και ηρωισμό ούτε από τους παλαιότερους ήρωες ούτε από τους νεότερους αγωνιστές.

Πηγή: Romfea

Δεν υπάρχουν σχόλια: