Θέλουμε μαχητές και όχι λιποτάκτες το μήνυμα του Μαξίμου
Ραβανός Αρης
«Τα δύσκολα είναι μπροστά. Είμαστε σε πόλεμο και χρειάζονται μαχητές και όχι…λιποτάκτες. Οι λαϊκιστές ας καθίσουν στην άκρη». Με αυτή τη βαριά έκφραση κεντρικό κυβερνητικό στέλεχος έδινε το στίγμα της επόμενης ημέρας από την παραίτηση του κ. Ν. Νικολόπουλου από τη θέση του υφυπουργού Εργασίας.
Παράλληλα κυρίαρχη είναι η άποψη εντός του υπουργικού συμβουλίου, ότι η κυβέρνηση δεν έχει την πολυτέλεια να αντιμετωπίζει συχνά κρίσεις, που αποσυντονίζουν το κυβερνητικό σχήμα και στέλνουν λάθος μηνύματα, τόσο εντός, όσο και εκτός χώρας.
Στο Μέγαρο Μαξίμου, αν και αναγνωρίζουν ότι η συγκεκριμένη υπόθεση έπληξε την εικόνα της κυβέρνησης και μετέφερε τη συζήτηση σε άλλο επίπεδο, επιθυμούν να…«γυρίσουν σελίδα» και να ασχοληθούν με τη διακυβέρνηση της χώρας, η οποία όπως λένε είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την επισκιάσουν τα προσωπικά παιχνίδια του παραιτηθέντος βουλευτή Αχαϊας.
Ο Πρωθυπουργός κ. Αντ. Σαμαράς, που ήταν ιδιαίτερα εξοργισμένος από τη στάση του βουλευτή, στον οποίο ο ίδιος ήταν γενναιόδωρος τοποθετώντας τον στη θέση του υφυπουργού Εργασίας, θεωρεί το θέμα λήξαν και θα επιχειρήσει να στρέψει την προσοχή της κοινής γνώμης στην άσκηση της κυβερνητικής πολιτικής.
«Σε αυτό το πεδίο θα κριθούμε και από τα αποτελέσματα της πολιτικής μας θα εξαρτηθεί η στάση των πολιτών. Υποθέσεις, όπως αυτές του κ. Νικολόπουλου, ασφαλώς δημιουργούν μια αρνητική εικόνα, αλλά πρέπει να επιτρέψουμε να επισκιάζουν την κυβερνητική προσπάθεια, που μόλις ξεκίνησε» αναφέρει στο Βήμα συνομιλητής του Πρωθυπουργού.
Στο πρωθυπουργικό επιτελείο, επικρατούσα είναι η άποψη, «ότι έγινε, έγινε και δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα». Ως εκ τούτου επιχειρήθηκε από την πρώτη στιγμή η διαχείριση, πολιτική και επικοινωνιακή της κατάστασης, διότι ήταν πρωτοφανές για την πολιτική ιστορία της χώρας, υφυπουργός να παραιτείται μόλις 13 ώρες μετά την ψήφο εμπιστοσύνης που έλαβε η κυβέρνηση, την οποία στήριξε και ο ίδιος.
Για τον Πρωθυπουργό το ζητούμενο είναι να επανέλθει, μετά από αυτή την αναταραχή η συζήτηση στο κέντρο της πολιτικής και «να φύγουμε από την παραπολιτική», όπως σημειώνουν συνεργάτες του. Και αυτό, διότι όπως λένε, δεν είναι στέρεο το επιχείρημα του κ. Νικολόπουλου ότι δεν ετέθη το θέμα της επαναδιαπραγμάτευσης από την πρώτη στιγμή στην τρόικα.
«Η επαναδιαπραγμάτευση έχει ήδη ξεκινήσει για όσους δεν το κατάλαβαν. Είναι προφανές ότι δεν θα πάρουμε ότι ζητάμε από την πρώτη ημέρα. Θα είναι μια μάχη διαρκείας» υπογραμμίζει ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος που εκφράζει απορίες για την ενέργεια του κ. Νικολόπουλου και συμπληρώνει πως υπάρχουν αναπάντητα ερωτήματα για τη σκοπιμότητα της κίνησής του.
Παράλληλα, από το πρωθυπουργικό επιτελείο, αποδίδουν την παραίτηση σε άλλα αίτια και όχι στην απουσία διάθεσης για επαναδιαπραγμάτευση στα εργασιακά που επικαλείται ο πρώην υφυπουργός.
Ανεξάρτητα από την προσπάθεια του Μεγάρου Μαξίμου να υποβαθμιστεί το θέμα της παραίτησης Νικολόπουλου, εντός του υπουργικού συμβουλίου και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Ν.Δ. κυριαρχεί η συζήτηση, εάν θα υπάρξει και επόμενος που δεν μπορεί, όπως λένε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, και θα επιλέξει τον εύκολο δρόμο του λαϊκισμού, αντί να βοηθήσει την εθνική προσπάθεια.
Άλλα κυβερνητικά στελέχη προβληματίζονται από το περιβάλλον που διαμορφώνεται για τη νέα κυβέρνηση, καθώς πριν συμπληρώσει ένα μήνα ζωής, ο Πρωθυπουργός είδε, τον κ. Β. Ράπανο, αν και αποδέχθηκε τη θέση του υπουργού Οικονομικών, τελικά να μην ορκίζεται, τον κ. Γ. Βερνίκο να παραιτείται από τη θέση του υφυπουργού Ναυτιλίας επειδή είχε ήταν βασικός μέτοχος σε off shore (εξωχώρια) εταιρεία και…«τρίτωσε το κακό» με την απρόσμενη παραίτηση Νικολόπουλου.
Από εδώ και στο εξής, εκτός από την επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου που είναι το μείζον για τον κ. Σαμαρά, το επικοινωνιακό επιτελείο της κυβέρνησης, θα πρέπει να αντιμετωπίσει άμεσα και την κριτική της αντιπολίτευσης που θα χρησιμοποιήσει –ήδη το έκανε από την πρώτη στιγμή- την υπόθεση του κ. Νικολόπουλου.
Το βασικό ζητούμενο είναι να αντικρούσει την στρατηγική της αντιπολίτευσης, κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ, που θα υποστηρίζει ότι ο Πρωθυπουργός αθέτησε ήδη την προεκλογική του υπόσχεση, μαζί με την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, για επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου.
Την ίδια στιγμή νευρικότητα και προβληματισμός επικρατεί και σε πολύ μεγάλο αριθμό «γαλάζιων» βουλευτών που θεωρούν ότι με τέτοιες κινήσεις δημιουργείται αρνητική εικόνα για την κυβέρνηση, ενώ ορισμένοι εστιάζουν ακόμα και στην ομιλία του υπουργού Οικονομικών κ. Ι. Στουρνάρα στη Βουλή το βράδυ του Σαββάτου.
Η παρέμβαση του κ. Στουρνάρα προβλημάτισε πολλούς, όχι τόσο για τη φράση ότι για να υπάρξει επαναδιαπραγμάτευση πρέπει να θέλει και η άλλη πλευρά, εννοώντας την τρόικα, αλλά κυρίως για την επισήμανσή του πως η κρίση έφερε το μνημόνιο, η οποία αποδυναμώνει πλήρως την αντιπολιτευτική ρητορική της Ν.Δ. των τελευταίων δυο χρόνων και κυρίως το επιχείρημά της ότι οι λανθασμένες πολιτικές του ΠαΣοΚ οδήγησαν τη χώρα στη μέγγενη του ΔΝΤ.
Πάρα πολλοί υπουργοί δεν ανέμεναν, ότι λίγες ώρες μετά τη ψήφο εμπιστοσύνης που έλαβε η κυβέρνηση, θα συζητούσαν για μια ενδοκυβερνητική κρίση για ένα βουλευτή που αφήνει ανοικτό ακόμα και να καταψηφίσει νομοσχέδια, αδιαφορώντας για τη διαγραφή του.
Πηγή: Το Βήμα
Ραβανός Αρης
«Τα δύσκολα είναι μπροστά. Είμαστε σε πόλεμο και χρειάζονται μαχητές και όχι…λιποτάκτες. Οι λαϊκιστές ας καθίσουν στην άκρη». Με αυτή τη βαριά έκφραση κεντρικό κυβερνητικό στέλεχος έδινε το στίγμα της επόμενης ημέρας από την παραίτηση του κ. Ν. Νικολόπουλου από τη θέση του υφυπουργού Εργασίας.
Παράλληλα κυρίαρχη είναι η άποψη εντός του υπουργικού συμβουλίου, ότι η κυβέρνηση δεν έχει την πολυτέλεια να αντιμετωπίζει συχνά κρίσεις, που αποσυντονίζουν το κυβερνητικό σχήμα και στέλνουν λάθος μηνύματα, τόσο εντός, όσο και εκτός χώρας.
Στο Μέγαρο Μαξίμου, αν και αναγνωρίζουν ότι η συγκεκριμένη υπόθεση έπληξε την εικόνα της κυβέρνησης και μετέφερε τη συζήτηση σε άλλο επίπεδο, επιθυμούν να…«γυρίσουν σελίδα» και να ασχοληθούν με τη διακυβέρνηση της χώρας, η οποία όπως λένε είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την επισκιάσουν τα προσωπικά παιχνίδια του παραιτηθέντος βουλευτή Αχαϊας.
Ο Πρωθυπουργός κ. Αντ. Σαμαράς, που ήταν ιδιαίτερα εξοργισμένος από τη στάση του βουλευτή, στον οποίο ο ίδιος ήταν γενναιόδωρος τοποθετώντας τον στη θέση του υφυπουργού Εργασίας, θεωρεί το θέμα λήξαν και θα επιχειρήσει να στρέψει την προσοχή της κοινής γνώμης στην άσκηση της κυβερνητικής πολιτικής.
«Σε αυτό το πεδίο θα κριθούμε και από τα αποτελέσματα της πολιτικής μας θα εξαρτηθεί η στάση των πολιτών. Υποθέσεις, όπως αυτές του κ. Νικολόπουλου, ασφαλώς δημιουργούν μια αρνητική εικόνα, αλλά πρέπει να επιτρέψουμε να επισκιάζουν την κυβερνητική προσπάθεια, που μόλις ξεκίνησε» αναφέρει στο Βήμα συνομιλητής του Πρωθυπουργού.
Στο πρωθυπουργικό επιτελείο, επικρατούσα είναι η άποψη, «ότι έγινε, έγινε και δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα». Ως εκ τούτου επιχειρήθηκε από την πρώτη στιγμή η διαχείριση, πολιτική και επικοινωνιακή της κατάστασης, διότι ήταν πρωτοφανές για την πολιτική ιστορία της χώρας, υφυπουργός να παραιτείται μόλις 13 ώρες μετά την ψήφο εμπιστοσύνης που έλαβε η κυβέρνηση, την οποία στήριξε και ο ίδιος.
Για τον Πρωθυπουργό το ζητούμενο είναι να επανέλθει, μετά από αυτή την αναταραχή η συζήτηση στο κέντρο της πολιτικής και «να φύγουμε από την παραπολιτική», όπως σημειώνουν συνεργάτες του. Και αυτό, διότι όπως λένε, δεν είναι στέρεο το επιχείρημα του κ. Νικολόπουλου ότι δεν ετέθη το θέμα της επαναδιαπραγμάτευσης από την πρώτη στιγμή στην τρόικα.
«Η επαναδιαπραγμάτευση έχει ήδη ξεκινήσει για όσους δεν το κατάλαβαν. Είναι προφανές ότι δεν θα πάρουμε ότι ζητάμε από την πρώτη ημέρα. Θα είναι μια μάχη διαρκείας» υπογραμμίζει ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος που εκφράζει απορίες για την ενέργεια του κ. Νικολόπουλου και συμπληρώνει πως υπάρχουν αναπάντητα ερωτήματα για τη σκοπιμότητα της κίνησής του.
Παράλληλα, από το πρωθυπουργικό επιτελείο, αποδίδουν την παραίτηση σε άλλα αίτια και όχι στην απουσία διάθεσης για επαναδιαπραγμάτευση στα εργασιακά που επικαλείται ο πρώην υφυπουργός.
Ανεξάρτητα από την προσπάθεια του Μεγάρου Μαξίμου να υποβαθμιστεί το θέμα της παραίτησης Νικολόπουλου, εντός του υπουργικού συμβουλίου και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Ν.Δ. κυριαρχεί η συζήτηση, εάν θα υπάρξει και επόμενος που δεν μπορεί, όπως λένε να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, και θα επιλέξει τον εύκολο δρόμο του λαϊκισμού, αντί να βοηθήσει την εθνική προσπάθεια.
Άλλα κυβερνητικά στελέχη προβληματίζονται από το περιβάλλον που διαμορφώνεται για τη νέα κυβέρνηση, καθώς πριν συμπληρώσει ένα μήνα ζωής, ο Πρωθυπουργός είδε, τον κ. Β. Ράπανο, αν και αποδέχθηκε τη θέση του υπουργού Οικονομικών, τελικά να μην ορκίζεται, τον κ. Γ. Βερνίκο να παραιτείται από τη θέση του υφυπουργού Ναυτιλίας επειδή είχε ήταν βασικός μέτοχος σε off shore (εξωχώρια) εταιρεία και…«τρίτωσε το κακό» με την απρόσμενη παραίτηση Νικολόπουλου.
Από εδώ και στο εξής, εκτός από την επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου που είναι το μείζον για τον κ. Σαμαρά, το επικοινωνιακό επιτελείο της κυβέρνησης, θα πρέπει να αντιμετωπίσει άμεσα και την κριτική της αντιπολίτευσης που θα χρησιμοποιήσει –ήδη το έκανε από την πρώτη στιγμή- την υπόθεση του κ. Νικολόπουλου.
Το βασικό ζητούμενο είναι να αντικρούσει την στρατηγική της αντιπολίτευσης, κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ, που θα υποστηρίζει ότι ο Πρωθυπουργός αθέτησε ήδη την προεκλογική του υπόσχεση, μαζί με την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη, για επαναδιαπραγμάτευση του μνημονίου.
Την ίδια στιγμή νευρικότητα και προβληματισμός επικρατεί και σε πολύ μεγάλο αριθμό «γαλάζιων» βουλευτών που θεωρούν ότι με τέτοιες κινήσεις δημιουργείται αρνητική εικόνα για την κυβέρνηση, ενώ ορισμένοι εστιάζουν ακόμα και στην ομιλία του υπουργού Οικονομικών κ. Ι. Στουρνάρα στη Βουλή το βράδυ του Σαββάτου.
Η παρέμβαση του κ. Στουρνάρα προβλημάτισε πολλούς, όχι τόσο για τη φράση ότι για να υπάρξει επαναδιαπραγμάτευση πρέπει να θέλει και η άλλη πλευρά, εννοώντας την τρόικα, αλλά κυρίως για την επισήμανσή του πως η κρίση έφερε το μνημόνιο, η οποία αποδυναμώνει πλήρως την αντιπολιτευτική ρητορική της Ν.Δ. των τελευταίων δυο χρόνων και κυρίως το επιχείρημά της ότι οι λανθασμένες πολιτικές του ΠαΣοΚ οδήγησαν τη χώρα στη μέγγενη του ΔΝΤ.
Πάρα πολλοί υπουργοί δεν ανέμεναν, ότι λίγες ώρες μετά τη ψήφο εμπιστοσύνης που έλαβε η κυβέρνηση, θα συζητούσαν για μια ενδοκυβερνητική κρίση για ένα βουλευτή που αφήνει ανοικτό ακόμα και να καταψηφίσει νομοσχέδια, αδιαφορώντας για τη διαγραφή του.
Πηγή: Το Βήμα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου