Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011

Οταν τα αγάλµατα µιλούν στους ανθρώπους

Πέντε έλληνες καλλιτέχνες και ένας ποιητής αναφέρονται στο αγαπηµένο έργο τους από τον Ιερό Βράχο

ΜΑΡΙΑ ΘΕΡΜΟΥ

Η πρώτη φορά που πήγα στο Μουσείο της Ακρόπολης ήταν µε το σχολείο. Ανοιξη, αλλά ο αέρας σφύριζε πάνω στον Βράχο, το ίδιο και η σφυρίχτρα του δασκάλου που ανακαλούσε στην τάξη όσους ξεγλιστρούσαν από τα µάτια του – κι ας δεχόταν κι αυτός µε τη σειρά του την επίπληξη του φύλακα.

Η πρώτη αίσθηση του Παρθενώνα ήταν ότι είναι τεράστιος, η δεύτερη ότι είναι ερειπωµένος (είπαµε, ηλικίες µονοψήφιου νούµερου). Μπροστά στο Ερέχθειο όµως όλοι σταθήκαµε προσοχή για να ακούσουµε την ιστορία της Καρυάτιδας που την είχε κλέψει ένας αδίστακτος άγγλος λόρδος, έτσι που οι άλλες να κλαίνε για τον χαµό της. Οµως, ω του θαύµατος, πλήθος άλλα όµορφα νεαρά κορίτσια µάς περίµεναν στο µικρό υπόγειο µουσείο: οι Κόρες.

Για χώρους όπως το Μουσείο Ακρόπολης – τώρα καινούργιο πλέον – η επίσκεψη µία φορά δεν είναι αρκετή. Τα έργα αρχίζουν να µιλούν από την πολλοστή και µετά, τότε που η σχέση µαζί τους γίνεται προσωπική και µοιράζονται ποικιλοτρόπως τις στιγµές σου. Αλλά η επιστροφή είναι για τον καθένα διαφορετική διαδικασία, το ίδιο και η έλξη που ασκούν τα εκθέµατα, όλα µαζί ή κάποιο ξεχωριστά.

Ακόµη κι αν όλοι επιλέξουν το ίδιο έργο, οι λόγοι είναι διαφορετικοί, οι µνήµες που ανακαλεί και οι ιστορίες µε τις οποίες συνδέεται ανήκουν στη σφαίρα των προσωπικών εµπειριών και συναισθηµάτων. Κάτι που επιβεβαιώνεται µέσα από τις αναφορές ανθρώπων της τέχνης και των γραµµάτων για τα έργα που αγαπούν στο Μουσείο της Ακρόπολης, είτε ανατρέχουν σε αυτά µε τη µνήµη είτε τα αναζητούν σε κάθε τους επίσκεψη. Ποιο είναι το «δικό τους» έργο;

ΔΙΟΧΑΝΤΗ
Εικαστικός

«Σου προκαλούν τη διάθεση να συζητήσεις μαζί τους»


«Το καλοκαίρι του 1967, όταν σπούδαζα στην Ακαδηµία Καλών Τεχνών της Ιταλίας, είχα επιλέξει στο µάθηµα της Ιστορίας της Τέχνης τις Κόρες της Ακρόπολης. Κάθε πρωί λοιπόν εκείνο το καλοκαίρι ανέβαινα µόλις ξηµέρωνε πάνω στον χώρο της Ακρόπολης, όπου µελετούσα και σχεδίαζα επί ώρες ολόκληρες. Ετσι τις αγάπησα πάρα πολύ και ακόµη µε συγκινούν. Το ελαφρό τους µειδίαµα, τα χρώµατα, τα βραχιόλια, τα περιδέραια, ο τονισµός των µατιών και των χειλιών, τα κεντήµατα στο πέπλο, όλα αυτά σου προκαλούν τη διάθεση να µιλήσεις µαζί τους. Σκέφτοµαι ότι οι αρχαίοι επέλεξαν σε αυτά τα έργα τις αναλογίες της µορφής, την οργανική σχέση σώµατος και ενδύµατος και τη ρύθµιση της πτυχολογίας που ήταν αντίστοιχες των ανδρικών Κούρων. Το σώµα τους, που διαγράφεται κάτω από το ένδυµα, το αριστερό πόδι που αντιστηρίζει, το δεξί χέρι που κάµπτεται προς τα εµπρός και υποδηλώνει µια κίνηση... Το θέµα πάντως άρεσε τότε και στον καθηγητή µου και πήρα πολύ καλό βαθµό µάλιστα, άριστα και έπαινο. Την εργασία όµως την κράτησαν. Ετσι δεν µου έµεινε τίποτε, µόνο η “σχέση” που δηµιουργήθηκε µαζί τους και µε συνδέει ακόµη, παρά τα τόσα χρόνια».

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ
Αρχιτέκτων

«Εχουν πνευματικότητα, ευγένεια, αρχοντιά»


«Οταν βλέπω τις Κόρες της Ακρόπολης η φαντασία µου προσπαθεί να συλλάβει και να αναπαραστήσει τη φυσική τους θέση στον βράχο, γύρω από τον Παρθενώνα, ανάµεσα στα άλλα µνηµεία και ανάµεσα στους ανθρώπους που έφθαναν γεµάτοι σεβασµό φέρνοντας τα αφιερώµατά τους για να τιµήσουν τη θεά. Εχουν µια πνευµατικότητα αυτά τα αγάλµατα, έχουν ευγένεια και αρχοντιά. Είναι πολύ κοντά στην έννοια της εξιδανίκευσης γιατί η θηλυκότητά τους ελέγχεται.

Ο ρυθµός αυτός κρύβει µια οικονοµία στις κινήσεις και η τυποποίηση συντελεί ώστε να µη στέκεται κανείς στο θέµα αλλά να βλέπει πίσω και µέσα σε αυτό. Αλλωστε ποτέ δεν είναι όµοιες. Η µία είναι σοβαρή, αυστηρή, το αρχαίο χαµόγελο είναι αµήχανο. Στην άλλη τα ενδύµατα έχουν χρώµατα και περίτεχνα σχέδια, φορά διάδηµα στο κεφάλι, κοσµήµατα και πάντα έχουν υπέροχα κατσαρά µαλλιά σε κοτσίδες. Αγάλλοµαι µ’ αυτό που βλέπω. Μπορεί να τις κοιτάς ώρες και να µη χορταίνεις».

ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΟΚΟΡΟΣ
Ζωγράφος

«Πιο πολύ κι από τους θεούς, θαύμαζα τις μικρές Κόρες»


«Κάθε φορά που αποφάσιζα να ανεβώ στην Ακρόπολη, προτού φτάσω στα αγάλµατα και στα κτίσµατα τουναού, ένιωθα να µε παίρνει η ποµπή ενός πλήθους και να µε φέρνει από µόνος του ο δρόµος.

Οι πέτρες, τα µάρµαρα, πατηµένα από αιώνες αµέτρητων βηµάτων που ανεβαίνουν να προσκυνήσουν το ύψος. Εφτανα πάνω και ανάσαινα φως και αεράκι στο ξέφωτο του ναού. Μα πιο πολύ και από τους θεούς ψηλά και τους ήρωες θαύµαζα τις µικρές Κόρες, που έστεκαν διστακτικές, ρόδινες από τη συνάφεια µε το χώµα και τα αγγίγµατα του καιρού, µε τα υπολείµµατα των χρωµάτων στα γιορτινά τους φορέµατα, έτοιµες να ανεµίσουν πτυχές και πλεξίδες. Κοντοστεκόµουν µπροστά στην Πεπλοφόρο για να µου προτείνει χαρούµενη, ακόµη µία φορά, τον µηδέποτε δαπανώµενο καρπό της. Την τέχνη του ανθρώπου να παριστά στην οµορφιά την αιωνιότητα, να ντύνει την καθηµερινότητα µε κάλλος».

ΑΛΕΚΟΣ ΦΑΣΙΑΝΟΣ
Ζωγράφος

«Δεν είχα ξαναδεί αρχαίους μύστακες τσιγκελωτούς»


«Ο τρισώµατος δαίµονας, αυτό το αρχαϊκό σύµπλεγµα στο αέτωµα του Εκατόµπεδου ναού της Ακρόπολης, εκεί όπου ο Ηρακλής παλεύει µε τον Τρίτωνα και στην άλλη άκρη βρίσκονται οι τρεις µορφές που εκφράζουν τα στοιχεία της φύσης: το νερό, το δαδί µε τη φλόγα και το περιστέρι που αναφέρεται στον αέρα. Αυτό είναι που µε έχει εντυπωσιάσει πολύ. Πρώτα απ΄όλα γιατί αυτές οι µορφές έχουν µουστάκια και µου θυµίζουν ανατολίτικες επιδράσεις, φιγούρες του θεάτρου σκιών, του Καραγκιόζη. ∆εν είχα ξαναδεί µύστακες τσιγκελωτούς σε αρχαία έργα. Από την άλλη, καθώς ο Ηρακλής κλίνει το γόνυ παλεύοντας, το πόδι του µοιάζει µε εκείνα των σηµερινών νέων, όταν οδηγούν τα µηχανάκια τους µε κοντά παντελόνια και σαγιονάρες.

Πρόκειται για µια εικόνα ρεαλιστικής µυθολογίας που δεν έχει σχέση µε τον ρεαλισµό της Κλασικής Εποχής αλλά εκφράζει όλη τη φιλοσοφία των προσωκρατικών. Γιατί ο Ηρακλής δεν είναι εξιδανικευµένος, θα µπορούσε να αναφέρεται και σε έναν σύγχρονο νέο. Η Ευρώπη µπορεί να εντυπωσιάστηκε από την Κλασική Εποχή, εµένα όµως µε ενθουσιάζουν αυτά τα έργα γιατί είναι πιο κοντά σε µας αλλά και στη δική µου τέχνη. Ο ήρωας µε τα κοντόχοντρα πόδια του έχει σχέση µε τις µορφές που κάνω εγώ, γιατί δεν θέλω να δίνω µια ιδεαλιστική εικόνα στα έργα µου· αντίθετα, προσπαθώ να τα κάνω πρωτόγονα και αγνά, γιατί έτσι εκφράζουν την πραγµατικότητα».

ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΖΟΓΚΑΣ
Ζωγράφος

«Αυτός ο γέροντας κρύβει ακόμη τα μυστικά του»


«Θα σταθώ στο αέτωµα του παλαιού ναού της Αθηνάς, του Εκατόµπεδου, στη συµβολική, ίσως και µοιραία πάλη του Ηρακλή µε τον θαλάσσιο τρισώµατο δαίµονα που µεταµορ φώνεται από τεράστιο φίδι στα στοιχεία της φύσης: τον αέρα (όπως αναπαρίσταται µε το πουλί που πετάει), τη φωτιά και το νερό. Αυτός ο Νηρέας υποθέτω, γέροντας της θάλασσας ανάµεσα στους λέοντες και στον Τρίτωνα, αντιστέκεται σε λογικές διερευνήσεις – άλλωστε οι µυθικές αναφορές, όπως και το έργο του καλλιτέχνη, αποτελούν πράξη ελευθερίας, ακόµη και αυθαιρεσίας.

Οι µεταµορφώσεις σε λιοντάρι, σε δράκους σε νερά τρεχούµενα στον Οµηρο αλλά και στον Σεφέρη ακόµη είναι οι στιγµές που το έργο τέχνης αποθεώνεται και µε βασανίζουν ακατάπαυστα από παιδί. Η τέχνη δηµιουργεί τη δική της ορατή τάξη αλλά ο Ηρακλής θέλει να αποσπάσει από τον τρισώµατο δαίµονα το µυστικό του δρόµου για τις Εσπερίδες και τη ∆ύση και αν σκεφτούµε – “ποιητική αδεία” – πως ως σήµερα αυτόν τον δρόµο ψάχνουµε για την ευρωζώνη και τα ευρώ της, ως µήλα των Εσπερίδων θεωρούµενα, αυτός ο γέροντας, µισός φίδι και µισός σώµατα ανθρώπινα, κρύβει ακόµη τα µυστικά του.

Θα χρειαστούν πολλές θυσίες και πιθανόν πολλούς λέοντες να θυσιάσουµε ακόµη γιατί ο δρόµος είναι µακρύς».

ΧΡ. ΛΙΟΝΤΑΚΗΣ
Ποιητής

«Το οιονεί παλλόμενο σώμα που κόβει την ανάσα»


«Ο παις του Κριτίου: η λανθάνουσα κίνηση που θροΐζει ανάµεσα στο στάσιµο και στο άνετο σκέλος διατρέχει τον κορµό και αγλαΐζει την ελαφρά κλίση της κεφαλής προς τα δεξιά. Το οιονεί παλλόµενο σώµα, µεγαλυνάριο του γυµνού, που κόβειτην ανάσα».

Δεν υπάρχουν σχόλια: